....συνέχεια από το προηγούμενο....
Παραπομπές....
[1] Για το συγκρητισμό ως μέθοδο βλ. C. Colpe, ‘Syncretism’ στο M. Eliade (επιμ.), Encyclopedia of Religion 14 (1987), σελ. 218-27· L. H. Martin, Οι Θρησκείες της Ελληνιστικής Εποχής (μτφ. Δ. Ξυγαλατάς) (Θεσσαλονίκη, 2004), σελ. 97-100· J. Z. Smith, ‘Wisdom and apocalyptic’ στου ίδιου, Map is Not Territory: Studies in the History of Religions (Chicago- London, 1993), σελ. 67-87, ιδιαίτ. σελ. 86-7· P. Pakkanen, Interpreting Early Hellenistic Religion: A Study Based on the Mystery Cult of Demeter and the Cult of Isis (Papers and Monographs of the Finnish Institute at Athens III) (Helsinki, 1996), σελ. 85-100· Π. Παχής, Ίσις Καρποτόκος I: Οικουμένη. Προλεγόμενα στον Συγκρητισμό των Ελληνιστικών Χρόνων (Θεσσαλονίκη, 2003), σελ. 361-81
[2] Για τα γενικά χαρακτηριστικά της ελληνιστικής εποχής βλ. A. D. Nock, Conversion: The Old and the New in Religion from Alexander the Great to Augustine of Hippo (London, 1933), σελ. 99-102· H. Jonas, The Gnostic Religion: The Message of the Alien God and the Beginnings of Christianity (Boston, 21963), σελ. 3-27· L. H. Martin, Οι Θρησκείες της Ελληνιστικής Εποχής, ό.π., σελ. 85-106, 137-8· H.-J. Gehrke, Ιστορία του Ελληνιστικού Κόσμου (μτφ. Α. Χανιώτης) (Αθήνα, 22003), σελ. 110-33· Π. Παχής, ‘Η έννοια της περιπλάνησης κατά τη διάρκεια των ελληνιστικών χρόνων’, ΕΕΘΣΤΘ (νέα σειρά) 12 (2002), 273-323· του ίδιου, Ίσις Καρποτόκος, ό.π., σελ. 27-68· του ίδιου, ‘Προλεγόμενα στη μελέτη των θρησκειών της ελληνιστικής εποχής’, εισαγωγικό σημείωμα στο L. H. Martin, Οι Θρησκείες της Ελληνιστικής Εποχής, ό.π., σελ. 11-73· P. Pachis, ‘Hominibus vagis vitam: The wandering of Homo Hellenisticus in an age of transformation’ στο W. Braun- R. McCutcheon (επιμ.), Introducing Religion: Essays in Honor of Jonathan Z. Smith (London- Oakville, 2008), σελ. 388-405
[3] Βλ. L. H. Martin, Οι Θρησκείες της Ελληνιστικής Εποχής, ό.π., σελ. 118-23, 393-4· R. Turcan, The Cults of the Roman Empire (μτφ. A. Nevill) (Malden MA- Oxford, 1996), σελ. 295· H.-J. Gehrke, Ιστορία του Ελληνιστικού Κόσμου, ό.π., σελ. 117· G. Sfameni Gasparro, ‘Daimôn and tuchê in the Hellenistic religious experience’ στο P. Bilde- T. Engberg-Pedersen- L. Hannestad- J. Zahle (επιμ.), Conventional Values of the Hellenistic Greeks (SHC 8 ) (Aarhus, 1997), σελ. 81-91· Π. Παχής, Ίσις Καρποτόκος, ό.π., σελ. 317-24
[4] Μανίλιος, Astronomicon 4.74-6
[5] Το γεγονός ότι οι στωικοί δεν αποδέχτηκαν την αστρολογία, δεν οφείλεται στην απιθανότητα της πρόγνωσης, αλλά στις διαφορετικές μεθόδους που ακολουθούσαν οι αστρολόγοι για να φτάσουν στα συμπεράσματά τους. Για τη στωική φιλοσοφία και τη σχέση με τις θεωρητικές αρχές της αστρολογίας βλ. A. A. Long, ‘Astrology: Arguments pro and contra’ στο J. Barnes- J. Brunschwig- M. Burnyeat- M. Schofield (επιμ.), Science and Speculation: Studies in Hellenistic Theory and Practice (Cambridge- New York, 1982), σελ. 167-72· L. H. Martin, Οι Θρησκείες της Ελληνιστικής Εποχής, ό.π., σελ. 152-4· R. J. Hankinson, ‘Stoicism, science and divination’ στου ίδιου (επιμ.), Method, Medicine and Metaphysics: Studies in the Philosophy of Ancient Science, Apeiron 21.2 (1988), σελ. 129-31· R. W. Sharples, Στωικοί, Επικούρειοι και Σκεπτικοί: Μια Εισαγωγή στην Ελληνιστική Φιλοσοφία (μτφ. Μ. Λυπουρλή- Γ. Αβραμίδης) (Θεσσαλονίκη, 2002), σελ. 94-101, 132-8. Για την κοσμική συμπάθεια στους προκλασικούς και κλασικούς χρόνους βλ. υποσ. 38
[6] Βλ. R. J. Hankinson, ‘Stoicism, science and divination’, ό.π., σελ. 150. Για το στωϊκό πνεύμα στη φιλοσοφία και την ιατρική βλ. R. J. Hankinson, ‘Stoicism and medicine’ στο B. Inwood (επιμ.), The Cambridge Companion to the Stoics (Cambridge, 2003), σελ. 298-301
[7] Βλ. T. Barton, Ancient Astrology (London- New York, 1994), σελ. 106
[8] Βλ. L. H. Martin, ‘The anti-individualistic ideology of Hellenistic culture’, Numen 41.2 (1994), 121
[9] Βλ. κυρίως το έργο του Αριστοτέλη, Περὶ οὐρανοῦ
[10] Πλούταρχος, Περὶ τοῦ ἐμφαινομένου προσώπου τῷ κύκλῳ τῆς σελήνης 943C, 944C· του ίδιου, Περὶ τοῦ Σωκράτους δαιμονίου 591A-C
[11] Σενέκας, Naturales quaestiones 1 [προοίμ.] 8: Μάρκος Αυρήλιος, Τῶν εἰς ἑαυτὸν 6.36.1· Ωριγένης, Κατὰ Κέλσου 4.85, PG 11.1160. Για την ελληνική αντίληψη περί κοσμολογίας της εποχής βλ. M. P. Nilsson, ‘The new conception of the universe in late Greek paganism’, Eranos 44 (1946), 20-4· S. Sambursky, The Physical World of Late Antiquity (London, 1962), σελ. 133-45· E. R. Dodds, Εθνικοί και Χριστιανοί σε μια Εποχή Αγωνίας: Όψεις της Θρησκευτικής Εμπειρίας από τον Μάρκο Αυρήλιο έως τον Κωνσταντίνο (μτφ. Κ. Αντύπας) (Αθήνα, 1995), σελ. 25-35· L. H. Martin, Οι Θρησκείες της Ελληνιστικής Εποχής, ό.π., σελ. 90-4· M. R. Wright, Cosmology in Antiquity (London- New York, 21996), σελ. 50-1
[12] Οι πλανητικοί δαίμονες αποτελούν υποβιβασμό των πλανητικών θεών της αρχαίας Βαβυλώνας, όχι εξαιτίας της ιδεολογικής απαξίωσης που προήλθε από την περσική κατάκτηση της Βαβυλώνας του έκτου αιώνα π.Χ., αλλά εξαιτίας της γενικότερης κοσμικής απαξίωσης των ελληνορωμαϊκών χρόνων. Βλ. M. P. Nilsson, ‘The new conception of the universe in late Greek paganism’, ό.π., 24-7· H. Jonas, The Gnostic Religion, ό.π., σελ. 260-5· E. R. Dodds, Εθνικοί και Χριστιανοί σε μια Εποχή Αγωνίας, ό.π., σελ. 35-45· L. H. Martin, Οι Θρησκείες της Ελληνιστικής Εποχής, ό.π., σελ. 347-51
[13] Πλωτίνος, ᾿Εννεάδαι 2.9.13, 16, 18· Ιουλιανός, Εἰς τὸν βασιλέα Ἥλιον πρὸς Σαλούστιον 149A. Ειδικότερα, για τον Πλωτίνο και τη στάση του απέναντι στην αστρολογία βλ. L. Thorndike, A History of Magic and Experimental Science (New York, 21929), τόμ. 1, σελ. 302-7· H. Jonas, The Gnostic Religion, ό.π., σελ. 262-4· E. R. Dodds, Εθνικοί και Χριστιανοί σε μια Εποχή Αγωνίας, ό.π., σελ. 37-9· A. A. Long, ‘Astrology: Arguments pro and contra’, ό.π., σελ. 187-8· T. Barton, Ancient Astrology, ό.π., σελ. 55
[14] Κικέρωνας, De natura deorum 1.19.50· Λουκρήτιος, De rerum natura 2.532-80· Πλούταρχος, Περὶ τῆς ᾿Αλεξάνδρου τύχης ἢ ἀρετῆς 329 ΑΒ. Βλ. R. W. Sharples, Στωικοί, Επικούρειοι και Σκεπτικοί, ό.π., σελ. 114, 206-8. Για τον κοσμοπολιτισμό των στωικών βλ. επίσης A. D. Nock, Conversion, ό.π., σελ. 171-2· P. Pakkanen, Interpreting Early Hellenistic Religion, ό.π., σελ. 121-8· Π. Παχής, Ίσις Καρποτόκος, ό.π., σελ. 36-8, ιδιαίτ. υποσ. 30
[15] Η λύτρωση συνίσταται στην ουράνια άνοδο, την οποία ο Jonathan Z. Smith (‘The influence of symbols upon social change: A place on which to stand’ στου ίδιου, Map is Not Territory, ό.π., σελ. 138-40· του ίδιου, ‘Birth upside down or right side up?’ στου ίδιου, Map is Not Territory, ό.π., σελ. 161-4) ερμηνεύει ως νοητική προβολή της επιθυμίας του ατόμου για μια έξοδο από τη ‘φυλακή’ της ελληνιστικής οικουμένης. Για την άνοδο της ψυχής, την αστρολογία και τη σωτηρία βλ. F. Cumont, Astrology and Religion among the Greeks and Romans (New York, 1960), σελ. 92-110, ιδιαίτ. σελ. 108· J. Flamant, ‘Sotériologie et systèmes planétaires’ στο U. Bianchi- M. J. Vermaseren (επιμ.), La Soteriologia dei Culti Orientali nell’ Impero Romano (Atti del Colloquio Internazionale su la Soteriologia dei Culti Orientali nell’ Impero Romano, Roma, 24-8 settembre 1979) (EPRO 92) (Leiden, 1982), σελ. 223-38· I. P. Culianu, Phychanodia I: A Survey of the Evidence concerning the Ascension of the Soul and its Relevance (EPRO 99) (Leiden, 1983), ιδιαίτ. σελ. 11-2, 48-54· A. Le Boeuffle, Le Ciel des Romains (Paris, 1989), σελ. 122-5· T. Barton, Ancient Astrology, ό.π., σελ. 110-1· B. Bakhouche, L’ Astrologie à Rome (Louvain, 2002), σελ. 124-8· J. Peste, The Poimandres Group in Corpus Hermeticum: Myth, Mysticism and Gnosis in Late Antiquity (PHD diss.) (Göteborg, 2002), σελ. 101-3
[16] Για την αστρολογία ως μυστική και μυητική γνώση βλ. F. Cumont, Astrology and Religion among the Greeks and Romans, ό.π., σελ. 77-91· του ίδιου, L’ Égypte des Astrologues (Bruxelles, 1937), σελ. 151-8· A. Le Boeuffle, Le Ciel des Romains, ό.π., σελ. 116-22· R. Turcan, The Cults of the Roman Empire, ό.π., σελ. 271-4· T. Barton, Ancient Astrology, ό.π., σελ. 136-7· της ίδιας, Power and Knowledge: Astrology, Physiognomics, and Medicine under the Roman Empire (Ann Arbor, Michigan, 2002), σελ. 82-5· B. Bakhouche, L’ Astrologie à Rome, ό.π., σελ. 128-30. Για την ιατρική ως μυητική γνώση βλ. Ιπποκράτης, Νόμος 5· του ίδιου, Περὶ εὐσχημοσύνης 16, 18. Βλ. G. E. R. Lloyd, Magic, Reason, and Experience: Studies in the Origin and Development of Greek Science (Cambridge- New York, 1979), σελ. 228-9· πρβ. T. Barton, Ancient Astrology, ό.π., σελ. 136· της ίδιας, Power and Knowledge, ό.π., σελ. 137
[17] Β. Βάλης, ᾿Ανθολογίαι 5.9.9 [στο έργο του Β. Βάλη ακολουθείται η δομή από την έκδοση του D. Pingree (BT)]
[18] PGM 13.705-15· PDM 12.21-49· πρβ. Αρνόβιος, Adversus nationes 2.13
[19] Γαληνός, Περὶ κατακλίσεως προγνωστικὰ ἐκ τῆς μαθηματικῆς ἐπιστήμης 1, έκδ. C. G. Kühn (Hildesheim, 1964-5), τόμ. 19, σελ. 530
[20] Για την ιατρική αστρολογία στη Βαβυλώνα βλ. E. Reiner, Astral Magic in Babylonia (TAPhS 85/4) (Philadelphia, 1995), σελ. 34-60, 123-32· F. Rochberg-Riverside, ‘Scribes and scholars: The ţupšar Enūma Anu Enlil’ στο J. Marzahn- H. Neumann (επιμ.), Assyriologica et Semitica (festschrift für Joachim Oelsner) (Münster, 2000), σελ. 367
[21] M. Civil, ‘Medical commentaries from Nippur’, JNES 33.3 (1974), 336-8 (απόσπ. 3): Αν πονάει η σπλήνα ενός ανθρώπου, όπως λένε, στη σπλήνα = Δίας […], αν πονάει το νεφρό ενός ανθρώπου, [η ασθένεια προέρχεται από το θεό] Nergal, όπως λένε, ο πλανήτης του νεφρού είναι ο Άρης. Βλ. E. Reiner, Astral Magic in Babylonia, ό.π., σελ. 59-60· πρβ. Κλ. Πτολεμαίος, Τετράβιβλος 3.13.5 [για την αρίθμηση των χωρίων της Τετραβίβλου χρησιμοποιείται η νεότερη έκδοση του W. Hübner (BT)]
[22] Στη Μεσοποταμία των αρχών της δεύτερης χιλιετίας π.Χ. εντοπίζονται οι απαρχές της οιωνοσκοπικής αστρολογίας. Η πρωιμότερη αναφορά για την ανάγνωση οιωνών εντοπίζεται σε επιστολές από το Mari και στα ύστερα παλαιο-βαβυλωνιακά κείμενα οιωνών (1800 π.Χ.). Στη μέση βαβυλωνιακή και ασσυριακή περίοδο (1200 π.Χ.) τοποθετείται το βαβυλωνιακό έπος Enūma Anu Enlil με αναφορές σε ουράνιους οιωνούς. Τον έβδομο αιώνα π.Χ., την περίοδο του Σαργονίδη, η οιωνοσκοπική αστρολογία γνωρίζει μεγάλη ακμή, ενώ τους πρώτους γενεθλιαλογικούς οιωνούς και ωροσκόπια εντοπίζουμε την περίοδο των Αχαμενιδών, Σελευκιδών και Αρκασιδών (500-50 π.Χ.). Στην οιωνοσκοπική αστρολογία οι προγνώσεις δεν αφορούν κυρίως μεμονωμένα άτομα, όπως συμβαίνει με την ωροσκοπική αστρολογία, αλλά το βασιλιά και τη χώρα. Το πρώτο βαβυλωνιακό ωροσκόπιο χρονολογείται στις 13 Ιανουαρίου του 410 π.Χ. και το αρχαιότερο ελληνικό ωροσκόπιο στις 7 Ιουλίου του 62 π.Χ.· βρίσκεται λαξευμένο σε πέτρα στο Nemroug Dagh της Μ. Ασίας και ανήκει στον Αντίοχο Α΄ της Κομμαγηνής. Για τη βαβυλωνιακή αστρολογία, αλλά και τη σχέση της με την Ελλάδα βλ. F. Cumont, Astrology and Religion among the Greeks and Romans, ό.π., σελ. 3-41· Ο. Neugebauer, Οι Θετικές Επιστήμες στην Αρχαιότητα (μτφ. Χ. Ζερμπίνη- Ι. Αρζόγλου) (Αθήνα, 22003), σελ. 139-42, 214-5· του ίδιου, ‘The history of ancient astronomy: Problems and methods’ στου ίδιου, Astronomy and History: Selected Essays (New York, 1983), σελ. 38-42, 111-4· F. Rochberg-Halton, ‘New evidence for the history of astrology’, JNES 43.2 (1984), 115-40· της ίδιας, ‘Elements of the Babylonian contribution to Hellenistic astrology’, JAOS 108.1 (1988), 51-62· της ίδιας, ‘Babylonian horoscopy: The texts and their relations’ στο N. M. Swerdlow (επιμ.), Ancient Astronomy and Celestial Divination (Cambridge MA- London, 1999), σελ. 39-59· T. Barton, Ancient Astrology, ό.π., σελ. 10-9
[23] Ευσέβιος, Εὐαγγελικὴ προπαρακευὴ 10.11, PG 21.821
[24] Βλ. R. Turcan, The Cults of the Roman Empire, ό.π., σελ. 270· πρβ. A. Kuhrt, ‘Berossus’ Babyloniaka and Seleucid rule in Babylonia’ στο A. Kuhrt- S. Sherwin-White (επιμ.), Hellenism in the East: The Interaction of Greek and Non-Greek Civilizations from Syria to Central Asia after Alexander (Berkeley, 1987), σελ. 43-4, υποσ. 31
[25] Πρόκειται για αστερισμούς/θεότητες, γνωστούς ως bakiu, που συναντώνται για πρώτη φορά σε κείμενα και σχέδια στο εσωτερικό τοίχωμα των τάφων της Δέκατης Δυναστείας (2100 π.Χ.). Η ανατολή κάθε αστερισμού πριν ακριβώς από την ανατολή του ήλιου εκλαμβάνεται ως η τελευταία ώρα της νύχτας για μια ομάδα των δέκα ημερών. Επειδή το αιγυπτιακό έτος αποτελείται από 360 μέρες, διαταγμένες σε δώδεκα μήνες των τριάντα ημερών (με πέντε επιπλέον επαγόμενες μέρες), υπήρχαν -με βάση αυτόν το δεκαδικό διαχωρισμό- συνολικά τριάντα έξι δεκανοί. Οι ανατολές των δεκανών τη νύχτα χρησιμοποιούνται για τη διαίρεση του ημερονυχτίου σε είκοσι τέσσερις ώρες, αφού από την ανατολή του Σώθι, του επικεφαλής δεκανού/αστερισμού, μέχρι την αυγή ανέτειλαν συνολικά δώδεκα αστερισμοί. Ο συσχετισμός των δεκανών με το ζωδιακό επιτελείται την ελληνιστική εποχή, πιθανόν την ίδια εποχή που εισήχθησαν στο σύστημα τα δίσεκτα έτη. Το αρχαιότερο αιγυπτιακό ωροσκόπιο χρονολογείται το 37 π.Χ. και είναι γραμμένο στη δημώδη αιγυπτιακή γλώσσα, ενώ τα ελληνικά ωροσκόπια που έχουν βρεθεί στην Αίγυπτο χρονολογούνται από το 9 π.Χ. Για την αιγυπτιακή αστρολογία βλ. A.-J. Festugière, La Révélation d’ Hermès Trismégiste (Paris, 1944), τόμ. 1, σελ. 115-7· O. Neugebauer, Οι Θετικές Επιστήμες στην Αρχαιότητα, ό.π., σελ. 119-28· του ίδιου, ‘The Egyptian decans’ στου ίδιου, Astronomy and History, ό.π., σελ. 205-9· L. Kákosy, ‘Decans in late Egyptian religion’, Oicoumene 3 (1982), 163-91· T. Barton, Ancient Astrology, ό.π., σελ. 19-21
[26] Η ύπαρξη της ιατρικής μαγείας στην Αίγυπτο δεν αποκλείει και την ύπαρξη της ορθολογικής ιατρικής, που φαίνεται ότι δεν έφτασε μαζί με τους Πτολεμαίους αποικιστές, αλλά προϋπήρχε. Βλ. R. David, ‘Rationality versus irrationality in Egyptian medicine in the Pharaonic and Graeco-Roman periods’ στο H. F. J. Horstmanshoff – M. Stol (επιμ.), Magic and Rationality in Ancient Near Eastern and Graeco-Roman Medicine (Papers of a Conference Organized by the Netherlands Institute for Advanced Study in the Humanities and Social Sciences on 22-3 June 2001) (SAM 27) (Leiden- Boston, 2004), σελ. 142-5. Για την ιατρική μαγεία στην Αίγυπτο πρβ. PGM 7.193-214, 218-21, 260-71· PDM 14.961-5, 970-84 κ.α. Για την τάση της φαραωνικής Αιγύπτου να συσχετίζει τα μέλη του ανθρώπινου σώματος με διάφορες θεότητες βλ. W. R. Dawson, ‘Notes on Egyptian magic’, Aegyptus 11 (1931), 26-7· A. Massart, ‘A propos des "listes" dans les textes funéraires et magiques’, Analecta Biblica 12 (1959), 227-46· P. Chalioungui, ‘Early specialization in ancient Egyptian medicine and its possible relation to an archetypal image of the human organism’, MedHist 13.4 (1969), 383-6. Πρβ. το μαγικό πάπυρο PGM 4.304-21. Ο πάπυρος αυτός προβλέπει την κατασκευή μαγικού ειδωλίου με σκοπό την πρόκληση βλάβης. Η τελετουργία προϋποθέτει την καταγραφή μαγικών λέξεων θεών και δαιμόνων στα διάφορα μέλη του ειδωλίου. Βλ. F. Graf, Η Μαγεία στην Ελληνορωμαϊκή Αρχαιότητα: Πλησιάζοντας τους Θεούς και Βλάπτοντας τους Ανθρώπους (μτφ. Γ. Μυλωνόπουλος) (Ηράκλειο, 2004), σελ. 168-9· πρβ. D. Collins, Magic in the Ancient Greek World (Malden MA- Oxford, 2008), σελ.84-8, 101-3. Ο Φιλόδημος (110-40 π.Χ.) στο έργο του Περὶ ποιημάτων (απόσπ. 2, στ. 2.11-4) αναφέρεται στην αναλογική αντιστοιχία της Δήμητρας με το συκώτι, του Διονύσου με τη σπλήνα και του Απόλλωνα με τη χολή. Ένα ενδιαφέρον παράλληλο παρουσιάζεται στο Απόκρυφο ευαγγέλιο του Ιωάννη (2.1.15-7, έκδ. Σ. Αγουρίδης [επιμ.], Χριστιανικός Γνωστικισμός: Τα Κοπτικά Κείμενα του Nag Hammadi στην Αίγυπτο [Αθήνα, 22004], σελ. 71-2), όπου καταγράφεται ότι για τη δημιουργία του ανθρώπινου σώματος συνέβαλαν θεϊκές οντότητες, κάθε μία από τις οποίες σχετίζεται και με συγκεκριμένο μέλος του σώματος.
[27] Όμηρος, ᾿Ιλιὰς Χ 30-1. Ο αστερισμός του Σείριου θεωρείτο επιβλαβής για τους ανθρώπους, λόγω των ‘καυστικών’ του απορροών. Ο Ησίοδος (῎Εργα καὶ ἡμέραι 587) αναφέρει ότι ο Σείριος καίει το κεφάλι και τα γόνατα των ανθρώπων και ο Κόιντος Σμυρναίος (Τὰ μέθ’ ῞Ομηρον 8.31), τον τέταρτο αιώνα μ.Χ., αναφέρει ότι ο Σείριος είναι αίτιος θλιβερών νόσων.
[28] Ιπποκράτης, Περὶ ἀέρων, ὑδάτων, τόπων 2: οὐκ ἐλάχιστον μέρος ξυμβάλλεται ἀστρονομίη ἐς ἰητρικὴν, ἀλλὰ πάνυ πλεῖστον.
[29] Ό.π., 11.2· του ίδιου, Περὶ ἑβδομάδων 23
[30] Γέμινος, Φιλοκαλία, απόσπ. 1, έκδ. J. Evans- J. L. Berggren, Geminos’s Introduction to the Phenomena: A Translation and Study of a Hellenistic Survey of Astronomy (Princeton, New Jersey, 2006), σελ. 246
[31] Γαληνός, Περὶ κατακλίσεως 1, έκδ. C. G. Kühn, ό.π., τόμ. 19, σελ. 529-30: ὅτι καὶ αὐτοὶ οἱ ἰατροὶ διὰ τὸ περὶ πλείστου ποιεῖσθαι τὸ προορατικὸν μέρος τῆς αὑτῶν τέχνης, τοῦτο τῇ μαθηματικῇ ἐπιστήμῃ ἀπένειμαν, καὶ εἰ μὴ πάντες, κατά γε τὸ πλεῖστον. ῾Ιπποκράτης […] ἀνὰ σκότος γὰρ ἔφη τὴν γνώμην πλανᾶσθαι τῶν τῇ φυσιογνωμίᾳ μὴ χρησαμένων. τὸ δὲ φυσιογνωμονικὸν μέρος τῆς ἀστρολογίας ἐστὶ μέγιστον μόριον.
[32] Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Γαληνός στο έργο του ῞Οτι ταῖς τοῦ σώματος κράσεσι αἱ τῆς ψυχῆς δυνάμεις ἕπονται, στο οποίο φαίνεται να επηρεάζεται όχι μόνο από τον Ιπποκράτη, αλλά και από το έργο Περὶ ζῷων του Αριστοτέλη, συσχετίζει με έμμεσο τρόπο την ιατρική και τη φυσιογνωμική, χρησιμοποιώντας τη θεωρία των χυμών του σώματος. Για τη φυσιογνωμική και την ιατρική βλ. T. Barton, Ancient Astrology, ό.π., σελ. 185· της ίδιας, Power and Knowledge, ό.π., σελ. 97-9· M. Popović, Reading the Human Body: Physiognomics and Astrology in the Dead Sea Scrolls and Hellenistic-Early Roman Period Judaism (PHD diss.) (Groningen, 2006), σελ. 90-1, 93-5· G. Boys-Stones, ‘Physiognomy and ancient psychological theory’ στο S. Swain κ. άλ. (επιμ.), Seeing the Face, Seeing the Soul: Polemon's Physiognomy from Classical Antiquity to Medieval Islam (Oxford- New York, 2007), σελ. 94-110
[33] Ιπποκράτης, Περὶ διαίτης 4.89, πρβ. 3.68. Για τη σχέση αυτήν των άστρων με το περιβάλλον στον Ιπποκράτη βλ. J. Jouanna, Hippocrates (μτφ. M. B. DeBevoise) (Baltimore- London, 1999), σελ. 215-6
[34] Ιπποκράτης, Περὶ φύσεως ἀνθρώπου 7. Πρβ. G. E. R. Lloyd, Polarity and Analogy: Two Types of Argumentation in Early Greek Thought (Cambridge, 1966), σελ. 74-5
[35] Ιπποκράτης, Περὶ διαίτ.1.2
[36] Ό.π., 1.10
[37] Ιπποκράτης, Περὶ ἑβδομ. 6.1. Βλ. M. L. West, ‘The cosmology of ‘Hippocrates’, De Hebdomadibus’, CQ (new series) 21.2 (1971), 369-70, 377-9· G. E. R. Lloyd, Polarity and Analogy, ό.π., σελ. 252-3· M. R. Wright, Cosmology in Antiquity, ό.π., σελ. 65-6. Βλ. και A. Momigliano, Ξένη Σοφία: Τα Όρια του Εξελληνισμού στην Αρχαιότητα (μτφ. Α. Κατσιβελάκη) (Αθήνα, 1998), σελ. 200-1. Η πεποίθηση ότι οι θεοί αποτελούνται από τα στοιχεία του φυσικού κόσμου με τον ίδιο τρόπο που το σώμα αναλογεί σε αυτά εντοπίζεται σε διάφορα κείμενα της ελληνορωμαϊκής εποχής. Βλ. ᾿Ορφικοὶ ὕμνοι 66.6-7 και το ορφικό απόσπ. 168.10-30 Kern· Μακρόβιος, Saturnalia 1.20.17· PGM 12.243, 13.771-3, 21.6-7. Βλ. επίσης M. L. West, The Orphic Poems (Oxford, 1983), σελ. 239-41
[38] Οι κοσμογονικοί μύθοι της Βαβυλώνας, αρχικά, και οι μύθοι της Αιγύπτου και της Ελλάδας στη συνέχεια έθεσαν τις βάσεις για τη θεωρία της κοσμικής συμπάθειας με την αναζήτηση μιας κοινής υλικής αρχής για ολόκληρο το σύμπαν. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Δημόκριτος (απόσπ. 34 Diels- Kranz), ήδη από τον πέμπτο αιώνα π.Χ., είχε χαρακτηρίσει τον άνθρωπο ως μικρὸν κόσμον. Για τη σχέση μακρόκοσμου-μικρόκοσμου στη Βαβυλώνα, Αίγυπτο και Ελλάδα βλ. G. E. R. Lloyd, Polarity and Analogy, ό.π., σελ. 210-303· M. R. Wright, Cosmology in Antiquity, ό.π., σελ. 56-74
[39] Πρόκειται για μια λατινική αναθεωρημένη εκδοχή του Περὶ κατακλίσεως του ψευδο-Γαληνού. Βλ. L. Thorndike, ‘The three Latin translations of the pseudo-Hippocratic tract on astrological medicine’, Janus 49 (1960), 104-29· P. Kibre, ‘Astronomia or Astrologia Ypocratis’ στο E. Hilfstein κ. άλ. (επιμ.), Science and History: Essays in Honor of Edward Rosen (Wroelow, 1978), σελ. 133-56
[40] Αμμιανός Μαρκελλίνος, Res gestae 22.16.17-22