ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
Το έργο του Νίκου Καζαντζάκη αν έχει σημειώσει τόσο ευρεία διάδοση, αν έχει βρει τόσο βαθιά απήχηση στις ψυχές ανθρώπων διαφόρων εθνικοτήτων και ανόμοιων πολιτικών και θρησκευτικών πεποιθήσεων, αν επιβλήθηκε και καταξιώθηκε στα χρόνια μας, αν απέκτησε παγκόσμια φήμη και κέρδισε μεγάλες πιθανότητες να παραμείνει κλασικό στη ροή των αιώνων, ένα έργο δηλαδή πάντα επίκαιρο, αυτό ίσως οφείλεται περισσότερο στο στέρεο φιλοσοφικό του υπόβαθρο και λιγότερο στην απλή και περίτεχνη λογοτεχνική του μορφή και πλοκή που κρατά πάντα σταθερά ζωηρό το ενδιαφέρον του αναγνώστη.
Ο Καζαντζάκης είναι ίσως μοναδικό φαινόμενο εργατικότητας στα ελληνικά γράμματα και από τα παραγωγικότερα πνεύματα σε παγκόσμιο επίπεδο. Η Οδύσσειά του είναι το μεγαλύτερο έπος της λευκής φυλής. Σ’ αυτήν αναπτύσσονται ιδέες που υπάρχουν συμπυκνωμένες στην Ασκητική του και που είναι διάχυτες σ’ όλα του τα έργα. Η Αναφορά στον Γκρέκο αποτελεί κι αυτή μια συνοπτική έκθεση των αντιλήψεων του γύρω από τον κόσμο και τη ζωή.Μελέτησε και αντιμετώπισε κριτικά τα παγκόσμια ιδεολογικά ρεύματα, στα οποία βρήκε τις αφετηρίες και κατευθυντήριες γραμμές του στοχασμού του. Στο έργο του όμως διακρίνεται έντονα η προσωπική του σφραγίδα. Αυτά που εμελέτησε ήταν κυρίως έργα φιλοσόφων και λογοτεχνών, από τους οποίους επηρεάστηκε η σκέψη του. Καθοριστικό παράγοντα βέβαια για τη διαμόρφωση της πνευματικής του φυσιογνωμίας έπαιξε ο δάσκαλος του Bergson, καθηγητής της φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού.
Η φιλοσοφία του είναι μια φιλοσοφία της ζωής, που ο Καζαντζάκης αναχώνεψε κι εσκόρπισε στα έργα του. Σημαντικό επίσης ρόλο στη διαμόρφωση του έργου του έπαιξαν ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης, ο Νίτσε, ο Τζέιμς, ο Λένιν, ο Χριστός, ο Βούδας, ο Όμηρος, ο Τολστόι, ο Ντοστογιέφσκι, ο Δάντης κ.α. Ο Τολστόι και ο Ντοστογιέφσκι ήταν οι δυο «Ρούσοι δράκοι που τον είχαν αρπάξει στα μυθικά χρόνια της νιότης του». Το 1915 σημειώνει στο ημερολόγιο του ότι έπρεπε να αρχίσει από εκεί που κατάληξε ο Τολστόι.Η ορμητική σκέψη του, η χειμαρρώδης γλώσσα, η απαράμιλλη εκφραστική ικανότητα, η δημιουργική φαντασία, η βαθιά αίσθηση της πραγματικότητας και προπάντων η λογική τεκμηρίωση των απόψεών του τον ανέδειξαν δικαιολογημένα σ’ ένα από τα λαμπρότερα και καθολικότερα πνεύματα όλων των εποχών.
Κύριο θέμα του Καζαντζάκη είναι η εξέταση του τρόπου του βίου, δηλαδή το πως βιωτέον του Σωκράτη, αναπτύσσει δηλαδή μια βιοθεωρία, η οποία όμως εντάσσεται στην κοσμοθεωρία του και αποτελεί μέρος της. Η βιοθεωρία εξαρτάται από την κοσμοθεωρία του, διότι από την αντίληψη που διαμορφώνει κανείς για τον κόσμο γενικά και τις αξίες του, επηρεάζεται η θεώρηση της ζωής, στο βαθμό βέβαια που βιοθεωρία και κοσμοθεωρία δεν ταυτίζονται. Τα χρόνια 1907 ως το 1909, που ο Καζαντζάκης βρίσκεται στο Παρίσι έχοντας ως δάσκαλο τον Μπερξόν, ήταν τα αποφασιστικότερα για τη διαμόρφωση της κοσμοθεωρίας του που παρουσιάζει στην Ασκητική, στην Οδύσσεια, στην Αναφορά στον Γκρέκο και γενικά σ’ όλα του τα έργα.
Η Ασκητική περιέχει τη σύνοψη της κοσμοθεωρίας του που ενσάρκωσε και ανάπτυξε στο νέο Οδυσσέα. Τα χρόνια εκείνα των σπουδών του στο Παρίσι έγραφε: «Θέλω να σχηματίσω μια ατομική, δική μου αντίληψη της ζωής, μια θεωρία του κόσμου και του προορισμού του ανθρώπου και σύμφωνα μ’ αυτή, συστηματικά μ’ ορισμένο σκοπό και πρόγραμμα, να γράφω –ό,τι γράφω».Αργότερα στην Αναφορά στον Γκρέκο, που ο ίδιος δεν την θεωρεί αυτοβιογραφία του, δίνει μια επιγραμματική σύνοψη της αντίληψής του για τον κόσμο και τη ζωή: «Η ζωή μου η προσωπική, για μένα μονάχα έχει κάποια, πολύ σχετική αξία, για κανέναν άλλον η μόνη αξία που της αναγνωρίζω, είναι ετούτη: ο αγώνας της ν’ ανέβει από σκαλοπάτι σε σκαλοπάτι και να φτάσει όσο πιο υψηλά μπορούσαν να την πάνε η δύναμη της και το πείσμα –στην κορυφή, που αυθαίρετα ονομάτισα Κρητική Ματιά»... «Θα βρεις λοιπόν αναγνώστη, στις σελίδες ετούτες την κόκκινη γραμμή, καμωμένη από στάλες αίμα μου, που σημαδεύει την πορεία μου ανάμεσα στους ανθρώπους, στα πάθη και στις ιδέες.
Κάθε άνθρωπος άξιος να λέγεται γιος του ανθρώπου σηκώνει το σταυρό και ανεβαίνει το Γολγοθά του. Τέσσερα στάθηκαν τ’ αποφασιστικά σκαλοπάτια στο ανηφόρισμά μου, και το καθένα φέρνει ένα ιερό όνομα: Χριστός, Βούδας, Λένιν, Οδυσσέας. Αυτή την αιματηρή πορεία μου...μάχομαι στο οδοιπορικό μου ετούτο να σημαδέψω... Αλάκερη η ψυχή μου μια κραυγή κι όλο μου το έργο, το σχόλιο στην Κραυγή αυτή».Το νόημα της ελευθερίαςΤο πρόβλημα της ελευθερίας του ανθρώπου, της αθανασίας της ψυχής και της ύπαρξης του Θεού απετέλεσαν αναμφίβολα τα βασικότερα μεταφυσικά εντρυφήματα της σκέψης του Καζαντζάκη. Αυτά αποτελούν τα τρία μεγάλα θέματα της μεταφυσικής κατά τον Kant. Ο πόθος της ελευθερίας, είναι το κυρίαρχο πάθος του ήρωα της Οδύσσειας, που είναι μια αναζήτηση και μια «εξερεύνηση του νοήματος της ελευθερίας». Ο ίδιος ο Καζαντζάκης σ’ ένα σημείο της Αναφοράς του, που κατά τον Πρεβελάκη περιέχει τη σύνοψη της κοσμοθεωρίας του, θέτει σε πρώτη γραμμή τον αγώνα για τη λευτεριά. Λέγει: «Ένας αγωνιζόμενος ανηφορίζει από την ύλη στα φυτά, από τα φυτά στα ζώα, από τα ζώα στους ανθρώπους και μάχεται για λευτεριά.
Σε κάθε κρίσιμη εποχή ο Αγωνιζόμενος παίρνει νέα όψη_ σήμερα η όψη του είναι ετούτη: είναι ο αρχηγός της προλετάρικης τάξης που ανεβαίνει. Φωνάζει, δίνει συνθήματα. Δικαιοσύνη, ευτυχία, λευτεριά».Ελευθερία και άνθρωπος ταυτίζονται στον Καζαντζάκη όπως και στο Γάλλο υπαρξιστή φιλόσοφο Σαρτρ, κατά τον οποίο η ανθρώπινη ελευθερία προηγείται από την ουσία του ανθρώπου, την οποία και καθιστά δυνατή. Η ελευθερία είναι αδύνατο να διακριθεί από το είναι της ανθρώπινης πραγματικότητας. Ο άνθρωπος δεν υπάρχει πρώτα και μετά γίνεται ελεύθερος, αλλά τόσο στο Σαρτρ όσο και στον Καζαντζάκη δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα στο είναι του ανθρώπου και στο να είναι ελεύθερος. Η ελευθερία στον Καζαντζάκη παίρνει διαφορές μορφές: ελευθερία είναι η απουσία φόβου και ελπίδας, είναι η αυτάρκεια, είναι η αναγωγή της ανάγκης σε βούληση και τέλος ελευθερία είναι η λύτρωση από τη λευτεριά όλες αυτές οι μορφές ελευθερίας εκφράζουν κατά βάθος το ίδιο νόημα. Απαραίτητη δηλαδή προϋπόθεση της ελευθερίας για όλες τις μορφές είναι η απουσία φόβου και ελπίδας, και κυρίως της ελπίδας, αφού αυτή είναι προϋπόθεση και αιτία του φόβου.
Αυτές οι μορφές αφορούν τη μεταφυσική και όχι την πολιτική έννοια της ελευθερίας που τον απασχόλησε εξίσου ζωηρά. Επειδή μάλιστα η πατρίδα του η Κρήτη ήταν Τουρκοκρατούμενη και ο ίδιος έζησε τις πίκρες και τις στενοχώριες της σκλαβιάς, ετοποθέτησε την ελευθερία στην πρώτη γραμμή των αξιών και της έδωσε τόση βαρύτητα, ώστε τη θεώρησε ανώτερη ακόμη και από την ευτυχία.Ελευθερία με την πολιτική έννοια εννοεί ο Καζαντζάκης την ελευθερία που έχει κάθε πολίτης να ζει σε μια ευνομούμενη πολιτεία, δηλαδή να κάνει ό,τι θέλει και μπορεί πάντα μέσα στα νομικά και ηθικά πλαίσια, δηλαδή σ’ αυτά που υπαγορεύει ο ορθός λόγος. Πιστεύει στη διακυβέρνηση της χώρας με δημοκρατικές διαδικασίες και με βάση τη λαϊκή κυριαρχία που εκφράζεται με τη «γενική θέληση» κατά το πρότυπο του Ρουσώ.
Ελεύθερος είναι αυτός που είναι αφέντης του εαυτού του κατά την έκφραση του Αριστοτέλη (Μ.τ.φ. 982 b 26).Το ότι όλες οι μορφές ελευθερίας με τη μεταφυσική έννοια του όρου ανάγονται σε μια, δηλαδή στην απουσία φόβου και ελπίδας και ότι η ελευθερία ήταν το κεντρικό φιλοσοφικό πρόβλημα και το υψηλότερο αγώνισμα της ψυχής του προκύπτει και από το ότι οι φράσεις: «Δεν ελπίζω τίποτα, δε φοβούμαι τίποτα, είμαι λεύτερος», έχουν σφραγίσει κατά τρόπο επιγραμματικό τον απλό και απέριττο τάφο του. Οι φράσεις αυτές υπάρχουν βέβαια στην Ασκητική του. Είναι οι φράσεις που ο ίδιος είχε παραγγείλει να γραφούν πάνω στον τάφο του.Το να κοιτάζει κανείς την άβυσσο χωρίς ελπίδα και χωρίς φόβο όρθιος στην άκρα του γκρεμού το αποκαλεί ο Καζαντζάκης Κρητική ματιά. Η παρομοίωση αυτή είναι εμπνευσμένη από τη «στορισμένη στους τοίχους προαιώνια πάλη του ανθρώπου και του ταύρου που σήμερα τον λέμε θεό».
Η ζωή φαίνεται στον Καζαντζάκη, όπως στον Πλάτωνα και τον Πλωτίνο, να είναι μια διαρκής ανάβαση.Όσον αφορά την πρώτη μορφή ελευθερίας: «Δεν ελπίζω τίποτα, δεν φοβούμαι τίποτα, είμαι λεύτερος», τη βρίσκουμε σχεδόν αυτολεξεί στον Κύπριο κυνικό φιλόσοφο Δημώνακτα, που ζούσε στην Αθήνα το δεύτερο αιώνα μ.Χ. Γνωστή είναι η προσπάθειά του για μια εσωτερική ανεξαρτησία. Κατά το Δημώνακτα ελεύθερος είναι αυτός που δεν ελπίζει τίποτε και δεν φοβάται τίποτε.To ίδιο πράγμα επαναλαμβάνεται επίσης σχεδόν αυτολεξεί τον αιώνα του νεοελληνικού διαφωτισμού από τον ανώνυμο συγγραφέα της Ελληνικής Νομαρχίας. Ο ανώνυμος λέγει: «Ο μεν ελεύθερος λοιπόν ούτε ελπίζει ούτε φοβάται εις ό,τι μέλει να πράξη». Ο ίδιος ορισμός υπάρχει παράλληλα και στις Ινδίες που διατυπώνεται μ’ ένα μύθο. Ο Βιργίλιος λέει ότι η μόνη ελπίδα που απομένει στον άνθρωπο είναι να μην έχει καμιά.
Η έννοια αυτή της ελευθερίας δεσπόζει στη λατινική λογοτεχνία. Υπάρχει συγκεκριμένα στη Φαίδρα του Σενέκα, στη Συνωμοσία του Κατιλίνα του Σαλλούστιου και στα Χρονικά του Τάκιτου. Η δεύτερη μορφή ελευθερίας, δηλαδή η αναγωγή της ανάγκης σε βούληση απαντά στον Έγελο, Μαρξ κ. ά. Στους δυο αυτούς φιλοσόφους ελευθερία είναι «η κατανόηση της αναγκαιότητας». Παράλληλη άποψη συναντάμε στον Πίνδαρο: «Ω ψυχή μου, μην ποθείς αθάνατη ζωή μονάχα επιδίωκε ό,τι μπορείς να κατορθώσεις».Όμοια άποψη είναι αυτή που υποστηρίζει πως ελευθερία δεν είναι δύναμη, όπως ο Ντεκάρτ: «Ελευθερία δεν είναι να μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις, αλλά να θέλεις ότι μπορείς». Αυτό έχει ως συνέπεια να περιορίζει κανείς τις επιθυμίες του σε ό,τι μπορεί, όπως δέχονται ο Σαρτρ και ο Γιάσπερς.Την τρίτη μορφή ελευθερίας, δηλαδή την ελευθερία ως αυτάρκεια τη συναντούμε στον Αριστοτέλη και γενικότερα στην αρχαία ελληνική διανόηση, όπως και στον Επίκουρο που λέγει: «Της αυταρκείας καρπούς μέγιστος ελευθερία». Η αυτάρκεια, όσο και να το κάνει κανείς βούληση του την ανάγκη, απαντά επίσης στην Ινδική φιλοσοφία.Η τέταρτη τέλος μορφή, δηλαδή η λύτρωση από την ελευθερία, απαντά στο Βούδα, όπως μαρτυρεί ο ίδιος ο Καζαντζάκης, που μυήθηκε στο Βουδισμό από το Νίτσε. Η Βουδική σκέψη επηρέασε Γερμανούς, φιλοσόφους και προπάντων τον Σοπενχάουερ και το Νίτσε.