'Αρθρα Εσωτερισμού > Αρχαία Ελλάδα και Εσωτερισμός
Πανθεϊστικά μηνύματα στην σύγχρονη Ελληνική λογοτεχνία
Rose:
Τῆς Ἀθηνᾶς ἀνάγλυφο
Πῶς ἀκούμπησες ἄπραγα τὸ δόρυ;
Τὴ φοβερή σου περικεφαλαία
βαριὰ πῶς γέρνεις πρὸς τὸ στῆθος, Κόρη;
Ποιὸς πόνος τόσο εἶναι τρανός, ὦ Ἰδέα,
γιὰ νὰ σὲ φτάση! Ὀχτροὶ κεραυνοφόροι
δὲν εἶναι γιὰ δικά σου τρόπαια νέα;
Δὲν ὁδηγεῖ στὸ Βράχο σου τὴν πλώρη
τοῦ καραβιοῦ σου πλέον πομπὴ ἀθηναῖα;
Σὲ ταφόπετρα βλέπω νὰ τὴν ἔχη
καρφωμένη μία πίκρα τὴν Παλλάδα.
Ὤ! κάτι μέγα, ἀπίστευτο θὰ τρέχη ...
Χαμένη κλαῖς τὴν ἱερή σου πόλη
ἢ νεκρὴ μέσ᾿ στὸ μνῆμα καὶ τὴν ὅλη
τοῦ τότε καὶ τοῦ τώρα, ὠιμένα! Ἑλλάδα;
Κωστής Παλαμάς
Rose:
Ὁ θάνατος τῆς Μακαρίας
Στῆς Ἀθήνας τὸ χῶμα ὁ Δίας ὁ Ἀγοραῖος
βλέπει τὰ σπλάχνα τοῦ Ἡρακλῆ γονατισμένα
στὸν ἄγγιχτο βωμό του ὁλάρφανα, ἕρμα, ξένα
ὁ Ἀργίτης φοβερός, ἀνήμπορο τὸ χρέος.
Ψυχοπονετικὸς ὁ ρήγας ὁ Ἀθηναῖος,
ἀλλ᾿ ὢ σκληρότατος χρησμὸς ποὺ τρώει τὰ φρένα!
«Ἀπὸ τὸ αἷμα σου, ὦ τρισεύγενη παρθένα,
θὰ νικηθῆ ὁ ἀνίκητος ὀχτρὸς ὁ νέος!»
Κανένας δὲ σαλεύει, ὠιμέ! παντέρμ᾿ ἡ ὀρφάνια!
Τότε γιομάτη ἀπ᾿ τῶν ἡρώων τὴν περηφάνια,
μιᾶς χώρας κ᾿ ἑνὸς γένους λυτρωτής, ὦ θεία
τρισάξια θυγατέρα τοῦ μεγάλου Ἀλκίδη,
φέρνεις τὰ στήθια στῆς θυσίας τὸ λεπίδι,
καὶ τρισελεύτερη πεθαίνεις, Μακαρία!
Κωστής Παλαμάς
Rose:
Ὁ Ναός
Μοῦ πλήγιασαν τὰ γόνατα στὰ μάρμαρά σου,
ὢ τῆς ἀθώρητης θεᾶς ξεχωρισμένε
ναὲ καὶ καταμόναχε, τῆς θεᾶς ποὺ δείχνει
ἀπὸ τοῦ εἶναι της τὴν ἄβυσσο μονάχα
ἓν᾿ ἄγαλμα, καὶ κεῖνο ἀνθρωποκαμωμένο,
μ᾿ ἕνα πέπλο πυκνὸ καὶ κεῖνο σκεπασμένο.
Καὶ θαρρῶ πὼς ξανοίγω μέσ᾿ ἀπὸ τοὺς στύλους
καὶ μέσ᾿ ἀπὸ τοὺς θησαυροὺς καὶ τοὺς βωμούς σου
τὸν Ἴωνα, τὸν δελφικὸ ἱερέα
ν᾿ ἀλλάζη τὸ λευκὸ λειτουργικὸ χιτώνα
μὲ τὸ ραβδὶ τὸ ροζωτὸ τοῦ στρατοκόπου.
Ἐγὼ δὲν εἶμαι λειτουργός, τοῦ μυστηρίου
τὸ φοβερὸ κλειδὶ δὲν ἔπιασα, κι ἀκόμα
δὲν ἄγγιξα, δειλὰ ἢ ἀπότολμα, τὴν πύλη
ποὺ φέρνει στῆς ζωῆς τ᾿ ἀγνώριστα Ἐλευσίνια.
Ἁμαρτωλὸς κ᾿ ἐγώ, ναέ, στὰ πλήθη μέσα
τ᾿ ἁμαρτωλὰ ποὺ προσκυνᾶν ἐσέ, μὰ τώρα
μοῦ πλήγιασαν τὰ γόνατα στὰ μάρμαρά σου,
κ᾿ αἰσθάνομαι ἕνα πάγωμα νύχτας ἢ τάφου
ἀγάλια ἀγάλια ἀπάνω μου νὰ σκαρφαλώνη
καὶ νὰ τινάξω πολεμῶ τὸ μολυντήρι
τὸ κρύο ἀπὸ τὰ πάνω μου, καὶ λαχταρώντας
ἔξω σέρνω τὰ γόνατα τὰ πληγιασμένα,
ἔξω ἀπ᾿ τοὺς σωριασμένους πάγους θησαυρούς σου,
κι ἀπὸ τοὺς στύλους σου, ἀπ᾿ τὰ δάση ποὺ μὲ πνίγουν,
στὸ φῶς τοῦ ἥλιου καὶ στὸ φέγγος τῆς σελήνης.
Πάει τὸ λιβάνι πιὰ τῆς προσευχῆς, καὶ πάει
τ᾿ ὁλόχρυσο μαχαίρι τῆς θυσίας, καὶ πᾶνε
κ᾿ οἱ μεγαλόφωνοι χοροὶ καὶ λευκοφόροι
τῶν ὕμνων γύρω στοὺς βωμοὺς τοὺς φλογισμένους
καὶ παρατώντας σε, ὦ ναέ, ξαναγυρίζω
στῶν καιρῶν τὸ καλύβι τῶν πρωτανθισμένων.
Κωστής Παλαμάς
Rose:
Τ᾿ ὁλόχρυσο ποτάμι
Τρέχ᾿ ἡ ματιά μου ἐλεύθερη, χάνεται, σχίζει
κάτου τὰ κύματα τὰ σύννεφα ψηλά,
καὶ πάει καὶ σταματᾷ ἐκεῖ ποὺ γλυκογγίζει
καὶ μὲ τὴ θάλασσα ὁ οὐρανὸς μιλᾷ.
Κοιμᾶται τ᾿ ἀκρογιάλι, ἡ αὔρα πλέει δειλά,
ἀσπρίζει ἐδῶ πουλὶ κι ἐκεῖ οὐρανὸς μαυρίζει.
Ἡ νύχτα ἐχύθ᾿ ἡ δύσις μοναχὰ ροδίζει,
ἡ μέρα εἶναι νεκρὸς ὁποῦ χαμογελᾷ.
Μὰ καὶ τῆς δύσεως σὲ λίγο φεύγ᾿ ἡ χάρη,
καὶ μέσ᾿ στὴ λίμνη μας θὰ δοῦμε τὸ φεγγάρι
ἕνα ποτάμι ὁλόχρυσο πλατὺ νὰ κάμει.
Καὶ τότε θὰ σοῦ πῶ ἀγάπη μου δροσάτη:
-Μέσ᾿ στὴν καρδιά μας, θάλασσα πάθη γεμάτη,
ὁ Ἔρως εἶν᾿ αὐτὸ τ᾿ ὁλόχρυσο ποτάμι.
Κωστής Παλαμάς
Rose:
Φαντασία
Φαντασία δέσποινα, ἔλα,
τρέξε πρωτοστάτη Νοῦ,
σύρτε ἀδάμαστες δουλεῦτρες,
ὦ νεράιδες τοῦ Ρυθμοῦ,
κι ἀπ᾿ τοῦ πόθου τὰ βαθιά,
τὰ ψηλὰ τοῦ λογισμοῦ
φέρτε, φέρτε, τοῦ μαρμάρου
τ᾿ ἄνθια καὶ τοῦ χρυσαφιοῦ,
τὰ λαμπρόηχα λόγια φέρτε,
καὶ ρυθμίστ᾿ ἕνα παλάτι
καὶ στυλῶστε μέσα ἐκεῖ
τοῦ Ἡλίου τὸ εἴδωλο, καὶ κεῖνο
ὑπερούσια καμωμένο
ἀπὸ ἡλιοφεγγοβολή.
Κωστή Παλαμά
Πλοήγηση
[0] Λίστα μηνυμάτων
[#] Επόμενη σελίδα
Μετάβαση στην πλήρη έκδοση