Πως μπορούμε να εννοήσουμε -και ασφαλώς να βιώσουμε- τις δονήσεις του Λόγου;
Συγκεκριμένος τρόπος δεν υπάρχει. Υπάρχει μονάχα του καθενός ο τρόπος, ο οποίος μπορεί να φαίνεται διάφορος των άλλων, ως αποτέλεσμα όμως οδηγεί σε μια καθολική και μοναδική Αλήθεια.
Αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να
δούμε τις λέξεις λίγο διαφορετικά. Για παράδειγμα, πολύ συχνά στον λόγο μας χρησιμοποιούμε την έκφραση "
Η αλήθεια είναι ... κτλ, κτλ, κτλ". Λέμε δηλ. "
Η αλήθεια είναι πως με έδιωξαν από το φόρουμ αλλά ξέρω πως λένε ψέμματα". Νομίζουμε πως όταν πούμε "η αλήθεια είναι ... κτλ, κτλ, κτλ", αναφερόμαστε μονάχα στην
δική μας αλήθεια, μια αλήθεια υποκειμενική, μια αλήθεια που δεν ισχύει για κάποιον άλλον. Αυτό είναι λάθος. Εξηγούμαι :
Κατ' αρχήν, στην ζωή, στην ύπαρξη, δεν υπάρχει "είναι". Αν "τα πάντα ρει", που λέει ο Ηράκλειτος - αλλά το λέει και μια δασκάλα γνωστή μου (που περνιέται δηλ. για δασκάλα αλλά είναι μεγάλη μούφα, τέλος πάντων) - αν το "τα πάντα ρει" του Ηράκλειτου ισχύει, τότε τίποτε δεν
είναι "είναι". Όλα
είναι γίγνεσθαι. Το "είναι" το χρησιμοποιούμε απλώς στον λόγο μας, κι αυτό
είναι η πηγή του "κακού". Αν κάτι "είναι", τότε
είναι τελειωμένο, αποκρυσταλλωμένο,
τέλειο δηλ. Αν κάτι "γίνεται", τότε διαρκώς αλλάζει, μετουσιώνεται,
είναι ζωντανό, δεν τελείωσε, είναι "αθάνατο".
Βλέπουμε ήδη, από την πάνω παράγραφο, πως δεν μπορούμε να εκφραστούμε διαφορετικά, αν δεν πούμε "είναι". Αυτό το "είναι" γίνεται η παγίδα μας. Ακριβώς δηλ. όπως λέμε "η αλήθεια είναι ... κτλ, κτλ, κτλ", νομίζοντας πως μιλάμε μονάχα για κάτι υποκειμενικό. Εκείνη την στιγμή
λέμε την Αλήθεια , την μοναδική αλήθεια, την μία και πεντακάθαρη, παρόλο που φαινομενικά νομίζουμε πως αναφερόμαστε σε κάτι δικό μας. Και το λέμε με πάρα πολύ απλό τρόπο, σχεδόν ασυνείδητο.
Π.χ η αλήθεια είναι πως το αυτοκίνητό μου χρειάζεται πλύσιμο. Σ' αυτήν την πρόταση, δεν υπάρχει ψέμα. Το ψέμα δημιουργείται από το πως θα εννοηθεί αυτή η πρόταση από τον ακροατή ή τον αναγνώστη. Αν ο ακροατής - αναγνώστης
δεν κάνει κανέναν συνειρμό, νοητικό δηλ. τότε
η αλήθεια ειπώθηκε , τυπώθηκε και δεν χρειάζεται τίποτε άλλο. Το πρόβλημα δημιουργείται όταν αρχίζουν οι νοητικοί συνειρμοί. Αυτοί θα δημιουργήσουν απορίες του στυλ "μα καλά, τόσο βρώμικο είναι ;" και τέτοια.
Ο Λόγος όμως γίνεται και λογική, όταν το «λογικό» εμπεριέχει ενοποιημένα το αληθές και το ψεύδος του ιδίου του. Μια τέτοια λογική, έχει αποδεσμευτεί από την δυαδικότητά της και το αντιληπτικό της πεδίο, μπορεί να καταλάβει το «καθολικό» που αναφέρει ο Ηράκλειτος, γιατί το «καθολικό» συμπεριλαμβάνει αλήθεια και ψεύδος.
Ο Λόγος μπορεί επίσης να γίνει και ομιλία, όταν η ελεύθερη πια λογική είναι πλέον ικανή να παράγει ομιλία που θα συμπεριλαμβάνει, γλωσσικά πλέον, το «καθολικό». Μια τέτοια ομιλία, εμπεριέχει από μόνη της το δίκαιο του λόγου της, αφού νομοτελειακά αποδέχεται τον Λόγο ως «ες αεί» μορφή ορισμού του παντός. Επίσης, η κατʼ αυτόν τον τρόπο έκφραση του Λόγου, μπορεί να παρουσιάζει ταυτοχρόνως το αληθινό και το ψεύτικο, ή να τροποποιεί τον χαρακτήρα του εκφραστή της σύμφωνα με την κοινή λογική των υπολοίπων. Η ενέργεια που παράγει μια εκφραστική συμπεριφορά τέτοιου είδους, άλλοτε εκλαμβάνεται ως θετική, άλλοτε ως αρνητική, αναλόγως της αντιληπτικής ικανότητας του προσώπου στο οποίο κοινοποιείται και συχνά παρερμηνεύεται ως μορφή ανισορροπίας που διέπει τον εκφραστή της. Ο γνώστης και ο κάτοχος του Λόγου, έχει συνειδητά πλέον στα χέρια του, ένα εργαλείο, που μπορεί να το χρησιμοποιήσει όπως εκείνος επιθυμεί, όποτε εκείνος επιθυμεί, κάνοντας τον συνομιλητή του να υποθέσει πως «κάτι δεν πάει καλά μʼ αυτόν», όπως έλεγε και ο Αριστοτέλης για τον Ηράκλειτο.
Οι ομάδες που ασχολούνται με την έρευνα του Λόγου κατά Ηράκλειτο, εστιάζονται στο να μελετούν την φύση της Ελληνικής Γραμματείας, αρχίζοντας ουσιαστικά από το να μαθαίνουν το ελληνικό αλφάβητο σαν τα παιδιά που πηγαίνουν στην πρώτη τάξη του Δημοτικού. Διδάσκονται από την αρχή τα ρήματα, τα ουσιαστικά, τα σημεία στίξης, όλα τα συστατικά του λόγου και της γλώσσας και εμπλουτίζουν διαρκώς το λεξιλόγιο τους με «ενεργειακά» ικανές λέξεις που στοχεύουν ακριβώς στο να παράγουν εννοιολογική αναταραχή σε όσους παρερμηνεύουν τον Λόγο. Μελετούν την αντιστοιχία της φυσικής αλήθειας με αυτήν του Λόγου και εργάζονται στο να παράγουν με την έκφρασή τους, παιχνιδιάρικα αινίγματα που οφείλουν όσοι ενδιαφέρονται για την αλήθεια, να επιλύσουν από μόνοι τους γιατί αυτό είναι που ουσιαστικά θα αποδεσμεύσει την κοινή λογική τους από την δυαδικότητα και θα κάνει το πεδίο αυτής τόσο ελεύθερο ώστε να μπορεί να δεχτεί το «καθολικό». Αφιερώνουν ώρες μελετώντας τον κατά Ηράκλειτο Λόγο και οι μαθητές τέτοιων ομάδων είναι ικανοί να στέκονται σε μια λέξη που αναφέρεται σε κάποιο απόφθεγμά του, για μέρες, παραθέτοντας κείμενα και προσωπικούς στοχασμούς που φαινομενικά σε κάποιον άλλον, θα φανούν άσχετα στο σύνολό τους. Η διαδικασία μιας τέτοιας «μυητικού» χαρακτήρα προσπάθειας, έχει ως αποτέλεσμα την άριστη χρήση του Λόγου, που μπορεί άλλοτε να είναι συγκινησιακός, άλλοτε επιθετικός, άλλοτε παρηγορητικός, άλλοτε αδιάφορος, άλλοτε μυστικοπαθής, άλλοτε ανισόρροπος, και άλλοτε, όλα τα παραπάνω, μαζί και ταυτοχρόνως.
Τώρα, η αλήθεια είναι πως ζεστάθηκα και πάω για ένα κρύο ντουζ.
Ciao Ροδόπουλοι ...