To 2005 η Ηνωμένη Μεγάλη Στοά της Αγγλίας, δημιούργησε, από το μηδέν, με μεγάλη φροντίδα και ταχύτητα μια νέα Μεγάλη Στοά, σ' ένα νέο μικρό κράτος της Ευρώπης και έσπευσε να εγκαταστήσει με πανηγυρικούς τύπους, αλλά και να αναγνωρίσει άμεσα. Οι διεθνείς τεκτονικοί κύκλοι παρατήρησαν ότι κάτι τέτοιο, η ΗΜΣΤΑ κάνει κάθε εκατό χρόνια. Το όνομα με το οποίο αναγνωρίσθηκε αυτή η μεγάλη Στοά δεν ταυτίζεται με το όνομα του κράτους, στο οποίο ανήκει και με το οποίο το κράτος αυτό συμμετέχει στον Ο.Η.Ε.. Το κράτος αυτό στον Ο.Η.Ε. ονομάζεται F.Y.R.O.M., αλλά η Μεγάλη Στοά του, που δημιουργήθηκε και αναγνωρίσθηκε εσπευσμένα και από το τίποτα, ονομάζεται Μεγάλη Στοά της Μακεδονίας.
Όλοι αντιλαμβάνονται τη σημασία των ενεργειών των Άγγλων. Το πρόβλημα όμως δεν είναι τα συμφέροντα των Άγγλων. Το μέγα πρόβλημα του Ελληνικού Τεκτονισμού είναι ότι δεν αντέδρασε. Εκπρόσωποι Ελληνικών Τεκτονικών Μεγάλων δυνάμεων συμμετείχαν σε διεθνή fora, μαζί με εκπρόσωπους της Μεγάλης Στοάς της γειτονικής χώρας και δεν αντέδρασαν για το όνομα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, όταν και στην τελευταία μουσική αθλητικήδιεθνή συνάντηση, οι Έλληνες αξίωναν και πετύχαιναν τη συμμετοχή των εκπροσώπων της γείτονος, με το όνομα που είναι ενταγμένη στον Ο.Η.Ε.
Η διοίκηση της Μεγάλης Στοάς της Ελλάδος, επί πολλούς μήνες, ερωτάται τι έχει κάνει με το θέμα του ονόματος της Μεγάλης Στοάς της F.Y.R.O.M. και σιωπά.
Η Ελληνική κοινωνία επί χρόνια παρακολουθεί και αξιολογεί. Ο Ελληνικός Τεκτονισμός από την ίδρυσή του έχει έντονο πατριωτικό και κοινωνικό προσανατολισμό. Η γενικευμένη και αποφασιστική συμμετοχή του Ελληνικού Ελευθεροτεκτονισμού στον Μακεδονικό Αγώνα έχει καταγραφεί από την ιστορία και αποτελεί παρακαταθήκη και περηφάνεια για τους Έλληνες Τέκτονες. Τα ίδια ισχύουν και για τον Κρητικό Αγώνα όπου η ιστορία καταγράφει “Μεγάλην επί του ζητήματος ήσκησεν επιρροήν εν Ευρώπη και Αμερική, ο Τεκτονισμός. Αι διαμαρτυρίαι των Ελευθέρων Τεκτόνων εκδηλούμεναι ομαδικώς και προσυπογραφόμεναι υπό βουλευτών και ανεγνωρισμένου διεθνούς κύρους επιστημόνων εχαρακτηρίζοντο εν Ελλάδι ως γεγονότα εξαιρετικής πολιτικής σημασίας.
Ο Τεκτονισμός καθ' όλην την διάρκειαν της σκληράς εκείνης κρίσεως επεδείξατο ενάρετον αλληλεγγύην και έπραξε μετ' ηθικής και θερμουργότητος παν ότι επέτρεπον αι δυνάμεις αυτού...(Γεωργίου Ασπρέα Πολιτική Ιστορία Της Νεωτέρας Ελλάδος Α' βραβείο Ακαδημίας Αθηνών)”
Τα κάστρα πάντα εκπορθούνται έσωθεν. Οι διοικήσεις των Ελληνικών Τεκτονικών σωμάτων, κατά τα τελευταία σαράντα, περίπου χρόνια ήσαν, κατά κανόνα, ανίκανες και κατώτατες των περιστάσεων. Γι' αυτό τα εργαστήρια οδηγήθηκαν στην ερημία και το Τάγμα στο σχίσμα και στην περιθωριοποίηση. Απέτυχαν κυρίως να καλλιεργήσουν και να προβάλλουν την Εθνική και κοινωνική προσφορά και διάσταση του Τάγματος. Απέτυχαν να εμπνεύσουν και να προσελκύσουν εκλεκτούς και δημιουργούς της κοινωνίας μας και βέβαια οι ελάχιστες εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν την παντοδυναμία του κανόνα.
Εθνική προσφορά δεν είναι μόνο να καταθέτεις ένα στεφάνι στο μνημείο του Ξάνθου και κοινωνική προσφορά δεν είναι μόνο να δωρίζεις χρήματα. Είναι κοινά αποδεκτό ότι τα εργαστήριά μας, που κάποτε ήσαν γεμάτα από αδελφούς, τώρα μετά βίας συγκεντρώνουν λίγους, που πολλές φορές δεν μπορούν να ανοίξουν εργασίες.
Όλοι πια γνωρίζουν ότι στα εργαστήριά μας δεν θα συναντήσουν και τους πρωταγωνιστές του κοινωνικού βίου και ότι το Τάγμα έχει αποκοπεί πλήρως από τα λεγόμενα μέσα και ψηλά κοινωνικά στρώματα.
«…Αφελείς συμβολαιογράφοι και ανίδεοι μικροβιολόγοι που παίζουν με τα σπαθάκια και τις ποδίτσες τους…» έγραφε κορυφαίος Έλληνας χρονογράφος πριν τριάντα χρόνια. Δεν θέλω να σκεφτώ τι θα έγραφε σήμερα.
Την ώρα που η Μεγάλη Ανατολή της Ιταλίας επιτυγχάνει την έκδοση ιστορικών αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, την ώρα που η Μεγάλη Στοά της Αυστρίας καλείται να συμμετάσχει στις εργασίες για την αναθεώρηση του Συντάγματος της χώρας, την ώρα που η Μεγάλη Ανατολή της Γαλλίας συνεχίζει να πρωτοπορεί σε ευρύτερα κοινωνικά θέματα και ο Μεγάλος Διδάσκαλός της αντιμετωπίζεται ως αρχηγός κράτους (βλ. πρόσφατη επίσκεψή του στον πρόεδρο της Δημοκρατίας της Αλβανίας), οι μοιραίες διοικήσεις του Ελληνικού Τεκτονισμού βιώνουν την ερημία του περιθωρίου. (Ακόμη και το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών τους «απέπεμψε» το Δεκέμβρη του 2007). Η κριτική μας δεν είναι τόσο σκληρή όσο η πραγματικότητα.
Απευθυνόμαστε στους λίγους πραγματικούς Έλληνες Ελευθεροτέκτονες που έχουν πια απομείνει σ' αυτή τη χώρα και τους ζητούμε να αντιδράσουν. Ο καθένας μας ας γίνει ένας πανίσχυρος πομπός του Εθνικού μηνύματος σ' όλο το κόσμο και να ενημερώσει για την αδικία σε βάρος της Ελλάδας. Ήδη οι φιλέλληνες ενημερώνονται και αντιδρούν. Η περίπτωση της δήλωσης Σαρκοζί μας δείχνει ότι ο αγώνας δεν χάθηκε.
Οι Τεκτονικές δυνάμεις όλου του κόσμου και οι πνευματικοί άνθρωποι, που είναι μέλη τους, ας ενημερωθούν για τις ενέργειες της παρούσας διοίκησης της Ηνωμένης Μεγάλης Στοάς της Αγγλίας και για τον τρόπο που αντιλαμβάνεται και χρησιμοποιεί το Τάγμα.
Κάτι θα γνωρίζουν και αυτοί.
Σ' αυτούς που υποκλίνονται και υποκρίνονται με άλλοθι τα της μη ανάμιξης σε πολιτικά θέματα και άλλες προστακτικές ευήθειες αποικιοκρατικής νοοτροπίας του περασμένου αιώνα, αφιερώνουμε τμήματα της νουβέλλας του Μεγάλου Λογοτέχνη και Ελευθεροτέκτονα που γεννήθηκε στην Ινδία και μυήθηκε σε Αγγλική Στρατιωτική Στοά εκεί, του Ρ. Κίπλινγκ, που στην Ελλάδα έγινε γνωστός από τις εξαίσιες μεταφράσεις ενός μεγάλου Ελευθεροτέκτονα και ιδεολόγου κομουνιστή, του Νίκου Καρβούνη.
Στην νουβέλλα του “ο άνθρωπος που θα γινόταν βασιλιάς” ο Κίπλινγκ περιγράφει την ιστορία δύο τυχοδιωκτών Άγγλων ελευθεροτεκτόνων, που με όπλα την δολιότητα, την βαναυσότητα, τον σύγχρονο εξοπλισμό, τον Ελευθεροτεκτονισμό και τις διαφορές των λιγότερο “πολιτισμένων” ανθρώπων, προσπαθούν να τους υποδουλώσουν και να τους εκμεταλλευθούν.
Κάθε συγκλονιστική ομοιότητα με καταστάσεις, πρόσωπα, ιστορίες, παλιές και νέες, της κοινωνίας μας, της χώρας μας η άλλων κοινωνιών και χωρών δεν είναι καθόλου τυχαία η συμπτωματική. Οι υπογραμμίσεις είναι δικές μας.
"Ονομάζεται Καφιριστάν.
Aπ' όσο γνωρίζω, βρίσκεται στην άνω δεξιά γωνία του Αφγανιστάν, το πολύ τρακόσια μίλια μακριά από το Πεσάβαρ. Eκεί έχουν τριάντα δύο παγανιστικά είδωλα, κι εμείς θα γίνουμε το τριακοστό τρίτο.
Είναι χώρα ορεινή, και οι γυναίκες των ̟περιοχών αυτών είναι ̟πανέμορφες ». « Μα το συμβόλαιο μας το απαγορεύει », είπε ο Κάρνεχαν. « Ούτε γυναίκες ούτε οινόπνευμα, Ντάνιελ ». Αυτά είναι όλα όσα γνωρίζουμε, καθώς επίσης και ότι κανείς δεν έφτασε ποτέ ως εκεί, και ότι, οι κάτοικοι πολεμούν μεταξύ τους και όπου γίνεται πόλεος, εκείνος που ξέρει να εκπαιδεύει τους άλλους έχει τη δυνατότητα να γίνει βασιλιάς.
«Θα πάμε στον τόπο αυτό και θα πούμε στον πρώτο βασιλιά που θα ανταμώσουμε: "Θέλεις να συντρίψεις τους εχθρούς σου;" και θα του μάθουμε πως να εκγυμνάζει στρατιώτες, διότι είναι κάτι που το ξέρουμε καλύτερα από καθετί άλλο. Κατόπιν θα ανατρέψουμε το βασιλιά που λέμε, θα αρπάξουμε το θρόνο του, και θα δημιουργήσουμε δυναστεία.
………………………………………..................................................
«Πρόκειται για ετερόκλητο συνονθύλευμα από διάφορα έθνη», παρατήρησε ο Ντράβοτ στοχαστικά, « και δεν κερδίζουμε τίποτα με το να γνωρίζουμε τα ονόματά τους. «Οσο περισσότερες φυλές τόσο περισσότερο θα τρώγονται εταξύ τους, πράγμα που μας συμφέρει. Από το Τζαγκνταλλάκ στό "Ασανγκ. Χ ! »
…………………………………………………………………
«Στο διάβολο ο Μπέλλιου! », είπε ο Κάρνεχαν. «Νταν, είναι πέρα για πέρα ένα τσούρμο ειδωλολάτρες, αλλά ετούτο το βιβλίο λέει πως πιστεύουν ότι συγγενεύουν με μας τους Εγγλέζους ».
…………………………………………………………………
«Όχι, τίποτα απ’ όλα αυτά. Μα τι λέτε; Στρίψαμε πριν από το Τζαγκνταλλάκ, γιατί ακούσαμε ότι οι δρόμοι ήταν βατοί. Όμως δεν ήταν αρκετά στρωτοί για τις δυό καμήλες — τη δική μου και του Ντράβοτ. Όταν εγκαταλείψαμε το καραβάνι, ο Ντράβοτ έβγαλε όλα τα ρούχα του, μου πήρε και τα δικά μου και είπε ότι θα γινόμαστε ειδωλολάτρες, επειδή οι Καφίρ δεν επέτρεπαν σε μωαμεθανούς να τους απευθύνουν το λόγο. Έτσι φορέσαμε ότι βρίσκαμε και ποτέ δεν έχω δει ούτε περιμένω να ξαναδώ το θέαμα που παρουσίαζε ο Ντάνιελ Ντράβοτ. Έκοψε τα μισά του γένια, έριξε στον ώμο μια προβιά και ξύρισε το κεφάλι σχηματίζοντας σχέδια στο κρανίο του. Έπειτα ξύρισε το δικό μου και με ανάγκασε να φορέσω ρούχα φρικαλέα για να μοιάζω με ειδωλολάτρη. Αυτά συνέβησαν σε μια περιοχή ορεινή, απροσπέλαστη για τις καμήλες μας.
Τα βουνά υψώνονταν σκοτεινά και, καθώς επέστρεφα, τα είδα να παλεύουν σαν αγριοκάτσικα — στο Καφιριστάν υπάρχουν του κόσμου τα κατσίκια. Κι αυτά τα βουνά ποτέ δεν ησυχάζουν, ακριβώς σαν τα κατσίκια. Όλο παλεύουν, και τη νύχτα δεν σ’ αφήνουν να κοιμηθείς
…………………………………………………………………
Ώσπου φάνηκαν δύο άντρες που οδηγούσαν τέσσερα μουλάρια. Ο Ντράβοτ σηκώνεται και χορεύει μπροστά τους τραγουδώντας : " Πούλησέ μου τέσσερα μουλάρια ". Οπότε λέει ο ένας απ' αυτούς : «Aν έχεις αρκετά για να τα αγοράσεις, έχεις αρκετά για να σε ληστέψουν» μα πριν προλάβει ν’ αγγίξει το μαχαίρι, ο Ντράβοτ του τσακίζει το λαιμό πάνω στο γόνατο, και ο άλλος το βάζει στα πόδια. Έτσι, ο Κάρνεχαν φόρτωσε στα μουλάρια τα τουφέκια που είχαν ξεφορτωθεί από τις καμήλες, και παρέα συνεχίσαμε μέσα στο τσουχτερό κρύο την πορεία μας στα βουνά, όπου ούτε ένα πέρασμα δεν βρήκαμε φαρδύτερο από την ανάστροφη της παλάμης……………………
Τότε, δέκα άντρες με τόξα και βέλη κατηφόρισαν στην κοιλάδα καταδιώκοντας είκοσι άντρες οπλισμένους με τόξα και βέλη, και γινόταν φοβερός σαματάς.
Ήταν άνθρωποι ανοιχτόχρωμοι —πιο ανοιχτόχρωμοι από σας ή εμένα—, κιτρινομάλληδες, πολύ καλοφτιαγμένοι. Αδειάζοντας τα όπλα, ο Ντράβοτ λέει : «Αρχίζει η επιχείρηση. Θα πολεμήσουμε στο πλευρό των δέκα », και μ' αυτά τα λόγια ρίχνει δυο τουφεκιές και σκοτώνει έναν από τους άλλους, στα διακόσια μέτρα από το βράχο που καθόμαστε.
Οι υπόλοιποι άρχισαν να τρέχουν, αλλά ο Κάρνεχαν με τον Ντράβοτ κάθονται στα κιβώτια σημαδεύοντάς τους σ’ οποιαδήποτε ακτίνα κατά μήκος της κοιλάδας. Εν συνεχεία, ζυγώνουμε τους δέκα άντρες που είχαν φύγει τρέχοντας μέσα στο χιόνι, κι αυτοί ρίχνουν εναντίον μας ένα μικροσκοπικό βέλος. Ο Ντράβοτ πυροβολεί στον αέρα, και πέφτουν όλοι με την κοιλιά στο έδαφος. Κατόπιν εκείνος πάει κοντά τους, τους ποδοπατά και ύστερα τους σηκώνει και σφίγγει τα χέρια όλων για να πιάσει φιλία. Τους φωνάζει και τους δίνει τα κιβώτια να τα μεταφέρουν, κουνώντας το χέρι σαν να ήταν κιόλας βασιλιάς. Αυτοί τον παίρνουν μαζί με τα κιβώτια και τον οδηγούν στο ύψωμα της αντικρινής πλευράς της κοιλάδας, σ’ ένα πευκόδασος στην κορυφή του λόφου, όπου ήταν στημένα μισή δωδεκάδα πέτρινα είδωλα.
Ο Ντράβοτ πλησιάζει το μεγαλύτερο —"Ιμπρα το ονομάζουν— και απιθώνει στα πόδια του ένα τουφέκι μ’ ένα φυσίγγι, τρίβοντας ευλαβικά τη μύτη του στη μύτη του αγάλματος, χαϊδεύει το κεφάλι του και υποκλίνεται μπροστά του. Γυρίζει τότε στους άντρες, γέρνει ελαφρά το κεφάλι και λέει : « Μην ανησυχείτε. Ξέρω απ’ αυτά, και τούτα τα μαραφέτια που βλέπετε είναι φίλοι μου». ΄ Έπειτα ανοίγει το στόμα δείχνοντας το εσωτερικό του, και όταν ο πρώτος του φέρνει φαγητό, αυτός λέει : «Όχι» κι όταν ο δεύτερος του φέρνει φαγητό, λέει πάλι : «Όχι» - μα μόλις του φέρνει να φάει ένας από τους γέρους ιερείς με τον αρχηγό του χωριού, τότε λέει : «Ναι», με ύφος υπεροπτικό, και τρώει αργά. Να πώς φτάσαμε στο πρώτο μας χωριό, χωρίς δυσκολίες, λες και είχαμε πέσει εξ ουρανού Όμως εμείς, βλέπετε, είχαμε πέσει από ια από εκείνες τις καταραμένες σχοίνινες γέφυρες, και δεν μπορεί να αξιώνει κανείς από έναν άνθρωπο να γελά κατόπιν τούτου ». « Πάρτε λίγο ακόμα ουίσκι και συνεχίστε », είπα. « Ήταν το πρώτο χωριό που πέρασε στην κυριότητά σας. Πως καταλήξατε να γίνετε βασιλιάς; » « Δεν έγινα εγώ βασιλιάς », είπε ο Κάρνεχαν. « Ό Ντράβοτ ήταν ο βασιλιάς, και φάνταζε πολύ όμορφος με τη χρυσή κορόνα στο κεφάλι και τα συνακόλουθα.
Αυτός μαζί με τον άλλο, τον σύντροφό του, εγκαταστάθηκαν στο εν λόγω χωριό, και κάθε πρωί ο Ντράβοτ στεκόταν πλάι στον γερο Ίμπρα, και ο λαός ερχόταν να τον προσκυνήσει. Τέτοιες ήταν οι εντολές του Ντράβοτ. Λίγο αργότερα έφτασε στην κοιλάδα μια ομάδα ανδρών. Ο Κάρνεχαν με τον Ντράβοτ τους εξολόθρευσαν με τα τουφέκια, προτού καταλάβουν που βρίσκονταν και οι δυο φίλοι κατηφορίζουν στην κοιλάδα, σκαρφαλώνουν στους αντικρινούς λόφους και ανακαλύπτουν άλλο ένα χωριό, όμοιο με το προηγούμενο, όπου οι κάτοικοι. πέφτουν στα πόδια και σκύβουν το κεφάλι.
Ό Ντράβοτ λέει :
" Τι συμβαίνει, λοιπόν, ανάμεσα σε σας τα δυο χωριά; ". Οι κάτοικοι του δείχνουν μια γυναίκα λευκή, σαν εσάς κι εμένα, που είχαν απαγάγει, και ο Ντράβοτ τη φέρνει στο πρώτο χωριό και μετρά τους σκοτωμένους — βγήκαν οχτώ. Για κάθε νεκρό ο Ντράβοτ χύνει στο έδαφος λίγο γάλα και διαγράφει κύκλους με τα χέρια, όπως κάνει ένας μύλος, λέγοντας : «όλα καλά». ΄
Έπειτα, αυτός και ο Κάρνεχαν παίρνουν από το μπράτσο τους φύλαρχους των δύο χωριών, κατεβαίνουν μαζί τους στην κοιλάδα κι αφού τους έδειξαν πως να χαράξουν με τη λόγχη μια ίσια γραμμή κατά μήκος της κοιλάδας, δίνουν στον καθένα από ένα χορταριασμένο κομμάτι της γης εκατέρωθεν της γραμμής. Τότε έρχονται κάτω όλοι οι κάτοικοι ξεφωνίζοντας σαν δαίμονες και ο Ντράβοτ τους λέει : " Πηγαίνετε να σκάψετε τη γη, αυξάνεσθε και πληθύνεσθε ", πράγμα που έκαναν, μολονότι δεν καταλάβαιναν. Έν συνεχεία τους ρωτάμε τις λέξεις των πραγάτων — ψωμί, νερό, φωτιά, άγαλμα και διάφορα άλλα, και ο Ντράβοτ φέρνει τον ιερέα κάθε χωριού μπρος στο είδωλο και του δίνει εντολή να καθήσει εκεί για να διατάζει τους ανθρώπους, κι αν κάτι πήγαινε στραβά, θα τον τουφέκιζε.»
Την επόμενη εβδομάδα είχαν όλοι στρωθεί στο σκάψιμο της κοιλάδας, αθόρυβοι σαν τις μέλισσες κι ακόμα πιο όμορφοι από αυτές, ενώ οι ιερείς άκουγαν τα παράπονα και εξηγούσαν στον Ντράβοτ μ ε νοήματα περί τίνος επρόκειτο. "Και αυτή δεν είναι παρά η αρχή", λέει ο Ντράβοτ. «Μας νομίζουν θεούς». Διαλέγουν με τον Κάρνεχαν είκοσι άντρες γερούς και τους μαθαίνουν πως να χτυπούν κάτω το τουφέκι, να σχηματίζουν τετράδες, να παρατάσσονται στη σειρά, κι εκείνοι ήταν πολύ ευχαριστημένοι, και μπήκαν εύκολα στο νόημα, χάρη στην εξυπνάδα τους. Έπειτα, βγάζει την πίπα και την καπνοθήκη του και αφήνει το ένα στο πρώτο χωριό, το άλλο στο δεύτερο, και βάζου ε πλώρη οι δυο μας για την επόμενη κοιλάδα, μήπως μπορέσουμε να κάνουμε κάτι κι εκεί. Εκεί, ανάμεσα στους βράχους συναντήσαμε ένα χωριουδάκι. Λέει λοιπόν ο Κάρνεχαν : «Ας τους στείλουμε στην άλλη κοιλάδα να την καλλιεργήσουν», και τους οδηγεί σ’ αυτή και τους παραχωρεί ένα κομμάτι γης που δεν είχε δοθεί στην προηγούμενη διανομή".