Σχόλια > Θρησκεία και Κοινωνία

Η πνευματική χειραγώγηση της Εκκλησίας

<< < (10/14) > >>

Rose:
Η ΜΩΡΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ ΣΕ ΑΝΤΙΔΙΑΣΤΟΛΗ ΜΕ ΤΗ ΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ....

http://www.greekbiblos.gr/7s.htm

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α΄

19 Γιατί είναι γραμμένο: Θα καταστρέψω τη σοφία των σοφών και τη σύνεση των συνετών θα απορρίψω. 1

20 Πού είναι ο σοφός; Πού ο γραμματέας; Πού ο συζητητής του αιώνα τούτου; Δε μώρανε ο Θεός τη σοφία του κόσμου; 2

21 Επειδή, λοιπόν, με τη σοφία του Θεού, δε γνώρισε ο κόσμος διαμέσου της σοφίας του το Θεό, ευδόκησε ο Θεός διαμέσου της μωρίας του κηρύγματος να σώσει εκείνους που πιστεύουν.3

22 Επειδή, πράγματι, οι Ιουδαίοι απαιτούν σημεία και οι Έλληνες ζητούν σοφία,

23 εμείς όμως κηρύττουμε Χριστό σταυρωμένο, αφενός στους Ιουδαίους είναι σκάνδαλο, αφετέρου στα έθνη μωρία. 4

24 Σ’ αυτούς όμως τους κλητούς, Ιουδαίους και Έλληνες, ο Χριστός είναι Θεού δύναμη και Θεού σοφία.

25 Γιατί το μωρό του Θεού είναι σοφότερο των ανθρώπων και το ασθενές του Θεού είναι ισχυρότερο των ανθρώπων.

26 Βλέπετε πράγματι την κλήση σας, αδελφοί, γιατί δεν είστε πολλοί σοφοί κατά σάρκα, δεν είστε πολλοί δυνατοί, δεν είστε πολλοί ευγενείς.

27 Αλλά τα μωρά του κόσμου εξέλεξε ο Θεός, για να καταντροπιάσει τους σοφούς5, και τα ασθενή του κόσμου εξέλεξε ο Θεός, για να καταντροπιάσει τα ισχυρά

---------------------------------------------------------------------------

Σχόλια:

Το Ελληνικό Ολυμπιακό Πνεύμα μας μιλάει για ΑΘΛΗΤΙΣΜΟ, δηλαδή για ΑΘΛΟΥΣ... για Ηρωϊσμό, και στο Σώμα και στο Πνεύμα... Ο Ελληνισμός προωθούσε την Σοφία, την ευγενή άμιλα, το να φτάσουμε όσο γίνεται πιο ψηλά σε όλα τα επίπεδα, και να πετύχουμε κάποια στιγμή, μέσω της πορείας της εξέλιξής μας, μέσω της προσπάθειάς μας για κατανόηση, να πετύχουμε την θέωση...

'Οποιος μελετήσει το προϊόν του χριστιανισμού σε αντιδιαστολή με το προϊόν του Ελληνισμού, θα έρθει αντιμέτωπος με την πραγματικότητα πως ο χριστιανισμός δημιουργεί πρόβατα, υπόδουλους και μωρούς, ενώ ο Ελληνισμός σοφούς, ήρωες, αθλητές, και θεανθρώπους.

Η ΓΝΩΣΗ είναι Η ΔΥΝΑΜΗ, και όποιος δεν γνωρίζει είναι απλά μωρός, και εύκολα εκμεταλεύσιμος...

----------------------------------------------------------------------------------------------
1Τελικά αυτός είναι Θεός ή Σατανάς...  :D
2Ο χριστιανισμός σίγουρα αποβλάκωσε τελείως τον κόσμο...  ;D
3'Οπως κυρήτει ο χριστιανισμός, οι Σοφοί δεν κατάφεραν να βρουν τον αληθινό θεό, αλλά το κατάφεραν κάποιοι αμόρφωτοι βλάκες...  :D
4Σε όλους τους μορφωμένους λαούς, ο χριστιανισμός φαινόταν όντως μωρία...  ;)
5Δυστυχώς οι μωροί του χριστιανισμού επιβλήθηκαν στον κόσμο, δια του φανατισμού και της βίας, αλλά ευτυχώς, η θητεία τους έληξε... Μπορούμε πλέον σύντομα όλοι οι άνθρωποι της γης να πίνουμε ελεύθερα από το νερό της Γνώσης...

Rose:
ΤΡΙΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΘΥΜΟΥ

ΟΙ ΚΑΛΟΓΕΡΟΙ

Είμαστ’ οι άνεργοι και οι άχαροι,
και της ζωής είμαστ’ εμείς οι καταλαλητάδες,
για να πατάμε και να σβήνουμε είμαστε
τα ωραία και τ’ αληθινά, τ’ άνθια και τις λαμπάδες.

Τον ήλιο και τα ηλιόχαρα οχτρευόμαστε,
και τις αγάπες της καρδιάς και του παιδιού τα γέλια,
με νεκροσάβανο σκεπάζουμε
το Λόγο τον τετράψυχο στα γαληνά Βαγγέλια.

Είμαστ’ ο κούφιος ήχος ο παράταιρος
στων κεραυνών το ταίριασμα και στων κελαιδημάτων,
χαλάσματα και σκιάχτρα κάνουμε
τους θείους ναούς και τα λευκά κορμιά των αγαλμάτων.

Μα να ο ραγιάς τα σύντριψε τα σίδερα,
«Ζωή!» ο Τεχνίτης έκραξε, Σοφέ, αλαλάζεις «Νίκη!»
φύγαμε τότε και τρυπώσαμε
μέσ’ στων ερήμων τις μονιές και γίναμεν οι λύκοι.

Και τώρα κάθε που απαντήσουμε
την Υπατία την άτρομην Ιδέα την αστρομάτα,
τη σφάζουμε, τη χιλιοκομματιάζουμε,
και – ω λύσσα! – τα κομμάτια της τα ρίχνουμε στη στράτα.

Η ΒΕΡΓΑ ΤΟΥ ΖΩΙΛΟΥ

Στην πλάση, από της θάλασσας τη μάνητα
ως τον τριγμό του σαρακιού, κι απ’ το βουνό ως το χνούδι,
και μέσα στα βουβά και μέσ’ στ’ ασίγητα,
στα πάντα δυσκολόβρετο κοιμάται ένα τραγούδι.

Και το τραγούδι το ξυπνάνε οι Ομηροι,
σάρκα του δίνουν, ψυχή, φως, το κάνουν πλάσμα και άστρο,
κ’ ύστερα. εσείς, κιθάρες δρόμο δόστε του!

Με το τραγούδι υψώνεται της Πολιτείας το κάστρο,
μέσ’ στο τραγούδι ο Νόμος πρωτοβλάστησε,
κι από της λύρας τα όνειρα τα έργα τα μεγάλα
οι δόξες των εθνών των κοσμοξάκουστων
κρατούνε πρωτοβύζαχτο του τραγουδιού το γάλα.

Για τούτο πλάστες και προφήτες οι Ομηροι,
αταίριαστοι, αδασκάλευτοι, άκακοι, ξένοι, ωραίοι
μέσα στη θεία τους γλώσσα την αγράμματη
Ηρώων αλαλάζει λαός, μιας μάννας καρδιά κλαίει.

Μέσα στη θεία τους γλώσσα την αγράμματη
με πρόσωπο Πεντάμορφης είναι γραμμέν’ η Ιδέα,
ζωές, αλήθειες, πάθια, λαχταρίσματα,
κι όλα όσα λέτε, αστόχαστοι και ανίδεοι, χ υ δ α ί α !

Για τούτο καταριέστε το τραγούδι τους,
που ρέει γοργά με τα νερά ψηλάθε τα καθάρια,
εσείς, του Ξεπεσμού λουλούδια ατίμητα
σας έχει ο νους απόπαιδα κ’ η ασκημιά βλαστάρια!

Για τούτο, αν κάνουν οι Ομηροι να τρέμετε,
τρομάρα του ανεμόδαρτου στο δέντρο απάνω φύλλου,
των Ομήρων τους ίσκιους δεν τους τρέμετε.
Κι αυτούς χτυπάτε, παίρνοντας τη βέργα του Ζωίλου!

Ο ΠΟΙΗΤΗΣ

Μόνος. Εν’ άδειο απέραντο τριγύρω μου,
και μιας πολέμιας χλαλοής ασώπαστη η φοβέρα.
Κι όταν εκείνη κατακάθεται,
μόνος, θανάσιμη σιωπή παγώνει πέρα ως πέρα.

Μόνος. Μ’ αρνήθηκαν οι σύντροφοι,
κι από το πλάι μου γνωστικά τ’ αδέρφια τραβηχτήκαν.
Μ’ έδειξε κάποιος. – Νά τος! – Καταπάνω μου
γυναίκες, άντρες, γέροντες, παιδιά, σκυλιά ριχτήκαν.

Το χέρι το ακριβό της Οδηγήτρας μου,
που με κρατούσε, ανοίχτηκε προς άλλα χάιδια ... Μόνος.
Σε βάθη μυστικά περνούνε αστράφτοντας
των ασκητάδων οι χαρές, του μαρτυρίου ο θρόνος.

Φωτιά ‘βαλαν, το κάψανε το σπίτι μου,
και σύντριψαν τη λύρα μου με τη βαθιά αρμονία.
Την Πολιτεία δυό Λάμιες τη ρημάζουνε:
η λύσσα του καλόγερου, του δασκάλου η μανία.

Της Πολιτείας η πόρτα κλείστηκε,
με διώξανε, έρμος βρέθηκα στα έρμα μονοπάτια
και της Ιδέας της αστρομάτας, που έσφαξαν
από τη στράτα μάζωξα τα ολόφωτα κομμάτια.

Και τάσπερνα στο διάβα μου, και φύτρωναν
εδώ παράδεισοι, κ’ εκεί βασίλεια, κ’ εκεί πέρα
παλάτια κ’ εκκλησιές και δρακοντόκαστρα.
Κι όλα στην ίδια ευφραίνονταν ανύχτωτην ημέρα.

Κωστής Παλαμάς - 1901

Rose:
Η Μπαλάντα Του Κυρ' Μέντιου:
 
Δε λυγάνε τα ξεράδια
και πονάνε τα ρημάδια!
Κούτσα μια και κούτσα δυο
της ζωής το ρημαδιό!
 
Mεροδούλι, ξενοδούλι!
Δέρναν ούλοι: αφέντες, δούλοι,
ούλοι: δούλοι, αφεντικό
και μ' φήναν νηστικό.
 
Tα παιδιά, τα καλοπαίδια,
παραβγαίνανε στην παίδεια
με κοτρόνια στα ψαχνά,
φούχτες μύγα στ' αχαμνά!
 
Aνωχώρι, Κατωχώρι,
ανηφόρι, κατηφόρι,
και με κάμα και βροχή,
ώσπου μου 'βγαινε η ψυχή.
 
Eίκοσι χρονώ γομάρι
σήκωσα όλο το νταμάρι
κι' έχτισα, στην εμπασιά
του χωριού, την εκκλησιά.
 
Kαι ζευγάρι με το βόδι
(άλλο μπόι κι' άλλο πόδι)
όργωνα στα ρέματα
τ' αφεντός τα στρέμματα.
 
Kαι στον πόλεμ' "όλα για όλα"
κουβαλούσα πολυβόλα
να σκοτώνωνται οι λαοί
για τ' αφέντη το φαϊ.
 
Kαι γι' αυτόνε τον ερίφη
εκουβάλησα τη νύφη
και την προίκα της βουνό,
την τιμή της ουρανό!
 
Aλλά εμένα σε μια σφήνα
μ' έδεναν το Μαη το μήνα
στο χωράφι το γυμνό
να γκαρίζω, να θρηνώ.
 
Kι' ο παπάς με την κοιλιά του
μ' έπαιρνε για τη δουλειά του
και μου μίλαε κουνιστός:
"Σε καβάλησε ο Χριστός!

Δούλευε για να στουμπώσει
όλ' η Χώρα κι' οι καμπόσοι.
Μη ρωτάς το πώς και τί,
να ζητάς την αρετή!
 
-Δε βαστάω! Θα πέσω κάπου!
-Ντράπου! Τις προγόνοι ντράπου!
-Αντραλίζομαι!... Πεινώ!...
-Σούτ! θα φας στον ουρανό!"
 
Kι' έλεα: όταν μιαν ημέρα
παρασφίξουνε τα γέρα,
θα ξεκουραστώ κι' εγώ,
του θεού τ' αβασταγό!
 
Kι' όταν ένα καλό βράδυ
θα τελειώσει μου το λάδι
κι' αμολήσω την πνοή
(ένα πουφ είν' η ζωή),
 
H ψυχή μου θε να δράμη
στη ζεστή αγκαλιά τ' Αβράμη,
τ' άσπρα, τ' αχερένια του
να φιλάει τα γένια του!
 
Γέρασα κι' ως δε φελούσα
κι' αχαϊρευτος κυλούσα,
με πετάξανε μακριά
να με φάνε τα θεριά.
 
Kωλοσούρθηκα και βρίσκω
στη σπηλιά τον Αι-Φραγκίσκο:
"Χαίρε φως αληθινόν
και προστάτη των κτηνών!
 
Σώσε το γέρο κύρ Μέντη
απ' την αδικιά τ' αφέντη,
συ που δίδαξες αρνί
τον κύρ λύκο να γενή!
 
Tο σκληρόν αφέντη κάνε
από λύκο άνθρωπο κάνε!..."
Μα με την κουβέντα αυτή
πόρτα μου 'κλεισε κι' αυτί.
 
Tότενες το μαύρο φίδι
το διπλό του το γλωσσίδι
πίσω από την αστοιβιά
βγάζει και κουνάει με βιά:
 
"Φως ζητάνε τα χαϊβάνια
κι' οι ραγιάδες απ' τα ουράνια,
μα θεοί κι' όξαποδώ
κει δεν είναι παρά δώ.
 
Aν το δίκιο θες, καλέ μου,
με το δίκιο του πολέμου
θα το βρης. Οπου ποθεί
λευτεριά, παίρνει σπαθί.

Mη χτυπάς τον αδερφό σου-
τον αφέντη τον κουφό σου!
Και στον ίδρο το δικό
γίνε συ τ' αφεντικό.
 
Χάιντε θύμα, χάιντε ψώνιο
χάιντε Σύμβολον αιώνιο!
Αν ξυπνήσεις, μονομιάς
θα 'ρτη ανάποδα ο ντουνιάς.

Kοίτα! Οι άλλοι έχουν κινήσει
κι' έχ' η πλάση κοκκινήσει
κι' άλλος ήλιος έχει βγη
σ' άλλη θάλασσ', άλλη γη".

Κώστας Βάρναλης

Rose:
http://thegardensofmagnificence.blogspot.com/2006/01/blog-post.html

Οταν αφόριζαν τον Λασκαράτο

Το άγαλμα του Ανδρέα Λασκαράτου δεσπόζει στο Ληξούρι.

Ηταν το 1856 -ακριβώς πριν από 150 χρόνια- όταν ο Ανδρέας Λασκαράτος (1811-1901) κυκλοφορούσε τα «Μυστήρια της Κεφαλονιάς», ένα βιτριολικό βιβλίο, στο οποίο «μαστιγώνει αλύπητα, εξευτελίζει ή και καθυβρίζει τον κλήρο, ενώ συγχρόνως διακωμωδεί τα κοινωνικά ήθη των Κεφαλονιτών», όπως επισημαίνει ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Θόδωρος Καρζής στο άκρως ενδιαφέρον και απολαυστικό βιβλίο του «Η σάτιρα και η παγκόσμια ιστορία της» που κυκλοφόρησε πρόσφατα (εκδόσεις Καστανιώτη). Και συνεχίζει:

«Το βιβλίο ξεσήκωσε φοβερό σάλο στους κόλπους της Εκκλησίας, αλλά και ανάμεσα στους ριζοσπάστες, που τον μισούσαν για τις πολιτικές του θέσεις. Ο Λασκαράτος καταγγέλλεται ως υβριστής των θείων, προτεστάντης και άθεος -με τις δύο τελευταίες κατηγορίες, φυσικά, σε πλήρη αντίφαση μεταξύ τους. "Ο λαός -σημειώνει άλλος μελετητής του- εξερεθιζόμενος, τοσούτον κατελήφθη υπό θρησκευτικού φανατισμού, ώστε και αυτή η ζωή του συγγραφέως ηπειλείτο· η Εκκλησία της Κεφαλληνίας, τη 2α Μαρτίου 1856, απεκήρυξε τον συγγραφέα, ως μέλος σαπρόν, δι' αφορισμού".

Το ίδιο έκανε και ο επίσκοπος της Ζακύνθου. Αλλά ο... αφορεσμένος, αν και με δύο ήδη αφορισμούς στην τσέπη, ατάραχος, αμετανόητος ρωτάει:

-Και τι θα πάθω που με αφόρισαν;

-Να, το κορμί σου δε θα λιώσει ποτέ.

-Τουλάχιστον αφόρισαν και τα παπούτσια μου για να μη λιώσουν οι σόλες μου;».

Δεν είναι μόνον η Εκκλησία:«Οι συμπολίτες του τον αντιμετωπίζουν εχθρικά και τον απομονώνουν κοινωνικά. Κάθε φορά που βγαίνει στο δρόμο, διάφοροι συνοικιακοί "παλληκαράδες" τον προπηλακίζουν, τον βρίζουν, τον απειλούν, τον φτύνουν, του κάνουν το βίο αβίωτο.

Μια οδυνηρή προσωπική περιπέτεια, συνηθισμένη, άλλωστε, όπως ξέρουμε, στους σατιρικούς, που ο κυνηγημένος θα σχολιάσει με καυστικούς στίχους:

ΣΥΧΑΡΙΑΣΜΑΤΑ ΕΙΣ ΓΕΝΕΘΛΙΑ ΓΑΪΔΑΡΟΥ

Νά' ν' καλορίζικο το νιο γαϊδούρι
και του εύχομαι όση δύναται ανθρωπιά!
Μα όχι οχ την ντόπια, γιατί τότε δα
είναι καλύτερα να 'ναι γαϊδούρι.

Και ακόμη, σε μια θεωρητική τοποθέτησή του πάνω στο ίδιο ζήτημα:

"Εγώ υποφέρνω την αγανάκτηση του Οχλου που ζει σήμερα, διά να ωφελήσω τον Οχλο που θα ζήσει αύριο."

Η περιπέτεια δεν τελειώνει εδώ. Φεύγει από το νησί του και εγκαθίσταται στη γειτονική Ζάκυνθο, όπου εκδίδει τη σατιρική εφημερίδα Ο Λύχνος -για να οδηγηθεί, όμως, από το πρώτο κιόλας φύλλο, στο εδώλιο.

Η κατηγορία ήταν ότι είχε γράψει τη βλάσφημη φράση:

"Η σαρακοστή έχει 48 ημέρες, όπως το σελίνι έχει 48 φαρδίνια" [βρετανικό νόμισμα].

Το δικαστήριο αποφαίνεται ότι, πράγματι, ο κατηγορούμενος διέπραξε το ποινικό αδίκημα της "εξυβρίσεως της θρησκείας", τον καταδικάζει σε τετράμηνη φυλάκιση και ο ποιητής οδηγείται στις φυλακές (...)»

Ο Λασκαράτος, απτόητο πνεύμα αντιλογίας, μαζί με όλα τα άλλα του αντι- δεν είναι μόνο φανατικός αντικληρικαλιστής, είναι και ορκισμένος αντιμοναρχικός. Δημοσιεύει πρώτα την Απόκριση εις τον αφορεσμόν του κλήρου, για την οποία παραπέμπεται να δικαστεί στο κακουργιοδικείο(!), όπου, πάντως, οι ένορκοι των αθώωσαν· ενώ, αργότερα, γίνεται έξαλλος μαθαίνοντας ότι κάποιοι αυλοκόλακες πρότειναν λαϊκό έρανο για την αγορά χρυσής κολυμπήθρας, στην οποία θα βαφτιζόταν ο διάδοχος Κωνσταντίνος.

"Μεγαλειότατε, τρακόσιες χιλιάδες δραχμές για την κολυμπίθρα του διαδόχου είναι τρακόσιες χιλιάδες μαρτυριές ότι το Εθνος μας εζουρλάθηκε. Δέξου, Μεγαλειότατε, την προσφορά που σου κάνουνε· μα χτίσε με τα χρήματα εκείνα φρενοκομεία..." -γράφει, με αποτέλεσμα να επέμβει και πάλι ο εισαγγελέας. (...)»

Το ασταμάτητο κυνηγητό ανάγκασε τον ποιητή να περάσει μεγάλος μέρος της ζωής του στο εξωτερικό. Μπορούσε κανείς να τον συναντήσει πότε στο Λονδίνο, πότε στο Κέμπριτζ, πότε στο Παρίσι, πότε στην Πίζα, αλλά πάντοτε με την πέννα στο χέρι, να επιδίδεται τόσο στη σάτιρα όσο και σε άλλα λογοτεχνικά είδη: διήγημα, δοκίμιο, αφήγημα, στοχασμός, μαρτυρία, λίβελος. Μερικά από τα πολυάριθμα έργα του είναι γραμμένα απευθείας στην ιταλική ή στην αγγλική γλώσσα.

Σημαντικότερο θεωρείται το πεζό Ιδού ο άνθρωπος ή Χαρακτήρες, όπου ανατέμνει βαθιά όσο και σαρκαστικά τους διάφορους τύπους που συναποτελούν τον κοινωνικό κορμό».

Αλλά έχει ο καιρός γυρίσματα:«Οταν έγινε πασίγνωστος και διάσημος, ακόμη κι έξω από τη μικρή ελληνική επικράτεια, η πνευματική ελίτ της Αθήνας τον αναγνώρισε επίσημα και τον προσκάλεσε στην πρωτεύουσα, όπου του επιφύλαξε τιμητική και πανηγυρική υποδοχή. Τότε η Ιερά Σύνοδος, με τη σειρά της, θέλησε να συμβιβαστεί μαζί του και να τον πείσει να αποκηρύξει Τα μυστήρια της Κεφαλονιάς με αντάλλαγμα την άρση του αφορισμού. Αλλά ο Λασκαράτος αρνήθηκε πεισματικά, απαντώντας στις εκκλησιαστικές αρχές με μία και μόνη, λακωνική όσο και κατηγορηματική φράση:

"Είμαι πρόθυμος να συμβιβαστώ με τους εχθρούς μου όταν γίνουν τίμιοι σαν κι εμένα".

Τελικά, η Σύνοδος παραδέχτηκε στην πράξη την ήττα της, αποφασίζοντας να άρει μονομερώς τον αφορισμό. Ηταν μια δεκαετία πριν από το θάνατο του ποιητή, ο οποίος, στα ενενήντα του χρόνια, κηδεύτηκε εκκλησιαστικά.

Σήμερα, στο Ληξούρι της Κεφαλονιάς, εκεί όπου τον έβριζαν και τον ξυλοκοπούσαν, ορθώνεται επιβλητικό το άγαλμα του Ανδρέα Λασκαράτου».

Rose:
http://www.e-bookshop.gr/ebooks/default.asp?BookID=138&Categ=-main-

Τα μυστήρια της Κεφαλλονιάς είναι το πιο χαρακτηριστικό έργο του Ανδρέα Λασκαράτου. Γράφτηκε στα 1856 με υπότιτλο «ή σκέψες απάνου στην οικογένεια, στη θρησκεία και στην πολιτική εις την Κεφαλλονιά».

Το βιβλίο διαιρείται σε αυτά τα τρία μέρη και ο συγγραφέας παραθέτει τις σκέψεις του πάνω σε αυτά τα ζητήματα που τα θεωρούσε κεφαλαιώδους σημασίας. Ο Λασκαράτος έχει ηθικοδιδακτική πρόθεση και σατιρίζει στο έργο του τις προλήψεις και τις δεισιδαιμονίες, την αμορφωσιά και τη μιζέρια των τότε συμπατριωτών του καθώς και την διαφθορά του ορθόδοξου κλήρου της Κεφαλονιάς. Καμία κοινωνική σύμβαση της εποχής δεν γλύτωσε από τα βέλη του.

Όπως ήταν φυσικό, Τα μυστήρια της Κεφαλλονιάς προκάλεσαν θυελλώδεις αντιδράσεις, που έφτασαν ως τον αφορισμό του Λασκαράτου αρχικά από τον Μητροπολίτη Κεφαλονιάς και έπειτα από την Ιερά Σύνοδο. Το έργο ξεχωρίζει για το δυναμικό, επιθετικό του ύφος. Πολεμά, σαρκάζει, και αντιμάχεται την αδικία.

Η σάτιρά του απόβλεπε στο να διορθώσει τα κακώς κείμενα. Η γλώσσα του είναι μια μείξη δημοτικής, καθαρεύουσας και πολλών ιδιωματικών επτανησιακών εκφράσεων, που κάνει τον λόγο του άμεσο και ζωηρό.

Πλοήγηση

[0] Λίστα μηνυμάτων

[#] Επόμενη σελίδα

[*] Προηγούμενη σελίδα

Μετάβαση στην πλήρη έκδοση