ΜΟΝΟΓΡΑΦΙΑ -ΤΜΗΜΑ ΔΟΚΙΜΩΝ.
ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΟ ΜΥΝΗΜΑ ΑΡ. 2.
Από την σελίδα 4, αντιγράφουμε: "Από ιστορικής και παραδοσιακής πλευράς, η καταγωγή του amorc, ανάγεται στις μυστηριακές σχολές της αρχαίας Αιγύπτου. Σ' αυτές τις σχολές, φωτισμένοι μυστικιστές, συναθροίζονταν τακτικά για να μελετήσουν τα μυστήρια της ζωής. Γι' αυτό άλλωστε αποκλήθηκαν και <μυστηριακές σχολές>. Εκει συγκεντρώνονταν οι αναζητητές που απέβλεπαν σε βαθύτερη κατανόηση των φυσικών και παγκόσμιων νόμων. Όσον αφορά την λέξη <μυστήρια> έτσι όπως χρησιμοποιούνταν στην αρχαιότητα, δεν είχε την σημασία που της αποδίδουμε εμείς σήμερα".
Το ερώτημα που εγείρεται, καθότι καμία πηγή ή ένδειξη δεν δίδεται από το κατά τάλλα λαλίστατο amorc, που να υποστηρίζει την άποψη ότι η προέλευση των μυητικών μυστηρίων οφείλεται στην Αίγυπτο, είναι ένα ουσιώδες ερώτημα στο αν ευσταθεί μία τέτοια άποψη και εν γένει από που προέρχεται αυτή η αντίληψη.
Κυκλοφόρησε ένα βιβλίο το 1909 με τίτλο, "The Ancient Mystery and Modern Masonry" (Αρχαία Μυστήρια και Σύγχρονη Μασονία), γραμμένο από τον αιδεσιμώτατο Τσαρλς Χ. Βάιλ, μασόνο 32ου βαθμού.
Στο βιβλίο αυτό ο Βάιλ κάνει λόγο για δημόσια μυστήρια σαν και αυτά που τελούσαν οι Αιγύπτιοι ιερείς στις τελετουργίες του Όσιρη και στις σχολές που ίδρυσαν στην Ελλάδα κάποιοι μυημένοι. Η μοναδική αρχαία πηγή στην οποία παραπέμπει ο συγγραφέας, είναι το βιβλίο του Πλούταρχου, "Περί Ίσιδος και Οσίριδος", το οποίο το θεωρεί περιγραφή των "μυστηρίων" της Ίσιδας.
Ενώ ο Βάιλ μιλάει για "Μυημένους", στην πραγματικότητα όμως ο Πλούταρχος δεν περιγράφει κανένα ειδικό τελετουργικό μύησης για λαϊκούς, αλλά πραγματεύεται την εκπαίδευση των ιερέων που μεταφέρουν τα ιερά σκεύη της Ίσιδας (ιεραφόροι), οι οποίοι φορούν τα ειδικά άμφιά της (ιερόστολοι) και γνωρίζουν την ιερή ιστορία (ιερόν λόγον).
Κανένα από τα χωρία του Πλουτάρχου που παραθέτει ο Βάιλ δεν περιγράφει κάποια μυστηριακή λατρεία, όπως την εννοούσαν οι αρχαίοι. Προφανώς ο Βάιλ έχει μπερδέψει την αρχαία έννοια του μυστηρίου με την σύγχρονη. Ο Πλούταρχος, πουθενά δεν συνδέει τον όρο "μυστήριον" με κάποια ειδική απόκρυφη γνώση των ιερέων.
Στην πράξη οι μυστηριακές λατρείες ήρθαν στην Αίγυπτο μόλις τον 3ο προχριστιανικό αιώνα, με την εγκατάσταση των Ελλήνων στην νεοϊδρυθείσα Αλεξάνδρεια, στις οποίες βέβαια τελετουργίες μετείχαν μόνον οι Έλληνες και σε καμιά περίπτωση οι γηγενείς Αιγύπτιοι.
Η ιστορία και η αρχαιολογία έχει αποδείξει ότι δεν υπήρξαν ποτέ Αιγυπτιακά μυητικά μυστήρια και για τις ανιστόρητες αυτές δοξασίες κατά κόρον ευθύνονται μερικές εσωτερικές οργανώσεις, με προεξάρχουσες τις τεκτονικές τύπου Μέμφις και Μισραϊμ, στις οποίες μαθήτευσε και ο Spencer H. Lewis, ιδρυτής του amorc, φτάνοντας μάλλιστα στον βαθμό 33ο 90ο 96ο, όπως και κάποιες αυτοαποκαλούμενες ροδοσταυρικές του 19ου αιώνα.
Μεγάλη συνεισφορά σε αυτήν την ανιστόρητη παραχάραξη είχαν δύο μυθιστορήματα, ένα του 2ου αιώνα, του Απουλήιου και το άλλο του 18ου αιώνα, του Τερασσόν, τα οποία θα δούμε παρακάτω.
Ουσιαστικά όμως ενέχονται στη παραχάραξη της ιστορίας, όσοι με στόμφο διαλαλούν ότι πρεσβεύουν και προάγουν την καθαρή αλήθεια, ουσιαστικά όμως γίνονται σπορείς ψευδών και ανιστόρητων δοξασιών, αμαθείς και αμόρφωτοι, προβαλλόμενοι όμως ως αυθεντικοί διδάσκαλοι, όπως δυστυχώς επαίρονται μέσα και από τις διδασκαλίες - μονογραφίες του amorc.
....................ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ....