ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΟΓΔΟΟΥ ΘΕΩΡΗΜΑΤΟΣ
Α. Εισαγωγή
Έχοντας συνδέσει την πνευματική ζωή με την Συνείδηση, εξάγουμε το συμπέρασμα ότι ο άνθρωπος γεννώμενος είναι κατ' ουσίαν νεκρός, αφού δεν γνωρίζει απολύτως τίποτε ως προς το τί είναι ο ίδιος και που ευρίσκεται. Καλείται λοιπόν να φύγει από αυτή την κατάσταση, αποκτώντας αντίληψη της Αληθείας, Συνείδηση, δηλαδή Προσωπικότητα.
Β. Η Φιλοδοξία
«Φιλοδοξία είναι η συνεχής βίωση και επιδίωξη υπό του ανθρώπου προκαθορισμένων υπό του ιδίου και μη εισέτι πραγματοποιηθέντων στόχων».
Η Φιλοδοξία δηλαδή είναι κατάσταση και ως τέτοια εντάσσεται στην βίωση του ανθρώπου και όχι στην έκφραση της δράσεώς του.
Γ. Η Φιλοδοξία να φαίνεται κανείς ό,τι δεν μπορεί να είναι...
Το όγδοο Θεώρημα δεν μιλά για κάθε λογής φιλοδοξία, αλλά για μία συγκεκριμένη μορφή της. Η φιλοδοξία «να φαίνεται κανείς ό,τι δεν μπορεί να είναι» θα πρέπει να νοηθή τόσο στην υπέρβαση των ικανοτήτων, όσο και στην απόκρυψη αυτών. Όταν ένας άνθρωπος είναι αυτός που είναι, με δεδομένες τις ιδιαίτερες αρετές, ποιότητες, χαρίσματα και ικανότητές του, και εν τούτοις επιθυμεί να εκφράζεται πέραν του πλαισίου αυτών, ή όταν για οποιονδήποτε λόγο καταπνίγει τις ικανότητές του και δεν τις εκφράζει, τότε εντάσσεται στην έννοια του
Θεωρήματος. Με άλλα λόγια το Θεώρημα αυτό θέλει τον άνθρωπο να εκφράζει ό,τι ακριβώς είναι. Οπότε γεννάται το ερώτημα: Τί είναι ο άνθρωπος;
Δ. Ο Άνθρωπος ως κατάληξη Θείας Ιδέας
Όπως γνωρίζουμε, ο άνθρωπος είναι η κατάληξη μιάς εκδηλωμένης Ιδέας του Θεού, η οποία (κατάληξη) είναι συνάρτηση τόσο του κόσμου της ύλης όσο και του σκοπού του ανθρώπου. Ο άνθρωπος είναι η κατάληξη της εκφράσεως μιάς Θείας Ιδέας -- δεν είναι η ίδια η Ιδέα.
Ακριβώς στο σημείο τούτο υπεισέρχεται η έννοια της ελευθερίας: αφού ο άνθρωπος δεν ταυτίζεται με την Ιδέα του, διατηρεί το δικαίωμα να την απαρνηθή, στρέφοντας την δραστηριότητά του προς άλλες κατευθύνσεις, ξένες προς αυτήν. Είτε λοιπόν ο άνθρωπος υπερβάλλει είτε υστερεί της πραγματικότητας, εκδηλώνει κάτι άλλο από την δική του ιδιαίτερη φύση, από την δική του προσωπικότητα.
Το Θεώρημα λοιπόν καλεί τον άνθρωπο να εκφράζεται εντός του πλαισίου του εαυτού του, όπως καθορίζεται από την Θεία Ιδέα που τον δημιούργησε και τον εμψυχώνει.
Ε. Ο Ρόλος της Αγάπης
Πώς ο άνθρωπος θα κατορθώση να αποκτήσει συνείδηση της Θείας Ιδέας του, ούτως ώστε να ζη και να εκφράζεται μέσα στην «κοίτη» όπου «ρέει» αυτή η Ιδέα, αποφεύγοντας παρεκκλίσεις προς ό,τι ο ίδιος δεν μπορεί να είναι;
Κι εδώ η απάντηση είναι η Αγάπη:
η Αγάπη προς τον εαυτό μας,
προς τον συνάνθρωπο και
προς τον Θεό.
Διότι δεν νοείται συμβιβασμος και συμπαρεύρεση Αγάπης και ελαττωματικότητας.
Ας θυμηθούμε την Κλείδα της πνευματικής εξελίξεως του ανθρώπου, όπως την περιγράψαμε στο πέμπτο Θεώρημα: «Για κάθε βήμα που επιχειρεί ο άνθρωπος δια της Αγάπης, κατακτά αντίστοιχο βαθμό Συνειδήσεως». Έτσι, ο άνθρωπος αγαπώντας υψώνεται σε Συνείδηση και υψούμενος σε Συνείδηση δημιουργεί την Προσωπικότητά του.
ΣΤ. Η Θεία Ακτίνα
Στο σημείο τούτο είναι καλό να σταθούμε λίγο στην σχέση που υφίσταται μεταξύ αφ' ενός της Θείας Ιδέας και αφ' ετέρου του ανθρώπου.
Η Θεία Ιδέα έχει ως Πηγή το Αίτιο εκ του οποίου απορρέει: δηλαδή τον Θεό. Εκφράζεται, εκδιπλώνεται και καταλήγει σε ένα αποτέλεσμα: το δημιούργημα «άνθρωπος».
Εάν θέλαμε να απεικονίσουμε σχηματικώς την εκδίπλωση της Ιδέας, θα συνδέαμε με μία ευθεία γραμμή τα δύο σημεία: την Πηγή και την κατάληξη. Η εν λόγω ευθεία -- δεδομένου ότι δεν πρόκειται περί υλικής γραμμής -- νοείται ως πνευματική ακτινοβολία: πρόκειται λοιπόν για μία Θεία Ακτίνα.
Αναφορικά λοιπόν προς την Θεία Ιδέα έχουμε τα εξής:
Πηγή της, ο Θεός·
Εκδίπλωσή της, η Θεία Ακτίνα·
Κατάληξή της, ο Άνθρωπος.
Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι ο άνθρωπος δεν είναι η Θεία Ακτίνα, αλλά το άκρο της ή η κατάληξή της. Βεβαίως, άκρο και Ακτίνα δεν διαχωρίζονται, αλλά ούτε και ταυτίζονται.
Ας θεωρήσει ο αναγνώστης ως αναλογικό παράδειγμα μίαν ακτίνα φωτός, η οποία προσπίπτει πάνω σε μία επιφάνεια, όπου σχηματίζει φωτεινό ίχνος. Το ίχνος αυτό -- η κατάληξη της φωτεινής ακτίνας -- είναι μεν αρρήκτως συνδεδεμένο με την φωτεινή ακτίνα, αλλ' εν τούτοις δεν μπορεί να ταυτισθή μαζύ της. Είναι κάτι το διακεκριμένο, του οποίου η εμφάνιση εξαρτάται και από την φύση της επιφανείας επί της οποίας εμφανίζεται.
Σ'αυτή την έλλειψη ταυτίσεως -- σ' αυτή την ετερότητα -- Ακτίνας και καταλήξεώς της ανευρίσκεται όλη η φύση του ανθρώπου αλλά και η δυσκολία του έργου του.
Ζ. Η Ελευθερία και η Έλλειψη Συνειδήσεως στον Άνθρωπο
Τί είναι λοιπόν αυτό το «άλλο», που συνδέεται με την Θεία Ακτίνα αλλά ταυτοχρόνως διακρίνεται από αυτήν;
Είναι ένα δημιούργημα με δύο χαρακτηριστικά:
την ελευθερία· και
την έλλειψη συνειδήσεως.
Η ελευθερία, όπως προαναφέραμε, ανευρίσκεται στην ετερότητα που υφίσταται μεταξύ της Θείας Ακτίνας και της καταλήξεώς της. Αφού ο άνθρωπος είναι κάτι άλλο από την Ακτίνα, είναι αδέσμευτος και ελεύθερος -- διατηρεί την δυνατότητα είτε να συντονίζεται προς αυτήν και να εκφράζεται εντός του πλαισίου της Ιδέας την οποία φέρει εν εαυτώ, είτε να την αρνείται, αρνούμενος όμως έτσι την εσώτερη φύση του, εν τέλει τον ίδιο του τον εαυτό.
Ο Θεός θέλει να αποκαταστήσει την Τάξη, η οποία διεταράχθη λόγω της εωσφορικής πτώσεως. Καθώς ο Θεός είναι Παντοδύναμος, μία άμεση επέμβασή Του θα μπορούσε πάραυτα να αποκαταστήσει την Τάξη, καταργώντας ακαριαία την σχέση της εωσφορικής εναντιώσεως με το Πνεύμα. Κάτι τέτοιο όμως θα ήταν πράξη εξαναγκασμού και έξω από την Θεία Φύση της Ελευθερίας.
Γι'αυτόν τον λόγο συνέλαβε ο Θεός την Ιδέα της δημιουργίας ενός όντος, το οποίο θα μπορεί να είναι ελεύθερο -- να μην κυριαρχείται δηλαδή υποχρεωτικώς ούτε από τον Θεό, ούτε από τον αντίπαλο -- και συγχρόνως να μην είναι συνειδητό, ούτως ώστε να μη θίγεται η ελευθερία του αντιπάλου.
Το όν αυτό, μέσα στην ασυνειδησία του, θα πρέπει να επιλέξει μόνο του, ελεύθερο, την οδό του, αποκτώντας -- εάν θέλει -- συνείδηση της Θείας Ιδέας του και κατ' επέκτασιν του εντός του εαυτού του Θεού. Κατ' αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνει την αποδέσμευση του πνεύματός του από την εναντίωση και υπηρετεί το Σχέδιο της Επανόδου, δηλαδή την αποκατάσταση της διαταραχθείσης Τάξεως.
Η. Ο Εσωτερικός Εαυτός του Ανθρώπου
Από όσα αναφέραμε μέχρι στιγμής συνάγεται ότι ο άνθρωπος έχει -- τρόπον τινά -- δύο εαυτούς:
έναν βαθύτερο, θείο εαυτό (την Θεία Ακτίνα), στον οποίον οφείλει την ύπαρξή του και ο οποίος προσδιορίζει την ανόμοια φύση του και τις ιδιαίτερες προδιαγραφές του όντος του· και
έναν καθημερινό, περιστασιακο εαυτό (την απόληξη της Θείας Ακτίνας), ελεύθερο και χωρίς συνείδηση, ο οποίος μπορεί να αποφασίσει να εκφράζεται εντός ή εκτός του αληθινού πλαισίου του όντος του, αναλόγως προς την εμπειρία, τις περιστάσεις και την διαμόρφωση της αντιλήψεώς του ? εν τέλει αναλόγως προς την παγίδευσή του ή όχι από το κακό.
Εάν ο άνθρωπος παγιδευθή από το κακό και εκδηλωθή εκτός των πλαισίων του όντος του -- είτε υπερβάλλοντας είτε μειώνοντας τις πραγματικές του ικανότητες -- τότε αρνείται τον θείο εαυτό του, υποδουλώνεται στο κακό και κυριαρχείται από τον αντίπαλο. Κι αν αυτή η κατάσταση παγιωθή και φθάσει ο άνθρωπος στην στιγμή της αποχωρήσεώς του από τον υλικό κόσμο, όταν η Θεία Ακτίνα αναδιπλωθή στην Πηγή της δεν θα είναι δυνατόν να λάβει μαζύ της καταστάσεις εκτός της φύσεώς της: ο συγκεκριμένος άνθρωπος θα καταλήξει στην ανυπαρξία, στον θάνατο.
Γι' αυτό λοιπόν ο άνθρωπος έχει ως πρώτιστο καθήκον να αποτινάξει την υποδούλωσή του στην πλάνη και στο σφάλμα και να ανεύρει τον θείο εαυτό του. Κατ' αυτόν τον τρόπο θα μπορέσει αφ' ενός να συνδεθή με αυτόν, αφ' ετέρου να αναδιπλωθή επί της νοητής γραμμής της Ακτίνας και να επανεύρει την Πηγή του, αποδεσμεύοντας συγχρόνως το πνεύμα του από τον κόσμο της πτώσεως και εκπληρώνοντας έτσι την αποστολή του.
Θ. Σύνδεση με τον Θεό και Ύψωση προς τον Θεό
Δύο λοιπόν πράγματα οφείλει να επιτύχει ο άνθρωπος:
να συνδεθή με τον Θείο Εαυτό του (την Θεία Ακτίνα)· και
να ανέλθει δια του Θείου Εαυτού του προς τον Θεό.
Την σύνδεση με την Θεία Ακτίνα πραγματοποιεί η Αγάπη· την αναδίπλωση στην Πηγή μας, μέσω της Θείας Ακτίνας την οποία εκφράζουμε, παρέχει η συνεχώς υψουμένη συνείδησίς μας, η ολοένα αυξανόμενη αντίληψη της Αληθείας.
Υψώνεται ο άνθρωπος προς την Πηγή του, ακολουθώντας την νοητή γραμμή της Θείας Ακτίνας, όταν αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη αντίληψη της Ιδέας την οποίαν εκφράζει, όταν αποκτά αντίληψη του Θεού και επανέρχεται εν Πνεύματι στην Πηγή απ' όπου απέρρευσε. Έτσι ο άνθρωπος φεύγει από την κατάσταση της ατομικότητας· ενωμένος με την Θεία Ακτίνα εισχωρεί συνειδησιακώς στην κατάσταση του συνολικού Ενός, της Μονάδος.
Ι. Ελάττωμα και Σφάλμα
Στο Θεώρημα γίνεται διάκριση μεταξύ ελαττώματος και σφάλματος.
Η ελαττωματικότητα είναι κατάσταση την οποία βιώνει ο άνθρωπος.
Το ελάττωμα είναι ο τρόπος εκδηλώσεως της ελαττωματικότητας και -- στα πλαίσια του παρόντος Θεωρήματος -- ο τρόπος βιώσεως του ανθρώπου εκτός των πλαισίων του εαυτού του. Τα σφάλματα είναι οι εκάστοτε ελαττωματικές εκφράσεις.
ΙΑ. Η Ζωή στον Άνθρωπο
Το πρώτο Θεώρημα μάς αποκάλυψε ότι ο άνθρωπος είναι όν υπό αίρεσιν και ότι στον ίδιον επαφίεται το να ταυτισθή με την Ζωή ή να καταλήξει στον θάνατο.
Το όγδοο τούτο Θεώρημα μάς δίδει την έννοια - κλειδί της ετερότητας μεταξύ της Θείας Ακτίνας και της απολήξεώς της (του ανθρώπου). Η Θεία Ακτίνα ζη· ο άνθρωπος, ως κάτι άλλο από την Ζωή, δεν ζη· αλλ' εν τούτοις έχει την δυνατότητα να ζήσει, εάν το θελήσει.
Συνεπώς ο άνθρωπος δεν ζη -- φέρει εντός του την ζωή. Η Θεία Ακτίνα είναι που του παρέχει την δυνατότητα να ζήσει. Αυτό που εμείς αισθανόμαστε ως ζωή είναι η εν ημίν παρουσία της Ζωής, (δηλαδή του Θεού), που μάς έχει παρασχεθή ούτως ώστε να μπορέσουμε να γίνουμε οι ίδιοι Ζωή (δηλαδή να καταλήξουμε στην Θέωση).
Εκφραζόμενος ο άνθρωπος στα πλαίσια του αληθινού του εαυτού,
αφ' ενός εκφράζει στον υλικό κόσμο την Θεία Ιδέα που τον εμψυχώνει και δημιουργεί την Προσωπικότητά του, προάγοντας ταυτοχρόνως το Θείο Έργο της Αποκαταστάσεως· και
αφ' ετέρου συνδέεται με τον εσώτερό του εαυτό (την Ζώσα Θεία Ακτίνα) και καταλήγει να ζήσει ο ίδιος ως όν αθάνατο.
Παράρτημα
Μία υψηλότερη θεώρηση του 8ου Θεωρήματος:
Το Είναι και το Φαίνεσθαι
Ο άνθρωπος είναι πνευματικό δημιούργημα αλλά ευρίσκεται εντός του κόσμου της πτώσεως. Τούτο το «αλλά» δίδει μίαν άλλη, νέα διάσταση, απαραίτητη για την κατανόηση της φύσεως του ανθρώπου.
Ως δημιούργημα του Θεού, ο άνθρωπος υπάρχει ένεκα της δράσεως της Θείας Ακτίνας, στην οποίαν οφείλει την ύπαρξή του, αλλά και την ιδιαίτερη ταυτότητά του. Ο άνθρωπος Είναι ό,τι έχει καθορίσει η Θεία Ακτίνα· Είναι ό,τι υπαγορεύει η Θεία Ιδέα.
Η νέα διάσταση για την οποία μιλήσαμε θέτει τον άνθρωπο εντός του εξωτερικού κόσμου, που είναι κόσμος ατομικότητας και διαιρέσεως, κόσμος εκτός της Μονάδος. Εκεί ο άνθρωπος δεν Είναι αλλά Φαίνεται.
Το Είναι αφορά στην σχέση του ανθρώπου προς τον εσώτερον εαυτό του, την Δημιουργο Πηγή του. Εσωτερικώς, ο άνθρωπος Είναι.Το Φαίνεσθαι αφορά στην εξωτερικότητα. Εξωτερικώς, ο άνθρωπος Φαίνεται.
Ο άνθρωπος όμως ταυτοχρόνως τελεί υπό έλλειψη συνειδήσεως. Γεννάται χωρίς συνείδηση και είναι ελεύθερος να αποφασίζει για την τύχη του. Αλλά δεν γνωρίζει το Είναι του, δεν έχει δηλαδή αντίληψη του βαθυτέρου εαυτού του και δρά εκτός του εαυτού του, σε περιβάλλον που δεν είναι ο εαυτός του.
Αφ' ενός Είναι θείο δημιούργημα, αφ' ετέρου ευρίσκεται και Φαίνεται στον εξωτερικό κόσμο. Δεν έχει όμως αντίληψη ούτε του τί Είναι, ούτε του τί πρέπει να κάνει, ούτε του πώς πρέπει να φανή.
Κι εδώ αρχίζει η ζωή του κόσμου. Ο παράγων του κακού εκμεταλλεύεται την έλλειψη συνειδήσεως του ανθρώπου ως προς τον εαυτό του και τον οδηγεί σε εξωτερικές ενασχολήσεις κατά τις οποίες ο άνθρωπος -- μη γνωρίζοντας τον εαυτό του -- δεν εκφράζει εκείνο που Είναι, αλλά Φαίνεται ό,τι δεν είναι.
Στην περίπτωση αυτή το Είναι και το Φαίνεσθαι του ανθρώπου ευρίσκονται εν διαστάσει. Εάν όμως αυτός, υπό το φως της Αληθείας που αποκαλύπτεται από τον Θεό στην Ανθρωπότητα, αρχίσει ν' αποκτά αντίληψη του βαθυτέρου εαυτού του (του Είναι του), τότε η δραστηριότητά του στον εξωτερικό κόσμο βαθμιαίως θα απηχεί την αντίληψη του Είναι του. Το Φαίνεσθαι θα αρχίσει να προσαρμόζεται προς το Είναι.
Με άλλα λόγια η διαφορά μεταξύ του ασυνειδήτου ανθρώπου κι εκείνου ο οποίος έχει αντίληψη του εσωτερικού εαυτού του, έγκειται στο Φαίνεσθαι, στο πώς ο άνθρωπος εμφανίζεται στον κόσμο της εξωτερικότητας, κι όχι στο Είναι, αφού το Είναι είναι αυτό που είναι, αμετάβλητο.
Η απόκτηση αντιλήψεως του εσωτερικού εαυτού του γίνεται βαθμιαίως, στην διάσταση του χρόνου, υπό πολλές προϋποθέσεις· βαθμιαίως λοιπόν δημιουργείται ένας «άξων» που συνδέει και συντονίζει το Φαίνεσθαι προς το Είναι. Κι όσο ο εν λόγω άξων ισχυροποιείται, τόσο αποσαφηνίζεται η σχέση ανθρώπου και Δημιουργού και τόσο περισσότερο ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται πώς και πόσο θα Φαίνεται στο πλαίσιο που απηχεί το Είναι του.
Επομένως ο άνθρωπος ζη δύο ζωές:
μίαν εσωτερική, κατά την οποία καλλιεργεί ολοένα και περισσότερο την σχέση του με τον Δημιουργό· και
μίαν εξωτερική, καθώς διαρκώς και περισσότερο μεριμνά ώστε να Φαίνεται καλύτερα το Είναι του στον εξωτερικό κόσμο.
Αυτή η συνεχής και βαθμιαία αλλαγή ομοιάζει με πλάστιγγα, της οποίας ο ένας δίσκος αναφέρεται στην εσωτερική ζωή του ανθρωπίνου όντος, η δε άλλη, στην εξωτερική του δράση. Αυτή η πλάστιγγα κινείται. Αρχικώς και μέχρις ορισμένου σημείου, το βάρος πέφτει στο Φαίνεσθαι, όπου αυτό δεν εκπροσωπεί το Είναι.
Από κάποιαν στιγμή και έπειτα, καθώς ο άνθρωπος στρέφεται προς τα έσω για να ανεύρει τον εσωτερικόν εαυτό του, το Φαίνεσθαι αρχίζει ν' αντισταθμίζεται από το Είναι. Σιγά - σιγά η πλάστιγγα αλλάζει κατάσταση. Η εσωτερική ζωή αρχίζει να βαρύνει όλο και περισσότερο.
Κάποια στιγμή -- κι αυτό είναι ένα σημείο που έχει αντίκτυπο και στους άλλους Κόσμους -- η πλάστιγγα θα ισορροπήσει και κατόπιν θα αρχίσει η ανάστροφη κίνηση των δίσκων. Θα βαρύνει τότε η εσωτερική ζωή, η αντίληψη του Είναι, περισσότερο από το επιπόλαιο Φαίνεσθαι.
Όποιος ξεπεράσει το μοιραίο τούτο σημείο καμπής, έχει υπερβή το αντίστοιχο σημείο καμπής στο αιθερικό επίπεδο και δεν κινδυνεύει πλέον από τον δεύτερο θάνατο, διότι έχει ενσυνειδήτως θέσει τον εαυτό του υπό την θεία βοήθεια, που είναι ισχυρότερη από την εναντίωση του κακού.