Η επόμενη μέρα μετά την κρίση :Οι νέοι κανόνες και η εποπτεία του χρηματοπιστωτικού συστήματος
Η έκρηξη της κρίσης δημιούργησε ταραχή όταν οι κυβερνήσεις άρχισαν να κατανοούν το μέγεθος του προβλήματος και τις αλληλοεπιδράσεις μεταξύ των τραπεζών αλλά και μεταξύ του χρηματοπιστωτικού συστήματος και της πραγματικής οικονομίας. Η διοχέτευση ρευστότητας υπήρξε ένα κρίσιμο ζήτημα, καθώς η καταστροφή της διατραπεζικής αγοράς ( της αγοράς που δανείζονται οι τράπεζες μεταξύ τους) ήταν άμεση, λόγω έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ των τραπεζών και είχε ως αποτέλεσμα την ελάχιστη και πολύ ακριβή παροχέτευση ρευστότητας .Όλες σχεδόν οι κυβερνήσεις πρόστρεξαν να λάβουν μέτρα, που άλλα κρίνονται αποτελεσματικά και άλλα όχι. Αλλού υπήρξαν μέτρα που αφορούσαν την κρατικοποίηση -εθνικοποίηση τραπεζικού συστήματος, αλλού υπήρξαν μέτρα που περιλάμβαναν ακόμα και τη μείωση του ΦΠΑ και αλλού μίγματα πολιτικής που οδήγησαν ακόμα και στη χαλάρωση την νομισματικών κανόνων. Σημειώθηκαν και σημαντικές καθυστερήσεις , καθώς οι χώρες αυτές δεν ήταν προετοιμασμένες. Αυτό οφειλόταν και στην ταραχή των πρώτων ημερών, στο φόβο της κατάρρευσης .Επιπλέον, δεν ανήκε η εποπτεία αποκλειστικά στην Κεντρική Τράπεζα αλλά και σε άλλες αρχές, οπότε υπήρχε και πρόβλημα συντονισμού. Τότε επενέβησαν οι πρωθυπουργοί των χωρών και έπαιρναν μέτρα πάσης φύσεως. «Θα μπορούσαμε για παράδειγμα » σημειώνει ο κ.Σαπουντζόγλου «να δούμε την περίπτωση δημιουργίας ενός ταμείου με στόχο την αναχρηματοδότηση της οικονομίας ή μια τράπεζα που θα αγοράζει τα «κακά »στοιχεία του χρηματοοικονομικού συστήματος.
Αυτή είναι η κατάληξη και σήμερα παρακολουθούμε ανά τρίμηνο τα αποτελέσματα των επιχειρήσεων και των τραπεζών. Στα αποτελέσματα βέβαια των τραπεζών δεν μπορούμε να έχουμε ξεκάθαρη εικόνα, καθώς ακόμα περιλαμβάνουν τόσο τοξικά κατάλοιπα όσο και ενισχύσεις λόγω κρατικής παρέμβασης. Επίσης, μπορεί να υπάρχουν εξαγγελίες μέτρων, αλλά να μην ξέρουμε τι ποσοστό του αρχικού στόχου έχει επιτευχθεί. Φέρνω για παράδειγμα το ελληνικό πακέτο στήριξης των τραπεζών ύψους 28 δισ. ευρώ. Το νούμερο όμως είναι πλασματικό . Αν το διαβάσει έναν ξένος, που δεν ξέρει τις εσωτερικές κατανομές και χρήσεις των τριών διακριτών πακέτων των 28 δισ. ευρώ, θα πιστέψει ότι αυτά τα κεφάλαια μπήκαν στην αγορά. Το ίδιο έγινε και με την ελληνική κοινή γνώμη που πίστεψε ότι οι τράπεζες «πριμοδοτήθηκαν» με κεφάλαια 28 δισ. ευρώ.»
Πέρα όμως από τα μέτρα στήριξης της οικονομίας, που έχουν ένα πρόσκαιρο χαρακτήρα άνοιξε ένας έντονος διάλογος ανάμεσα στον πολιτικό κόσμο, τους διεθνείς εποπτικούς οργανισμούς ,την επιστημονική κοινότητα και το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Το κύριο ζήτημα είναι ποιες θα είναι η ρυθμιστικές παρεμβάσεις και ποια θα είναι η εποπτεία του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος για να μειωθεί η πιθανότητα δημιουργίας μιας επόμενης κρίσης.
Η συζήτηση για τις ρυθμιστικές παρεμβάσεις -Επάρκεια κεφαλαίων
Ένα από τα μέτρα που δρομολογούνται είναι η επιβολή στις τράπεζες διατήρησης υψηλότερων ιδίων κεφαλαίων. Το ύψος μάλιστα των απαιτούμενων ιδίων κεφαλαίων δεν θα είναι το ίδιο σε όλες τις φάσεις του οικονομικού κύκλου. Προβλέπεται να είναι μεγαλύτερο σε περιόδους οικονομικής ανάπτυξης και χαμηλότερο σε περιόδους ύφεσης της οικονομίας. Στο ζήτημα αυτό πολλοί τραπεζίτες εκφράζουν αντιρρήσεις καθώς διατείνονται ότι σε μια ανάλογη με την πρόσφατη κρίση, όσο υψηλή και να είναι η επάρκεια κεφαλαίων δεν μπορεί να αποτελέσει σανίδα σωτηρίας. Η απάντηση των κυβερνήσεων των κρατών των G-20 και των εποπτικών αρχών συνοψίζεται στο ότι αν όλα τα τραπεζικά ιδρύματα είχαν υψηλά ίδια κεφάλαια, δεν θα υπήρχε κρίση. «Πρέπει επίσης να σημειωθεί » επισημαίνει ο κ.Χαρδούβελης « ότι στις Η.Π.Α. οι τράπεζες εμφανίζονταν να έχουν υψηλά ίδια κεφάλαια, έχοντας καταφέρει να υπακούουν το γράμμα του νόμου, παραβιάζοντας όμως το πνεύμα του. Είχαν δημιουργήσει θυγατρικές, οι οποίες δεν καταγραφόταν στους ισολογισμούς των ομίλων και εκεί είχαν φορτώσει όλες τις ριψοκίνδυνες επενδύσεις. Ήταν μάλιστα εταιρείες με ελάχιστα ίδια κεφάλαια. Σημαντικό λοιπόν είναι επίσης το λογιστικό σύστημα και ο τρόπος αποτύπωσης των στοιχείων του ισολογισμού.»
Έχουν ακουστεί πολλές απόψεις, κυρίως όσον αφορά την επάρκεια κεφαλαίων. Ιδιαίτερα όσον αφορά την διασύνδεση μεταξύ της ενίσχυσης της επάρκειας κεφαλαίων και του φαινομένου της προκυκλικότητας. Δηλαδή, να ενισχύεται ακόμα περισσότερο μια υφεσιακή κατάσταση όταν δεν παροχετεύεται ρευστότητα στην αγορά λόγω της διακράτησης περισσότερων κεφαλαίων για να ικανοποιηθεί η επάρκεια κεφαλαίων των τραπεζών. «Είναι υπό συζήτηση » εξηγεί ο κ.Σαπουντζόγλου «το αν θα προχωρήσουμε στη λογική ότι σε περίοδο ανάπτυξης θα απαιτείται αυξημένη επάρκεια κεφαλαίων και σε περίοδο ύφεσης θα μειώνεται η απαίτηση αυτή . Όπου όμως η τεχνική λεπτομέρεια έγκειται στο εξής: Έστω ότι έχουμε δύο διακριτά τραπεζικά συστήματα , το ένα σε μια χώρα με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και το άλλο σε χώρα με ύφεση. Στην περίπτωση αυτή, το πρώτο έχει μεγαλύτερη διακράτηση κεφαλαίων, άρα καθίσταται αυτομάτως λιγότερο ανταγωνιστικό. Υπάρχουν λοιπόν μεγάλες συγκρούσεις και πολλά ζητήματα που είναι ανοιχτά. »
Η αποτύπωση των κερδών στους ισολογισμούς των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων αποτελεί είναι ζήτημα που τίθεται στο τραπέζι του διαλόγου .« Κατά την εξέλιξη της κρίσης,» εξηγεί ο κ.Χαρδούβελης« δημιουργήθηκε μια αντίφαση από τον τρόπο λογιστικής αποτύπωσης των επενδύσεων των τραπεζών. Σύμφωνα με τους κανονισμούς της Βασιλεία ΙΙ, αυτές αποτυπώνονταν σε αγοραίες τιμές – mark to market. Υπήρξε μια ανοχή, καθώς οι τράπεζες ρευστοποιούσαν περιουσιακά στοιχεία (μετοχές, ομόλογα κτλ.) για να στηρίξουν τα δάνεια τους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την υποχώρηση των τιμών. Αν λοιπόν οι τράπεζες αποτιμούσαν στις αγοραίες τιμές, θα παρουσίαζαν μεγάλες απώλειες στα επενδυτικά τους χαρτοφυλάκια, γι’ αυτό και οι εποπτικές αρχές χαλάρωσαν τους σχετικούς λογιστικούς κανόνες. Τώρα, όμως, η λογιστική απεικόνιση, το πώς δηλαδή θα αποτυπώνονται οι αποδόσεις των επενδύσεων στον ισολογισμό των τραπεζών είναι ένα σημείο σύγκρουσης.»
Οι αμοιβές των τραπεζικών στελεχών , ζήτημα που πήρε δυσανάλογες με τη σημασία του προεκτάσεις , αποτέλεσε πεδίο αντιπαράθεσης και η τάση που επικρατεί είναι τα bonus των τραπεζικών στελεχών να συνδέονται και με το πόσο ασφαλή ήταν η διαχείριση των κεφαλαίων .
Εποπτεία
H ελλιπής έως και χαλαρή εποπτεία του χρηματοπιστωτικού συστήματος ήταν ένας από τους σημαντικότερους λόγους που οδηγηθήκαμε στην πρόσφατη κρίση .Ποιά είναι λοιπόν τα μέτρα που λαμβάνονται για την διασφάλιση της σταθερότητας και της ρευστότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος;
«Στα αρμόδια διεθνή όργανα » εξηγεί ο κ.Ι. Παπαδάκης, υποδιοικητής της ΤτΕ « έχουν αναληφθεί σημαντικές πρωτοβουλίες .Ξεχωρίζει η αναβάθμιση του Συμβουλίου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας ( Financial Stability Board -FSB) .Το Συμβούλιο αυτό σε συνεργασία με την Επιτροπή Τραπεζικής Εποπτείας της Βασιλείας , το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αλλά και άλλες Εποπτικές Αρχές θα παρακολουθεί και θα αξιολογεί τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα σε παγκόσμιο επίπεδο, προωθώντας παράλληλα προτάσεις για τη συνεχή βελτίωση του εποπτικού και ρυθμιστικού πλαισίου. Οι κανόνες αυτοί θα προβλέπουν οχι κατ΄ανάγκην περισσότερο , μα οπωσδήποτε καλύτερο έλεγχο .Και εποπτεία όχι κατ΄ανάγκη αυστηρότερη αλλά πιο μεθοδευμένη, καλύτερα συντονισμένη και «ολική», δηλαδή που να καλύπτει όλα τα επιμέρους τμήματα του χρηματοπιστωτικού τομέα ταυτοχρόνως .Και να ελέγχει τα κίνητρα και τις συμπεριφορές όλων των φορέων που εμπλέκονται ή επηρεάζουν τις λειτουργίες αυτού του τομέα και τις πολυποίκιλες διασυνδέσεις του με τη λοιπή οικονομία. Το ζήτημα είναι κυρίως ποιοτικό και όχι κατ΄ανάγκη ποσοτικό. Ένα καίριο σημείο στην εποπτεία είναι να βρεθεί η χρυσή τομή ασφάλειας και αποτελεσματικότητας , δηλαδή να εποπτεύονται οι τράπεζες ,με τρόπους που να μην προκαλούν ασφυξία στο σύστημα , για να μπορούν να ασκήσουν τον μεσολαβητικό τους ρόλο ανάμεσα στους καταθέτες και στους δανειολήπτες.»
Στους νέους κανόνες αλλά και στην εποπτεία θα ενταχθούν και οι επενδυτικές τράπεζες , στις οποίες αναλογεί ένα σημαντικό μερίδιο ευθύνης της κρίσης , καθώς δεν εντάσσονταν σε εποπτικές αρχές , όπως οι εμπορικές τράπεζες. Κανόνες ελέγχου, κατά κύριο λόγο όσον αφορά στην διαφάνεια των κριτηρίων που χρησιμοποιούν, θα θεσπιστούν και για τους οίκους αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας.« Το μεγαλύτερο σκάνδαλο του 2009, »τονίζει ο κ.Χαρδούβελης «είναι ότι οι επενδυτικές τράπεζες, που είναι από τους κύριους υπαίτιους της κρίσης, πίεσαν τις εποπτικές αρχές και αρκετές από αυτές βγήκαν από την εποπτική ομπρέλα (σύστημα TARP), με το πρόσχημα της βραχυπρόθεσμης κερδοφορίας, η οποία προήλθε κυρίως από τα λεφτά των φορολογούμενων. Βέβαια έχουν συναίσθηση οι τραπεζίτες αυτοί ότι δεν μπορούν να συνεχίσουν να υπερβάλλουν στην συμπεριφορά τους, ότι θα πρέπει να αλλάξουν τον τρόπο που δίνουν bonus κοκ. Θα πρέπει επί τη ευκαιρία να τονίσω εδώ ότι στην Ελλάδα οι αμοιβές των τραπεζικών στελεχών δεν παρουσίασαν ποτέ τις ανάλογες υπερβολές με τις αμοιβές των τραπεζικών στελεχών στις Η.Π.Α..»
Οι ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες
Ο διεθνή διάλογος δεν έχει ολοκληρωθεί, καθώς σημειώνονται σημαντικές καθυστερήσεις .Υπάρχουν έντονες αντιπαραθέσεις ανάμεσα στους συζητητές ,συγκρούσεις διαφορετικών συμφερόντων αλλά και διαφορετικών οικονομικών και πολιτικών αντιλήψεων και ιδεών, που μπορεί και σε ένα βαθμό να σημαίνει απροθυμία λήψης μέτρων. Παράλληλα όμως στους κόλπους της Ε.Ε. οι διεργασίες βρίσκονται σε διαφορετικό στάδιο, καθώς τα αντανακλαστικά της λειτούργησαν με πιο άμεσο τρόπο. Υπενθυμίζεται ότι η Ε.Ε. χαρακτηρίζεται από την ιδιαιτερότητα της ταυτόχρονης ύπαρξης ενιαίας ευρωπαϊκής νομισματικής πολιτικής και εθνικών χρηματοπιστωτικών πολιτικών . Ανατέθηκε λοιπόν στον πρώην κεντρικό τραπεζίτη της Γαλλίας Jacques de Larosiere να συγκροτήσει μια επιτροπή Σοφών , που θα μελετήσει την κρίση και θα καταθέσει προτάσεις για την αντιμετώπιση της .Η Επιτροπή de Larosiere κατέθεσε τις προτάσεις της τον προηγούμενο Φεβρουάριο και στη συνέχεια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προχώρησε στην έγκριση των προτάσεων και στην ανάληψη πρωτοβουλιών για τη δημιουργία διακριτών εποπτικών οργάνων στο χώρο της Ε.Ε. στο χώρο των τραπεζών, στο χώρο της κεφαλαιαγοράς και στον χώρο των ασφαλιστικών εταιριών. Πρόκειται για τις ακόλουθες αρχές, για τις οποίες ελήφθησαν αποφάσεις στο πρόσφατο Ecofin:
· Η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή, ως διάδοχος της CEBS
· Η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών, ως διάδοχος της CESR
· Η Ευρωπαϊκή Ασφαλιστική Αρχή, ως διάδοχος της CEIOPS
Η Επιτροπή προτείνει λοιπόν ότι, ανεξάρτητα από τις εθνικές αρχές (τα κράτη μέλη έχουν το δικαίωμα να επιλέξουν ανάμεσα στο μοντέλο της μιας ενιαία εποπτικής αρχής ή των διακεκριμένων εποπτικών αρχών), σε επίπεδο Ε.Ε. θα υπάρχουν αυτά τα εποπτικά όργανα. Οι αρχές αυτές επικοινωνούν και είναι συντονισμένες μεταξύ τους, με στόχο να ενοποιηθούν στο μέλλον και να εναρμονιστούν. Επίσης, στην έννοια της εποπτείας, της παρακολούθησης της φερεγγυότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος προστέθηκε και ένας νέος τομέας, αυτός της παρακολούθησης των μακροοικονομικών μεγεθών (macro-prudential supervision) .Οι εποπτικές αρχές θα έπρεπε να λάβουν υπ΄όψιν τους στην πρόσφατη κρίση τα μακροοικονομικά μεγέθη, όπου θα μπορούσαν να διαβλέψουν την φούσκα που είχε δημιουργηθεί. Όμως στην πραγματικότητα δεν μελετούσανε τις επιπτώσεις των μακροοικονομικών μεγεθών στο τραπεζικό σύστημα.
Ζητούμενο είναι λοιπόν να δημιουργηθεί ένα «σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης». Αυτός είναι ο στόχος της επιτροπής de Larosiere, δηλαδή η προληπτική εποπτεία στις αγορές και ειδικότερα η αντιμετώπιση του «συστημικού κινδύνου». Σήμερα βρισκόμαστε στο στάδιο νομικής συγκρότησης των κείμενων εξειδίκευσης των προτάσεων της Επιτροπής, που προβλέπουν συγκεκριμένες δομές, εξουσίες και αρμοδιότητες .
Προς Βασιλεία ΙΙΙ;
Στο περιθώριο των συζητήσεων και των εξελίξεων βρίσκεται η εφαρμογή των κανόνων της Βασιλείας ΙΙ.Η Συμφωνία της Βασιλείας ΙΙ έχει μια μεταβατική περίοδο εφαρμογής, η οποία λήγει στο τέλος του χρόνου. Στην χώρα μας, όπως προβλέπεται από τις Πράξεις του Διοικητή της ΤτΕ (που επιβάλλουν τη εφαρμογή των προτύπων της Βασιλείας ΙΙ), υπάρχει η δυνατότητα της επιλογής της μεθόδου που επιθυμεί κάθε τράπεζα να εφαρμόσει για να ελέγξει την κεφαλαιακή επάρκεια έναντι των 3 κινδύνων. Κίνδυνο πιστωτικό ως έχει εξελιχθεί, κίνδυνο αγοράς που δεν έχει αλλάξει και κίνδυνο λειτουργικό. «Ο κίνδυνος ρευστότητας » τονίζει ο κ.Σαπουντζόγλου «δεν αντιμετωπίζεται στη Βασιλεία ΙΙ. Μένοντας λοιπόν στη Βασιλεία ΙΙ, προκύπτει το ερώτημα τι γίνεται με την εφαρμογή των προτύπων αυτού του πλαισίου εποπτείας, που δεν είναι νομικά δεσμευτικό; Ως γνωστό, η Επιτροπή της Βασιλείας συντάσσει «κατευθυντήριες οδηγίες» .Στην Ευρώπη Ένωση, τα πρότυπα αυτά έχουν μετατραπεί σε κοινοτικές οδηγίες, δίνοντας τους νομικό χαρακτήρα, ενώ οι εθνικοί νόμοι νόμοι που ακολούθησαν έδωσαν εξουσίες και αρμοδιότητες εφαρμογής τω προτύπων από τις εποπτικές αρχές.Εκτός όμως του ευρωπαϊκού χώρου τι γίνεται με τη Βασιλεία II ; Τα τραπεζικά συστήματα στις Η.Π.Α. και στις ασιατικές χώρες σε ποια λογική κινούνται; Είναι ένα τεράστιο θέμα. Δημιουργείται πάλι μια ασυμμετρία στη διαμόρφωση των συστημάτων εποπτείας .»
Έχει διατυπωθεί η άποψη ,συνεχίζει, ότι οι κανόνες που θα εφαρμοσθούν είναι ανάγκη να έχουν διεθνή αποδοχή και αντιμετώπιση. Αλλά από τη στιγμή που δεν έχει ορισθεί ένας διακεκριμένος και αποκλειστικός φορέας που θα αναλάβει το «όλον» της εποπτείας του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος και παραπαίουμε ανάμεσα στο ρόλο του IMF και το ρόλο του FSB ,υπάρχει ένα σημαντικό πρόβλημα. Έχουμε αναλώσει το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα για συζητήσεις αναφορικά με την αποτελεσματικότητα του self regulation, ενώ ήδη η ίδια κρίση ανέδειξε ότι δεν υπήρξε αυτορρύθμιση της αγοράς.
Όσον αφορά την Ευρώπη, προσθέτει , η Επιτροπή de Larosiere έδειξε ότι ακόμα και αν εφαρμοστούν τα πρότυπα της Βασιλείας ΙΙ, θα έπρεπε, σε κάποιες περιπτώσεις, να προσαρμοστούν στο μέλλον για κάποιες πρόσθετες μορφές κινδύνων, (π.χ. ρευστότητας ).« Μήπως αυτό σημαίνει» θέτει το ερώτημα ο κ.Σαπουντζόγλου « ότι οδηγούμαστε σε μια Βασιλεία ΙΙΙ; Είναι ζωτικά ζητήματα, τα οποία θα προκύψουν από την πράξη. Οι πράξεις που θα βγουν από την Επιτροπή θα έχουν μια στατική προσέγγιση των πραγμάτων ή θα προβλέπουν κι άλλες δυναμικές ; Ποια θα είναι η πολιτική και η τεχνοκρατική διαβούλευση που γίνεται ανάμεσα στην Επιτροπή Βασιλείας –μια επιτροπή των διοικητών των Κεντρικών Τραπεζών- και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που θα βγάλει τους νέους νομοθετικούς κανόνες για την συγκρότηση του ευρωπαϊκού συστήματος εποπτείας; Τα ζητήματα αυτά είναι σε εξέλιξη και θα πρέπει να μας απασχολήσουν στο μέλλον. »
Ανάγκη για νέα αρχιτεκτονική
Είναι αναγκαίο να μην αντιμετωπισθεί , επισημαίνει ο κ.Θωμαδάκης, η παρούσα κρίση με τρόπους που απλώς θα στρώσουν τον δρόμο για μία επόμενη και χειρότερη κρίση. Η ανάκαμψη που διαφαίνεται προσφέρει ένα καλό άλλοθι για μία επιστροφή στο προϋπάρχον θεσμικό και εποπτικό περιβάλλον. Το άλλοθι αυτό, συνεχίζει , δεν πρέπει να γίνει αποδεκτό και η ανάκαμψη μόνο ως ευκαιρία για αλλαγές μπορεί να εισπραχθεί. Οι τράπεζες και τα μεγάλα χρηματοοικονομικά ιδρύματα των ανεπτυγμένων αγορών είναι ισχυροί θιασώτες μιας επιστροφής στο παρελθόν. Από την άλλη πλευρά πολλές εποπτικές αρχές, μη κυβερνητικές οργανώσεις, κυβερνήσεις και πολιτικά κόμματα, διεθνείς οργανισμοί και διανοούμενοι υποστηρίζουν την ανάγκη μιας πραγματικά νέας αρχιτεκτονικής των αγορών χρήματος και κεφαλαίου. Στο πλαίσιο των διαδικασιών που δρομολογούνται υπό την αιγίδα των G-20, οι διαφορετικές απόψεις αναμετρόνται και ζυμώνονται.
Τα θεμελιώδη στοιχεία μιας νέας αρχιτεκτονικής των αγορών πρέπει κατά τη γνώμη μου να είναι τα εξής:
- Γενική και ολοκληρωμένη εποπτική κάλυψη όλων των αγορών και ανάδειξη της εποπτικής προτεραιότητας για την σταθερότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος. Κατάργηση των ‘εποπτικών παραδείσων’ και διεθνής εξομοίωση των εποπτικών κανόνων.
- Διεθνής συμφωνία για τις μεθόδους καταγραφής και απεικόνισης των κερδών από δραστηριότητες της αγορά χρήματος και κεφαλαίου. Κατάργηση των φορολογικών παραδείσων και χρήση της φορολογίας του κεφαλαίου για τον περιορισμό των μεγάλων αλμάτων σε κεφαλαιακά κέρδη και των βραχυπρόθεσμων κερδοσκοπικών μετακινήσεων.
- Διεθνής συμφωνίες για κανόνες περιορισμού της μόχλευσης των αγορών και των οικονομιών. Οι κανόνες αυτοί θα αποσκοπούν στην απάμβλυνση των κύκλων ευφορίας και ύφεσης στις αγορές που αποδεδειγμένα στηρίζονται σε πιστωικούς κύκλους.
- Διεθνής συμφωνία για την υπαγωγή των παραγώγων σε οργανωμένες αγορές με κεντρικούς αντισυμβαλλόμενους και διάφανεια τιμών και απεικόνισης κινδύνων.
Τέλος, υπάρχει ένα ακόμη σημαντικό θέμα, σημειώνει ο κ.Θωμαδάκης, που επιζητεί προβληματισμό και λύση. Η παρούσα κρίση πήρε τεράστιες διαστάσεις γιατί αγκάλιασε μεγάλα τραπεζικά ιδρύματα που δεν μπορούσαν να αφεθούν στην τύχη τους από φόβο κατάρρευσης του όλου συστήματος. Ο κίνδυνος αυτός θα γίνει μεγαλύτερος στο μέλλον. Η κρίση οδηγεί ήδη σε μεγαλύτερη συγκεντροποίηση του τραπεζιτικού και του ασφαλιστικού τομέα. Στο μέλλον θα είναι ακόμη πιο δύσκολο να αφεθούν στην τύχη τους οι γίγαντες που σήμερα αναδύονται και μάλιστα ήδη με εντυπωσιακές κερδοφορίες. Τα θέματα του ανταγωνισμού, της καινοτομίας, της ανανέωσης και της επιβίωσης του συστήματος θα είναι τα μεγάλα θέματα του αύριο για τις αγορές χρήματος και κεφαλαίου.
Συστημικά σημαντικές τράπεζες
Η σύγχρονη οικονομική πραγματικότητα δείχνει ότι δεν υπάρχουν οι μεγάλες τράπεζες που ασχολούνται με τις παραδοσιακές τραπεζικές εργασίες αλλά χρηματοπιστωτικοί όμιλοι που δραστηριοποιούνται στον τραπεζικό τομέα, στον ασφαλιστικό και στον χρηματιστηριακό και επιπλέον έχουν διεθνή παρουσία. Στην Ευρώπη πλέον τους δίνεται η ονομασία S.I.F.I.S. ( Systemically Important Financial Institutions ), ή συστημικά σημαντικές τράπεζες. Στην κρίση οι μεγάλες τράπεζες – to big to fail - ,στηριχτήκανε από τις κυβερνήσεις για να μην υπάρχει κατάρρευση του συστήματος . Οι κατευθύνσεις για τα μέτρα που θα ληφθούν για τις τράπεζες που ορισθούν ως S.I.F.I.S. είναι τρεις. Η πρώτη αφορά την μεγαλύτερη εποπτεία και τους ακόμα πιο αυστηρούς κανόνες ρυθμιστικής παρέμβασης, κυρίως στην κεφαλαιακή επάρκεια .Αυτό έχει ενδιαφέρον εφόσον δώσουμε τον ορισμό ποια τράπεζα είναι S.I.F.I.S., γιατί το μέγεθος του ελληνικού τραπεζικού συστήματος δεν είναι συγκρίσιμο με το αντίστοιχο των μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών . Αυτό σημαίνει ότι συστημικά σημαντικές τράπεζες για την ελληνική οικονομική πραγματικότητα μπορεί να μην πληρούν τους όρους ορισμού των S.I.F.I.S., εφόσον υπάρξει πανευρωπαϊκός ορισμός τους.
Η δεύτερη αφορά την διάσπαση τους σε θυγατρικές , ώστε σε περίπτωση προβλήματος να κλείνει η θυγατρική χωρίς να συμπαρασύρεται ολόκληρος ο όμιλος και η τρίτη κατεύθυνση αφορά την θέσπιση νέων κανόνων πτωχευτικού δικαίου .