TAΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΣΟΥΦΙ ΚΑΙ ΤΟΥ ΙΣΛΑΜ ΓΕΝΙΚΟΤΕΡΑ
Μοναστικά τάγματα του Ισλάμ
Τα μουσουλμανικά μοναστικά τάγματα, μέσα από τα οποία εκφράσθηκε η σουφική παράδοση, ονομάσθηκαν «τορίκα». Τα μέλη τους ζούσαν σε κοινόβια, που ονομάζονταν τεκέδες και διέπονταν από αυστηρούς κανόνες: σωματική άσκηση, νηστεία, υπακοή, φιλανθρωπία.
Τα πιο γνωστά μοναστικά τάγματα (τα περισσότερα σιιτικά), είναι τα ακόλουθα:
Μελαμήδες (τάγμα των μελαμί)
Ιδρυτής του τάγματος αυτού είναι ο Χαμσούν ελ Κασάρ. Πήρε το όνομά του από την αραβική λέξη «μελαμί», που σημαίνει γενικά έλεγχος και κατ’ επέκταση έλεγχος συνείδησης. Ο ιδρυτής του υπήρξε από τους μεγαλύτερους σούφι δασκάλους. Ανέπτυξε δραστηριότητα στην πόλη Νισαμπούρ της Περσίας, όπου και πέθανε το 885 μ.Χ.
Οι μελαμήδες χρησιμοποιούν τη μουσική στη λατρεία τους και όλη η ζωή τους είναι αφιερωμένη σε φιλανθρωπίες.
Καλεντερήδες (τάγμα των καλεντέρ)
Το τάγμα αυτό πήρε το όνομά του από τον ιδρυτή του, Καλεντέρ. Οι οπαδοί του τάγματος, που ονομάζονταν και οπταλήδες, ξύριζαν το κεφάλι τους και αφιέρωναν τη ζωή τους σε προσευχές και νηστείες. Το τάγμα ιδρύθηκε τον 11ο αιώνα και ανέπτυξε δράση σε διάφορες περιοχές (Ιράκ, Περσία, Συρία, Αίγυπτο, Κεντρική Ασία και Ινδία).
Μπεκτασήδες (τάγμα των μπεκτασί)
undefinedΑπό τα πλέον σημαντικά μοναστικά τάγματα του Ισλάμ είναι το τάγμα των μπεκτασήδων. Πήρε το όνομά του από τον ιδρυτή του, Σεγίτ Μουχαμέτ Μπεκτάς. Πρόκειται για σιιτικό τάγμα, καθώς οι οπαδοί του παραδέχονται τον γαμπρό του Μωάμεθ Αλή, ως διάδοχο του Προφήτη.
Ο Μπεκτάς γεννήθηκε το 1247 στη Νισαμπούρ και το 1281 μετέβη στη Μικρά Ασία. Το τάγμα ανέπτυξε μεγάλη δράση εκεί. Ο δεύτερος Οθωμανός σουλτάνος, Ορχάν, επισκέφθηκε τον τεκέ του τάγματος και ευλογήθηκε, από τον χατζή Μπεκτάς. Με το γεγονός αυτό εγκαινίαζε μια μακρά παράδοση, σύμφωνα με την οποία οι μπεκτασήδες δερβίσηδες ήταν υπό την προστασία του εκάστοτε Οθωμανού σουλτάνου. Είναι επίσης γνωστές οι σχέσεις του Τάγματος με τον αυτοκρατορικό στρατό των γενιτσάρων, τον οποίο ουσιαστικά είχαν αναλάβει πλήρως υπό την καθοδήγησή τους από το 1590 έως το 1826, οπότε το σώμα διαλύθηκε από τον σουλτάνο Μαχμούτ Β’. Στους στρατώνες των γενιτσάρων διέμενε μόνιμα σεΐχης (αρχηγός) των μπεκτασήδων, ενώ στους περισσότερους υπήρχε μπεκτασικό μοναστήρι (τεκές). Χαρακτηριστικός είναι ο ύμνος, που έψαλλαν οι γενίτσαροι στις δημόσιες τελετές και όταν τους διενέμετο ο μισθός:
«...Η κεφαλή μας ακάλυπτος. Το στήθος μας γυμνόν. Το ξίφος μας κόκκινο σαν αίμα. Το σπαθί μας ζημιά εις τον εχθρόν. Η λατρεία μας εις τον σουλτάνον γνωστή. Μέχρι της συντελείας των αληθώς εναρέτων διά του φωτός του Προφήτου, διά της Χάριτος του Αλή και του πάτρωνός μας Άνακτος Αυτοκράτορος Μπεκτάς Βελή, ας κραυγάσωμεν όλοι Χου (Αυτός)...!».
Ο μπεκτασισμός αναπτύχθηκε ιδιαιτέρως στην Αλβανία. Ένα μεγάλο μέρος των Τόσκηδων, που εξισλαμίσθηκαν, ακολούθησε το δόγμα των σιιτών, επηρεασμένο από την προπαγάνδα των μπεκτασικών μοναστικών ταγμάτων. Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι σε πολλούς μπεκτασικούς τεκέδες της περιοχής γιορταζόταν παράλληλα και η μνήμη χριστιανών αγίων. Μεγάλη υποστήριξη στα μπεκτασικά τάγματα προσέφεραν ο Αλή Πασάς Τεπελενλής, καθώς και ο Ομέρ Βρυώνης, ο Μαχμούτ Μπέης και πολλοί άλλοι Αλβανοί μπέηδες.
Αναφέρεται επίσης ότι ο παππούς του Αλή Πασά ήταν δερβίσης του τάγματος με το όνομα Ναζήφ. Ο Χομπχάουζ έγραφε για τον Αλή Πασά, ότι μυήθηκε στον μπεκτασισμό το 1807, ενώ στην αυλή του έτρεφε και φιλοξενούσε πλήθη δερβίσηδων.
Το τάγμα των μπεκτασήδων είναι το πιο γνωστό σιιτικό μοναστικό τάγμα του Ισλάμ.
Χαλβετήδες (τάγμα των χαλβετί)
Είναι από τα λιγότερο γνωστά σιιτικά μοναστικά τάγματα. Η ονομασία του προέρχεται από τη λέξη «χαλβέτ», που σημαίνει απομόνωση. Ιδρυτής του τάγματος φέρεται ο σεΐχης Σερατζουδίν Ομέρ, ο οποίος έζησε όλη του τη ζωή ως ασκητής. Το τάγμα των χαλβετήδων απέκτησε περίπου 40 παραρτήματα στην ευρύτερη περιοχή της Κεντρικής Ασίας και της Τουρκίας.
Το τάγμα των Καδιρήδων
Το τάγμα αυτό ιδρύθηκε στην Περσία από τον Μουχιεντίν Αβδούλ Καδίρ. Ο Καδίρ γεννήθηκε στο Γκεϊλάν της Περσίας το 1078 μ.Χ. και πέθανε σε ηλικία 91 χρόνων στη Βαγδάτη.
Για 15 χρόνια ο Καδίρ έζησε ως ασκητής. Κατόπιν επέστρεψε στη Βαγδάτη, όπου άρχισε το κήρυγμά του και ίδρυσε το τάγμα. Απέκτησε πλήθος μαθητών και οπαδών. Μεγάλοι ιεροδιδάσκαλοι (ουλεμάδες) από τις μεγάλες ιερατικές σχολές της Περσίας, της Υεμένης, της Χετζάζης (Αραβία), της Συρίας και της Αιγύπτου υπήρξαν μαθητές του.
Το τάγμα των Καδιρήδων απέκτησε περίπου 20 παραρτήματα. Τα πιο γνωστά είναι τα τάγματα Εκμπεριέ, Εσρεφιέ, Ισμαηλιέ, Μουσαβιέ κ.ά.
Το τάγμα των Ριφαΐ (Ρουφαΐ)
Το τάγμα αυτό είναι γνωστό ως τάγμα των «Ωρυόμενων δερβίσηδων». Ιδρυτής του υπήρξε ο σεΐχης Σεγίτ Αχμέτ Ελ Ριφαΐ (Ρουφαΐ) (1107-1175).
Η μυστικιστική παράδοση του τάγματος αυτού θεωρείται ότι έχει ως βάση τον χριστιανισμό. Οι δερβίσηδες του τάγματος υπέβαλλαν τον εαυτό τους κατά τη διάρκεια μυστικιστικής τελετής σε πολύ σκληρές δοκιμασίες. Αφού διέτρεχαν ομαδικά για πολλή ώρα την αίθουσα και πηδούσαν, βγάζοντας δυνατές κραυγές, στη συνέχεια κατάκοποι και σε κατάσταση εξάντλησης έβαζαν πυρακτωμένα αντικείμενα στο στόμα τους και κάρφωναν μαχαίρια στα χέρια και στο στήθος τους. Στο Μουσείο της Κωνσταντινούπολης φυλάσσονται πολλά από αυτά τα αντικείμενα, που χρησιμοποιούσαν οι δερβίσηδες Ριφαΐ.
Σουνιτικά τάγματα
Από τα σουνιτικά μοναστικά τάγματα έχουμε:
Τάγμα των Νακσημεντήδων
Ιδρύθηκε το 1318 στην Μπουχάρα από τον Μεχμέτ Μπεχαεντίν Σαχ Νακσημπεντί (που σημαίνει ζωγράφος).
Τάγμα των Χαληντιέ
Αποτελεί στην ουσία υποδιαίρεση του τάγματος των Νακσημπεντήδων και το κύριο χαρακτηριστικό του είναι ότι οι δερβίσηδες που ανήκουν σ’ αυτό δεν φέρουν ιδιαίτερη αμφίεση.
Μεβλεβήδες (τάγμα των μεβλεβί)
Το σημαντικότερο από τα μοναστικά τάγματα του Ισλάμ, η μυστικιστική παράδοση του οποίου περικλείει όλη τη φιλοσοφία του σουφισμού, είναι το τάγμα των δερβίσηδων Μεβλεβί ή τάγμα των περιδινούμενων δερβίσηδων, όπως είναι ευρύτερα γνωστό. Το τάγμα αυτό ανήκει στην κατηγορία των σουνιτικών ταγμάτων. Ιδρυτής του υπήρξε ο Μεβλανά Τζελαλουντίν Ρουμί (που κατά κυριολεξία σημαίνει ο κύριος ημών Τζελαλουντίν ο Ρωμαίος), Πέρσης ποιητής, φιλόσοφος και διανοούμενος. Ο Τζελαλουντίν Ρουμί γεννήθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 1207 στην πόλη Μπαλχ του Χορασάν. Ήταν γιος του Μεχμέτ Μπεχαεντίν, που ήταν απόγονος του Αμπού Μπακρ -συντρόφου και διαδόχου του Προφήτη- και της πριγκίπισσας Μουμινέ. Ο πατέρας του ήταν γνωστός και με το όνομα Σουλτάν ελ Ουλεμά (σουλτάνος των ουλεμάδων), καθώς ήταν ένας από τους μεγαλύτερους νομοδιδάσκαλους της εποχής του.
Ο Μεχμέτ Μπεχαεντίν με την οικογένειά του έφυγε από το Χορασάν και εγκαταστάθηκε στο Ικόνιο³ της Μικράς Ασίας, πρωτεύουσα του Σελτζουκικού Κράτους, την εποχή της βασιλείας του Σελτζούκου σουλτάνου Αλαεντίν. Ο σουλτάνος Αλαεντίν είχε παραμείνει για χρόνια εξόριστος στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και είχε έλθει σε επαφή με τον χριστιανισμό και τον βυζαντινό πολιτισμό. Την εποχή εκείνη είχε ξεσπάσει ένας μεγάλος διωγμός εναντίον των σούφι από τον βασιλιά της Μπαλχ Κβαρίζμ Σαχ, κάτω από την επιρροή ισχυρών σχολαστικών μουσουλμάνων. Ένας μάλιστα σούφι, κατά διαταγή του βασιλιά, πνίγηκε στον ποταμό Ώξο. Ακολούθησε η εισβολή των Μογγόλων του Τζένγκις Χαν στα εδάφη της Κεντρικής Ασίας, που προκάλεσε τον διασκορπισμό των σούφι. Μια ομάδα έφτασε στη Βαγδάτη, όπου έμαθε για την ολοκληρωτική καταστροφή της Μπαλχ και τη σφαγή των κατοίκων της.
Αρχικά η οικογένεια του Ρουμί εγκαταστάθηκε στη Νισαμπούρ. Εκεί ο Τζελαλουντίν -παιδί ακόμη- συνάντησε τον μεγάλο σούφι δάσκαλο και ποιητή Αττάρ, ο οποίος είπε γι’ αυτόν: «Αυτό το αγόρι θ’ ανάψει στον κόσμο τη φωτιά της θείας εξύψωσης». Ο Τζελαλουντίν ήλθε σε επαφή με τον Μεγάλο Δάσκαλο και ποιητή Ιμπν Ελ Αραμπί, που τον καιρό εκείνο βρισκόταν στη Βαγδάτη.
Ο Ρουμί ήταν σαράντα χρόνων όταν άρχισε τις δημόσιες μυστικιστικές διδασκαλίες του. Γνώριζε αρκετά την ελληνική γλώσσα και είχε έλθει σε επαφή με τον χριστιανισμό, όπως αποδεικνύεται από πολλά ποιήματά του. Απέδιδε υψηλότερη θέση στον Ιησού Χριστό, απ’ ό,τι απέδιδαν οι σύγχρονοί του μουσουλμάνοι σουνίτες. Λέγεται μάλιστα ότι τα πρώτα μέλη του τάγματος ήταν χριστιανοί μοναχοί , από τη Μονή του Αγίου Χαραλάμπους στο Ικόνιο, οι οποίοι ήλθαν σε επαφή με τον Μεβλανά Τζελαλουντίν και μυήθηκαν στις φιλοσοφικές αντιλήψεις του. Συνιδρυτής του τάγματος των μεβλεβήδων δερβίσηδων θεωρείται και ο Σεμσεντίν από την Ταυρίδα.
Ο χορός των δερβίσηδων
Από τις πρώτες ημέρες της ίδρυσης του τάγματος, ο δάσκαλος Τζελαλουντίν εισήγαγε στο τελετουργικό της προσευχής τη μουσική και τον χορό των δερβίσηδων. Ο χορός αυτός ήταν κυκλικός, ήταν δηλαδή μια περιδίνηση κάθε δερβίση περί τον εαυτό του. Μέσα από αυτή την κυκλική κίνηση και τη δημιουργία διαφόρων σχημάτων, οι μεβλεβήδες δερβίσηδες απεικόνιζαν την κίνηση του ηλιακού συστήματος και των πλανητών. Με τις συνεχείς περιστροφές, οι δερβίσηδες οδηγούνταν σε εξαφάνιση του «εγώ», συντονίζονταν με τους ρυθμούς και την αρμονία των πλανητών και περιέπιπταν σε μια κατάσταση που τους βοηθούσε να ενωθούν με τον Θεό.
Ο Ρουμί, που ήταν και μεγάλος ποιητής, αγαπούσε βαθιά την τέχνη. Η μουσική, ο χορός και η ποίηση καλλιεργήθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν στις συναντήσεις των δερβίσηδων.
Τα σπουδαιότερα έργα του Μεβλανά, τα οποία έχουν γραφεί στα περσικά, είναι τα ακόλουθα: Μενσεβί, Σερίφ, Φιχτ-μα-Φιχ, Ντιβάνι Κεμπίρ, Μετζαλίσι, Σεμπάα και Μεκτουμπά.
Ο Ρουμί αφιέρωσε 43 χρόνια στη συγγραφή των έργων του. Οι Πέρσες εκτιμούν πολύ το ποιητικό, φιλολογικό και μυστικιστικό του έργο ώστε να το χαρακτηρίζουν «το Κοράνι στη γλώσσα πεχλεβί» και αυτό παρά το γεγονός ότι έρχεται σε αντίθεση με τη σιιτική πίστη, το εθνικό δόγμα των Περσών. Ο Τζελαλουντίν Ρουμί αγαπούσε την απλότητα. Αν και γόνος μεγάλης αριστοκρατικής οικογένειας, είχε μαθητές απ’ όλες τις τάξεις και τα επαγγέλματα. Όταν πέθανε, το 1273, άφησε πίσω τον γιο του Μποχεντίν στην ηγεσία του τάγματος των μεβλεβήδων. Άνθρωποι κάθε πίστης, με τους οποίους ερχόταν καθημερινά σε επαφή, παρακολούθησαν την κηδεία του. Ένας χριστιανός ρωτήθηκε γιατί έκλαιγε τόσο πικρά για τον θάνατο ενός μουσουλμάνου δασκάλου και εκείνος απάντησε:
«Τον εκτιμούμε όπως τον Μωυσή, τον Δαβίδ και τον Ιησού στην εποχή τους. Είμαστε όλοι οπαδοί και μαθητές του».
Ο Μεβλανά ετάφη σε Μαυσωλείο στο μοναστήρι των Μεβλεβί στο Ικόνιο.
Στα χρόνια της οθωμανικής κατάκτησης, το τάγμα των μεβλεβήδων εξαπλώθηκε και ίδρυσε πολλούς τεκέδες σε διάφορες περιοχές της Μικράς Ασίας και στην πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας. Οι Οθωμανοί σουλτάνοι κατέφευγαν κατά καιρούς στη βοήθεια των φωτισμένων σούφι δασκάλων του τάγματος των μεβλεβήδων, για να ζητήσουν τις συμβουλές τους και να τους καθοδηγήσουν για το μέλλον της Αυτοκρατορίας. Από τον Πορθητή ως τον σουλτάνο Μαχμούτ Β’ και τον Αβδούλ Χαμίτ, οι δερβίσηδες αυτοί έχαιραν ιδιαίτερης εκτίμησης στην οθωμανική αυλή. Στα χρόνια της βασιλείας του σουλτάνου Μαχμούτ Β’ (1808) και μέχρι την κατάργηση του σουλτανάτου, οι μεβλεβήδες δερβίσηδες αναβαθμίσθηκαν σε σχέση με τους μπεκτασήδες, παραδοσιακούς προστάτες του στρατού των γενιτσάρων, που διέλυσε ο Μαχμούτ Β’.
Κεμάλ διαλύων...
Το νεοτουρκικό κράτος, μετά την επικράτηση του Κεμάλ Ατατούρκ, αντιμετώπισε τα μοναστικά τάγματα του Ισλάμ ως μεσαιωνικές οργανώσεις και προχώρησε με νόμο στη διάλυσή τους.
Συγκεκριμένα, με τον νόμο της 30ής Νοεμβρίου 1925 αποφασίσθηκε το κλείσιμο όλων των μοναστηριών (τεκέδων) και αναχωρητηρίων. Όπως δήλωσε στη συζήτηση της 28ης Νοεμβρίου 1925 στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση ο βουλευτής Ουρφάς σαφβέτ Μπέης, μόνο στην Κωνσταντινούπολη υπήρχαν περίπου 300 τεκέδες.
Παρά το κλείσιμο όμως των τεκέδων, για μεγάλο χρονικό διάστημα μυστικές οργανώσεις των ταγμάτων εξακολουθούσαν να λειτουργούν και να επιδίδονται σε τελετές, τις οποίες το επίσημο κεμαλικό καθεστώς αντιμετώπισε ως τελετές μαγείας. Μετά την κατάργησή τους στην Τουρκία, πολλά από τα τάγματα αυτά μεταφέρθηκαν στην Αλβανία (όπου καταργήθηκαν το 1945), στην Αίγυπτο και στη Συρία.
Στις μέρες μας παρατηρείται μια στροφή διανοουμένων και μελετητών της Δύσης προς τη σουφική φιλοσοφία και παράδοση, η οποία έχει να δώσει πολλά στοιχεία για τον τρόπο προσέγγισης του φαινομένου της πίστης, μέσα από διαφορετικές θρησκείες και ιδεολογικά ρεύματα. Σίγουρα η διδασκαλία του σούφι εκφράζει την αιώνια αγωνία του ανθρώπου να γνωρίσει τον εαυτό του και τον Θεό, να ζήσει μια ζωή περισσότερο ευτυχισμένη, μακριά από τον φόβο, το σκοτάδι και την άγνοια.
Το ερώτημα που τίθεται βέβαια σήμερα είναι αν ο σουφισμός αποτελεί παρελθόν, άξιο ιστορικής μελέτης, από το οποίο έχουν παραμείνει μόνο οι φολκλορικοί χοροί των δερβίσηδων, ή διατηρείται ακόμη ζωντανή η ισλαμική μυστικιστική παράδοση. Το βέβαιο είναι ότι πρόκειται για ένα πολύπλοκο και σύνθετο ιδεολογικό κατασκεύασμα, που περνάει μέσα από διαφορετικούς πολιτισμούς, στο πέρασμα των αιώνων και ο σύγχρονος άνθρωπος έτσι πρέπει να το αντιμετωπίσει και να το γνωρίσει.
Σημειώσεις:
1. Πολλοί μελετητές υποστηρίζουν ότι ο Μωάμεθ στο Κοράνιο κάνει αναφορά στον Ιησού Χριστό, επηρεασμένος από τα απόκρυφα Ευαγγέλια.
2. Ο Γνωστικισμός είναι θεοσοφική και φιλοσοφική κίνηση, που γνώρισε ιδιαίτερη ανάπτυξη τον 2ο αιώνα μ.Χ. και επηρέασε κατά κάποιο τρόπο τον χριστιανισμό. Οι Γνωστικιστές πιστεύουν ότι υπάρχει στον άνθρωπο θείος σπινθήρας, που προέρχεται από τη θεία πραγματικότητα και εξέπεσε στον κόσμο του πεπρωμένου. Η θέση αυτή είναι σαφώς επηρεασμένη από την ελληνική φιλοσοφία, αλλά και από την ιουδαϊκή θρησκεία.
(Πηγή
www.istoria.gr)