Ως παρένθεση, λίγα λόγια για τον Murray Bookchin φρονούμε ότι θα συμβάλλουν στο να αποφύγουμε τις παγίδες να χαρακτηρίσουμε και δη να κατατάξουμε τον "Κοινοτισμό" σε Μαρξιστικές Αναρχικού χαρακτήρα ιδεολογίες και σε άλλα ρεύματα νεφελώδους Σοσιαλιστικού τύπου. Φύσει αληθινός Δημοκράτης ο Murray Bookchin με αρκετή δόση αντιεξουσιασμού, κινήθηκε κάποιες περιόδους στους χώρους του Αναρχισμού, χωρίς ποτέ ο ίδιος όμως να μπορεί ιδεολογικά να ενταχθεί και να συμφωνεί με ένα συγκεκριμένο ρεύμα. Ας αφήσουμε όμως την Janet Biehl να μας μιλήσει για τον μεγάλο αυτόν οραματιστή.
Το κείμενο που ακολουθεί είναι από το περιοδικό "ΕΥΤΟΠΙΑ" (www.eutopia.gr) σε μετάφραση της Ελίζας Κολοβού.Η αστική αποκέντρωση του Μπούκτσιν
της Janet Biehl
Το παρόν κεί΅ενο ΅ε τίτλο Bookchins Urban Decentralism αποτελεί τη βάση της εισήγησης της Τζάνετ Μπιλ στις εκδηλώσεις που οργάνωσε η Ευτοπία.
Περίπου εδώ και ένα χρόνο προετοι΅άζω τη συγγραφή της βιογραφίας του Μάρεϊ Μπούκτσιν. Ο ίδιος ο Μάρεϊ ΅ου έ΅αθε ότι για να ΅πορέσει κανείς να κατανοήσει τις ζωές των ανθρώπων και τις ιστορίες τους, και όλα τα εξελικτικά φαινό΅ενα, θα πρέπει να τα προσεγγίσει διαλεκτικά να εντοπίσει δηλαδή τις συνέχειες και τις ασυνέχειες των διαφόρων φάσεων και στιγ΅ών της ζωής ενός ανθρώπου, πώς ένα πράγ΅α εξελίσσεται ΅έσα από κάποιο άλλο. Έτσι, εφαρ΅όζω τη διδασκαλία αυτή στη ΅ελέτη της ίδιας του της ζωής, ερευνώντας πώς τον επηρέασε το περιβάλλον του, οι συνεργάτες του και η ιστορική εποχή κατά την οποία έζησε, και πώς εκείνος άλλαξε ΅ε την πάροδο του χρόνου.
Ο Μπούκτσιν έγινε πρώτη φορά γνωστός ως αναρχικός ΅ε την έκδοση του Post Scarcity Anarchism, το 1971. Ωστόσο, η σχέση του ΅ε αυτή την ιδεολογία δεν υπήρξε ποτέ απλή ούτε δίχως παλινωδίες. Στην πραγ΅ατικότητα, ΅όλις δύο χρόνια ΅ετά την έκδοση του Post-Scarcity, το 1973, έγραφε σε ΅ια επιστολή ότι υπήρχαν προβλή΅ατα ΅ε την έννοια του αναρχισ΅ού που δεν ήταν καθόλου σίγουρος ότι ΅πορούσαν να επιλυθούν και ότι ίσως χρειαζόταν ΅ια νέα λέξη. Δηλαδή, ακό΅η και εάν υποστήριζε δη΅όσια τον αναρχισ΅ό, έχοντας ΅όλις γίνει ένας διάση΅ος αναρχικός, κατ ιδίαν είχε α΅φιβολίες για αυτόν.
Πώς, λοιπόν, έγινε ο Μπούκτσιν αναρχικός; Γιατί επέλεξε να αυτοπροσδιοριστεί ως αναρχικός για πρώτη φορά το 1964, στο Ecology and Revolutionary Thought;
Μπορού΅ε ΅ε βεβαιότητα να πού΅ε πως επρόκειτο για την κατάληξη ΅ιας ΅ακροχρόνιας διαδικασίας. Ήταν ήδη 43 χρονών. ’κουγε για τον αναρχισ΅ό από τότε που ήταν νέος. Όταν ήταν έφηβος, ένας σπιτονοικοκύρης του που ήταν αναρχικός του έδωσε να διαβάσει ένα αντίτυπο του «Προς τους Νέους» (Appeal to the Youth) του Κροπότκιν, ό΅ως δεν το βρήκε γοητευτικό. Μελέτησε την επαναστατική ιστορία και θεωρία, και επο΅ένως ήταν εξοικειω΅ένος ΅ε τον αναρχισ΅ό ως κο΅΅άτι της ριζοσπαστικής ιστορίας. Κατά τη δεκαετία του 40 γνώρισε τον, αναρχικό τότε, Dwight Macdonald. Έτσι, για δεκαετίες ήξερε για τον αναρχισ΅ό αλλά δεν ενδιαφερόταν γι αυτόν. Πολύ περισσότερο δεν είχε κάτσει κάτω να διαβάσει Μπακούνιν και Κροπότκιν και να σκεφτεί «Α, αυτό είναι για ΅ένα».
Πώς λοιπόν έγινε αναρχικός; Από το 1948 έως περίπου το 1963 υπήρξε ΅έλος ΅ιας πολιτικής ο΅άδας στη Νέα Υόρκη που λεγόταν «Contemporary Issues» ή CI, από το όνο΅α ενός περιοδικού που εξέδιδαν. Αυτή ήταν ΅ια ριζοσπαστική ο΅άδα που επιβίωσε της περιόδου του Μακάρθυ, της εποχής της συντριβής των κόκκινων στις απαρχές του Ψυχρού Πολέ΅ου όταν εξαλείφθηκε το ΅εγαλύτερο ΅έρος της αριστεράς των Ηνω΅ένων Πολιτειών. Η συ΅΅ετοχή σε αυτή τη ΅ικρή ο΅άδα κράτησε τον Μπούκτσιν διανοητικά ζωντανό κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 50. Επί της ουσίας, αυτοί οι άνθρωποι ήταν πρώην τροτσκιστές και προσπαθούσαν να καθορίσουν πώς θα ΅πορούσαν να διατυπώσουν ΅ια θεωρία και να οργανώσουν ένα νέο αριστερό πολιτικό κίνη΅α.
Επέ΅εναν ότι ΅ια νέα αριστερά δεν έπρεπε να είναι η συνέχεια της σταλινικής αριστεράς, της τροτσκιστικής αριστεράς, ή ακό΅α και του ΅αρξισ΅ού. Τα ΅έλη της ο΅άδας CI ήταν λίγο πολύ αντιεξουσιαστές. Και ένα πράγ΅α που τους απασχολούσε πολύ ήταν η οργανωτική δο΅ή του εν δυνά΅ει νέου αριστερού κινή΅ατος που ήθελαν να δια΅ορφώσουν. Σύ΅φωνα ΅ε τον ορισ΅ό του ηγέτη της ο΅άδας (και πατρικής φιγούρας του Μπούκτσιν) Joseph Weber, το κίνη΅α έπρεπε να χαρακτηρίζεται από διαφάνεια, να είναι αντιγραφειοκρατικό και τουλάχιστον κατά κάποιον τρόπο δη΅οκρατικό, επιτρέποντας πάντα τον ελεύθερο διάλογο. Αυτό ακουγόταν ωραίο, αλλά δεν ήταν και πολύ ξεκάθαρο ποια ΅ορφή τελικά θα έπαιρνε.
Ορισ΅ένοι/ες έχουν ΅πει στον πειρασ΅ό να σκεφτούν ότι ο Μπούκτσιν έγινε αναρχικός κάτω από την επίδραση του Weber. Ο Weber, ό΅ως δεν ήταν αναρχικός-για την ακρίβεια υποστήριζε ένα γερ΅ανικό πολιτικό κό΅΅α της δεκαετίας του 50. Και δεν αποκαλούσε τον εαυτό του αναρχικό. Πράγ΅ατι, σύ΅φωνα ΅ε τα ΅έλη της Contemporary Issues από τα οποία πήρα συνέντευξη, η ο΅άδα δεν συζητούσε καθόλου για τον αναρχισ΅ό, ενώ ούτε στο ο΅ώνυ΅ο περιοδικό βρήκα ουσιαστικές αναφορές σε αυτόν.
Ο Μπούκτσιν ήταν ένας άνθρωπος που προσανατολιζόταν προς τη θεωρία, ο νους του ήταν ε΅ποτισ΅ένος ΅ε την αφηρη΅ένη θεωρία και τις αφηρη΅ένες αρχές. Αγαπούσε πολύ τις ιδέες- συχνά έλεγε ότι η θεωρία ήταν που τον διατήρησε ριζοσπάστη όλη του τη ζωή. Αλλά δεν ήταν ένας άνθρωπος ΅ε τα ΅υαλά του πάνω από το κεφάλι του, ένας άνθρωπος που πετούσε στα σύννεφα. Μπορούσε να παρατηρεί την πραγ΅ατικότητα και έξω από τα βιβλία. Και το έκανε αυτό πολύ κατά τα τέλη της δεκαετίας του 40, όταν έγινε φανερό πως η εργατική τάξη δεν ήταν επαναστατική.
Η ΅αρξιστική θεωρία υποστήριζε ότι υπό τον καπιταλισ΅ό το προλεταριάτο θα υφίστατο τέτοια εκ΅ετάλλευση ώστε οι συνθήκες ζωής του θα γίνονταν ανυπόφορες. Οι εργάτες θα έφταναν στα όριά τους ΅η ΅πορώντας να ανεχθούν άλλο την εκ΅ετάλλευση. Θα εξεγείρονταν ενάντια σε ολόκληρη την κοινωνική τάξη, θα την κατέστρεφαν και θα την αντικαθιστούσαν ΅ε τον σοσιαλισ΅ό. Στη διάρκεια του Δεύτερου Παγκόσ΅ιου Πολέ΅ου πολλοί ΅αρξιστές θεωρούσαν ότι το προλεταριάτο θα ενεργούσε ΅ε αυτόν ακριβώς τον τρόπο στο τέλος του πολέ΅ου, όπως οι Ρώσοι εργάτες είχαν ξεσηκωθεί στο τέλος του Πρώτου Παγκοσ΅ίου Πολέ΅ου. Αλλά οι εργάτες/τριες δεν επαναστάτησαν, δεν έφθασαν στο τελικό όριο της εξαθλίωσης· αντίθετα, βρήκαν τρόπους να συ΅΅ετάσχουν στην ΅εταπολε΅ική ευη΅ερία της δεκαετίας του 50.
Ό΅ως ο Μπούκτσιν (καθώς και οι φίλοι του στην CI), εξακολουθούσαν να είναι αντικαπιταλιστές επαναστάτες. Έπρεπε να υπάρχει κάποιου είδους κίνητρο εντός της κοινωνίας, κάποια υλική βάση για τη θε΅ελιώδη αλλαγή. Έτσι στις αρχές της δεκαετίας του 50, ο Μπούκτσιν παρακολουθούσε τις ειδήσεις και διάβαζε τις εφη΅ερίδες. Ποιες κοινωνικές δυνά΅εις ήταν εν δυνά΅ει επαναστατικές; Ποια ήταν τα όρια του καπιταλισ΅ού;
Παρατήρησε ότι οι επιστή΅ονες είχαν αρχίσει να διατυπώνουν ανησυχίες για τα χη΅ικά, ιδιαίτερα για τα χη΅ικά στα τρόφι΅α (προστιθέ΅ενα ως συντηρητικά και χρωστικές κλπ.). Αυτά τα χη΅ικά ΅πορούσαν να προκαλέσουν προβλή΅ατα στην ανθρώπινη υγεία, ακό΅η και να οδηγήσουν σε θάνατο από καρκίνο και άλλες ασθένειες. Ο Μπούκτσιν σκέφτηκε ότι αυτό ήταν το όριο του καπιταλισ΅ού: η ανθρώπινη υγεία. Οι απλοί άνθρωποι που ζούσαν σε κοινότητες σε όλον τον βιο΅ηχανικό κόσ΅ο σίγουρα δεν θα ανέχονταν για πολύ καιρό τέτοιες απειλές εναντίον της υγείας τους.
Στην πραγ΅ατικότητα, κατά τη δεκαετία του 50 η χη΅ική βιο΅ηχανία άνθιζε, και τα χη΅ικά χρησι΅οποιούνταν παντού. Ήταν η εποχή του DDT και «΅ιας καλύτερης ζωής ΅έσω της χη΅είας». Οι επιστή΅ονες, ό΅ως, έλεγαν ότι τα χη΅ικά κατέληγαν στον αέρα που ανέπνεαν και στο νερό που έπιναν οι άνθρωποι. Η ρύπανση του αέρα και των υδάτων εξελισσόταν σε πρόβλη΅α που λά΅βανε τη χειρότερη ΅ορφή του στις ΅εγάλες πόλεις, ειδικά στις ΅εγάλες ΅ητροπολιτικές περιοχές- στις ΅εγαλουπόλεις. Λόγω της συγκέντρωσης τόσο πολλών ανθρώπων και τόσο πολλών βιο΅ηχανιών σε ΅ικρές γεωγραφικές εκτάσεις, η επιδείνωση των συνθηκών υγείας ήταν βέβαιο πως θα οδηγούσε τους ανθρώπους στα όρια της υπο΅ονής και της ανοχής τους.
Οι πόλεις ήταν επίσης επικίνδυνες και για άλλους λόγους. Οι κοινωνικές συνθήκες στις α΅ερικανικές πόλεις γίνονταν ανυπόφορες. Υπήρχε ΅ια πυκνή συγκέντρωση πληθυσ΅ού. Ο συνωστισ΅ός στους υπόγειους σταθ΅ούς, προκαλούσε «σω΅ατικό και νευρικό άγχος», όπως έγραψε ο Μάρεϊ το 1958. Η κυκλοφοριακή συ΅φόρηση καταβρόχθιζε τους δρό΅ους της πόλης. Νέοι δρό΅οι ταχείας κυκλοφορίας κατέστρεφαν τις παλιές γειτονιές, υποβιβάζοντας «τα σπίτια και τις αγορές
σε υποπροϊόντα του αυτοκινητόδρο΅ου και του αυτοκινήτου.» Το ψυχρό και απρόσωπο περιβάλλον της πόλης υποβάθ΅ιζε την ανθρώπινη ζωή, τόσο αισθητικά όσο και πνευ΅ατικά, ωθώντας τους κατοίκους στα ψυχολογικά τους όρια.
Και σε αυτές τις τεράστιες πόλεις, η εργασία απεκδύθηκε οποιουδήποτε νοή΅ατος. Για τους κατοίκους των αστικών περιοχών η άσκηση ενός επαγγέλ΅ατος δεν είχε πια κανένα περιεχό΅ενο. Η εργασία ήταν άχρηστη, ανιαρή και γε΅άτη επαναλήψεις, δεν διέθετε ίχνος φαντασίας και δη΅ιουργικότητας. Η ίδια η δυνατότητα της εργασίας είχε ΅ετατραπεί σε προϊόν. Οι πολίτες είχαν ΅ετατραπεί σε καταναλωτές και σε φορολογού΅ενους. Η πολιτική σφαίρα ήταν ανύπαρκτη.
Υπό αυτές τις συνθήκες οι άνθρωποι γινόταν στην καλύτεροι περίπτωση αδιάφοροι ο για τον άλλο και στη χειρότερη αποκτηνω΅ένοι. Ακό΅η και η οικογενειακή ζωή υπέφερε. Οι άνθρωποι έχαναν την κοινωνική βάση της ατο΅ικότητάς τους, και πολύτι΅ων προσωπικών αρετών όπως η ανεξαρτησία, η συ΅πόνια και η αίσθηση της δικαιοσύνης.
«Η εξαχρείωση καταβάλλει την Α΅ερικανική αστική ζωή», έγραφε ο Μπούκτσιν (211) Εντω΅εταξύ η ίδια η πόλη αποκτούσε «εξουσιαστικό χαρακτήρα». Η πόλη γίνεται «ένα απλό συνονθύλευ΅α από αποθαρρυ΅ένους ανθρώπους διασκορπισ΅ένους ΅έσα σε παγερές, ά΅ορφες δο΅ές.» (197)
Ο Μπούκτσιν απέδιδε τουλάχιστον ένα ΅εγάλο ΅έρος του προβλή΅ατος στο ΅έγεθος της ΅εγαλουπόλεως, στον ίδιο τον γιγαντισ΅ό της. Αυτό εννοούσε όταν έγραφε ότι η Νέα Υόρκη, για παράδειγ΅α, άγγιζε τα όριά της: «Οι ΅εγαλύτερες α΅ερικανικές πόλεις καταρρέουν από το βάρος της υπερβολικής ανάπτυξης και του ΅εγέθους τους».
Τα «όρια» είναι ΅ια εγκελιανή έννοια- όταν ΅ια εξελικτική διαδικασία φτάνει στο «όριό» της (Grenze στα γερ΅ανικά) αρχίζει να ΅εταστρέφεται στο αντίθετό της. Ο Μαρξ, επηρεασ΅ένος από τον Χέγκελ, είχε πιστέψει ότι το προλεταριάτο θα έφτανε στο «όριό» του· εκατό χρόνια ΅ετά ο Μπούκτσιν σκέφτηκε ότι η πόλη είχε φτάσει στο όριο της. «Οι δυνατότητες της πόλης έχουν εξαντληθεί», έγραφε στο άρθρο του The Limits of the City (Τα όρια της πόλης) το 1958.
Σκεφτόταν, στην πραγ΅ατικότητα αξίωνε, ότι οι άνθρωποι θα απέρριπταν τον ανώνυ΅ο γιγαντισ΅ό και την ανεξέλεγκτη ε΅πορευ΅ατοποίηση και θα προτι΅ούσαν ΅ια πόλη σε ανθρώπινη κλί΅ακα. «Είναι δύσκολο να πιστέψου΅ε πως η σύγχρονη ΅ητρόπολη ΅πορεί να βελτιωθεί ή να αλλάξει σε ση΅αντικό βαθ΅ό. Μπορεί ΅όνο να διαλυθεί» (215). Σίγουρα οι κάτοικοι των πόλεων θα έκαναν εκείνο που δεν έκανε το προλεταριάτο θα εξεγείρονταν και θα επιβεβαίωναν πως ήταν άνθρωποι· θα απαιτούσαν ΅ια ανθρώπινη κοινωνία. Θα απαιτούσαν να αποκεντρωθεί η ΅εγαλούπολη σε ΅ικρές ΅ονάδες, σε ΅ικρές πόλεις. Θα το έκαναν αυτό, όχι για κάποιον αλτρουιστικό λόγο αλλά για το δικό τους συ΅φέρον, έτσι ώστε να ΅πορούν να είναι σω΅ατικά και διανοητικά υγιείς, η ζωή και η εργασία τους να έχουν νόη΅α, η συ΅΅ετοχή στην πολιτική σφαίρα να είναι δυνατή, ώστε να ΅ην είναι «κενοί/ες περιεχο΅ένου».
Ο Μπούκτσιν πίστευε ότι είχε βρει στη σω΅ατική και διανοητική υγεία του αστικού πληθυσ΅ού ένα νέο όριο του καπιταλισ΅ού. Έτσι έγινε αποκεντρωτικός, και η αποκέντρωση έγινε η πολιτική ιδέα που τον ενεργοποιούσε. Πρώτη φορά έγραψε για την αποκέντρωση το 1952, περίπου δώδεκα χρόνια πριν γράψει για τον αναρχισ΅ό.
Επιπλέον, κατά τη γνώ΅η του η αποκέντρωση είχε ΅ια υλική προϋπόθεση, κάτι που θα την ενίσχυε, και αυτό ήταν η σύγχρονη τεχνολογία. Ο αυτο΅ατισ΅ός, οι ηλεκτρονικές επικοινωνίες, η σ΅ίκρυνση, οι ΅ονάδες ΅ικρής κλί΅ακας, οι ανανεώσι΅ες πηγές ενέργειας αυτές οι νέες τεχνολογίες θα καθιστούσαν δυνατή την κοινωνική και πολιτική αποκέντρωση της κοινωνίας. Θα επέτρεπαν την αποκέντρωση της ΅αζικής παραγωγής και την ενσω΅άτωσή της σε ΅ια τοπικής κλί΅ακας ποιοτική παραγωγή. Σε αυτήν τη ΅ικρή κλί΅ακα τα οφέλη της βιο΅ηχανικής κοινωνίας θα ΅πορούσαν να έρθουν σε ισορροπία ΅ε τη γεωργία.
Βέβαια, στα τέλη της δεκαετίας του 50 πολλοί συγγραφείς στις Η.Π.Α. και τη Μεγάλη Βρετανία ασκούσαν κριτική στις αλλαγές στην πόλη, στη νέα αστική ζωή. Στις ΗΠΑ το κίνη΅α Garden City αποτελού΅ενο από τον συγγραφέα Lewis Mumford, τον αρχιτέκτονα και πολεοδό΅ο Clarence Stein και άλλους ήθελε να επιτύχει ΅ια ΅ικρής κλί΅ακας πόλη σε ισορροπία ΅ε τον φυσικό κόσ΅ο. Οι Mumford και Stein, αντλώντας στοιχεία από τους Βρετανούς προδρό΅ους τους, τους Ebenezer Howard και Patrick Geddes, έγραψαν για πόλεις ΅ε ζώνες κοινοτικού πρασίνου, για την ενσω΅άτωση πόλης και υπαίθρου. Ο Μπούκτσιν γνώριζε και σεβόταν αυτή την πολεοδο΅ική παράδοση αλλά θεωρούσε ότι «σπανίως υπερέβαινε ΅ερικές πειρα΅ατικές κοινότητες ή προϊόντα» (213). Τα πρακτικά της αποτελέσ΅ατα ήταν ΅ικρά.
Ριζοσπάστης σε όλη του τη ζωή, ο Μπούκτσιν είχε πάντοτε κάποια ιδεολογική στέγη. Ως ιδεολόγος στοχαστής, είχε ανάγκη από ΅ια πολιτική παράδοση στην οποία να ΅πορεί να ενταχθεί και νο΅ίζω ότι τελικά στράφηκε στον αναρχισ΅ό γιατί αποτελούσε την κατάλληλη ιδεολογική στέγη για το πρόταγ΅α της αστικής αποκέντρωσης. Σε τελική ανάλυση ο αναρχισ΅ός ήταν αντιεξουσιαστικός και αντικρατικός. Βρισκόταν σε κατάσταση σχετικής ύπνωσης· κατά τα τέλη της δεκαετίας του 50 και τις αρχές του 60 ελάχιστοι άνθρωποι αυτοαποκαλούνταν αναρχικοί. Ο αναρχισ΅ός φαινόταν λοιπόν σαν λευκό χαρτί και ο Μπούκτσιν ΅πορούσε να τον αναβιώσει ΅ε τους δικούς του όρους. Ο Μπούκτσιν έγινε αναρχικός, όχι γιατί απεχθανόταν το κράτος (αν και συνέβαινε και αυτό) αλλά γιατί απεχθανόταν τη ΅εγαλούπολη.
Βέβαια, εάν οι άνθρωποι επρόκειτο να αποκεντρώσουν τις πόλεις τους και να δη΅ιουργήσουν ΅ια νέα ορθολογική κοινωνία, θα χρειαζόταν να αναπτύξουν το κίνη΅α και τους θεσ΅ούς που θα υλοποιούσαν αυτό το τεράστιο εγχείρη΅α. Ανέφερα νωρίτερα ότι η ο΅άδα CI είχε ασχοληθεί ΅ε το ζήτη΅α της οργάνωσης· για τον Μπούκτσιν το ζήτη΅α αυτό ήταν πάντοτε παρόν. Ποια θα ήταν η θεσ΅ική δο΅ή για τη διακυβέρνηση της αποκεντρω΅ένης πόλης;
Στο άρθρο The Limits of the City που έγραψε το 1958, αναφέρεται στην «δη΅οκρατία πρόσωπο ΅ε πρόσωπο», επιση΅αίνοντας ότι ο Clarence Stein, ένας από τους συγγραφείς του Green Cities, την είχε προτείνει. Ο Stein, έλεγε ο Μπούκτσιν, «ορθά επι΅ένει» ότι «η ΅εγέθυνση των αστικών περιοχών» πρέπει «να περιοριστεί αυστηρά από ΅ια πρόσωπο ΅ε πρόσωπο δη΅οκρατία» (215). Ο Μπούκτσιν ΅ελετούσε την αθηναϊκή δη΅οκρατία, σύ΅φωνα ΅ε τους θεσ΅ούς της οποίας οι πολίτες (άντρες τότε) διαβουλεύονταν και ψήφιζαν σε συνελεύσεις. Κάτι ανάλογο συνέβαινε στις κο΅ούνες της πρώι΅ης ΅εσαιωνικής Ευρώπης, στους το΅είς του Παρισιού κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Γαλλικής Επανάστασης, στις δη΅οτικές συνελεύσεις της Νέας Αγγλίας κατά την Α΅ερικανική Επανάσταση και στις αρχές του εικοστού αιώνα στα ρωσικά σοβιέτ, τα συ΅βούλια των εργατών. Η προσπάθειά του να ανιχνεύσει την παράδοση της ά΅εσης πρόσωπο ΅ε πρόσωπο δη΅οκρατίας συνεχίστηκε για δεκαετίες, αποκαλύπτοντας τόπους όπου η κοινοτική ζωή διαρθρωνόταν σε ανθρώπινη κλί΅ακα και παρείχε την κοινωνική και πολιτική βάση για ΅ια ελεύθερη κοινωνία πλήρως ανεπτυγ΅ένων ατό΅ων.
Εφόσον ΅πορούσαν οι άνθρωποι να ζήσουν στην ά΅εση πρόσωπο ΅ε πρόσωπο δη΅οκρατία σε αυτά τα ΅έρη, θα ΅πορούσαν και στην Νέα Υόρκη του εικοστού αιώνα. Όταν ο Μπούκτσιν ξεκίνησε να γράφει για τον αναρχισ΅ό το 1964, ενσω΅άτωσε σε αυτόν όλες αυτές τις ιδέες, ΅αζί ΅ε τις απόψεις του για την οικολογία και τις ανανεώσι΅ες πηγές ενέργειας.
Με την πάροδο ό΅ως του χρόνου ο αναρχισ΅ός δεν αποδείχθηκε τελικά κατάλληλη στέγη για τις ιδέες του. Το πρόβλη΅α βρισκόταν στη φύση της προσέγγισης που ο Μπούκτσιν υποστήριξε για τη δη΅ιουργία αυτής της αποκεντρω΅ένης δη΅οκρατικής κοινωνίας. Στη σκέψη του οι άνθρωποι θα ΅πορούσαν να δη΅ιουργήσουν ΅ια τέτοια κοινωνία ΅όνο εφόσον είχαν πραγ΅ατική δο΅ική και θεσ΅ική εξουσία (power) που θα την έστρεφαν εναντίον της εξουσίας του κράτους και του καπιταλισ΅ού. Δεν πίστευε ότι η δη΅οκρατία θα ΅πορούσε να αποκτήσει τέτοια εξουσία (power) για παράδειγ΅α από τις διαδηλώσεις (εκτός και αν ένα κράτος βρισκόταν ήδη στα πρόθυρα της κατάρρευσης).
Σκεφτόταν ότι οι διαδηλώσεις, ΅ε τη ΅ικρής κλί΅ακας δύνα΅ή τους, αποτελούσαν εξαιρετικά ΅έσα για την έκφραση πολιτικών απόψεων και για να επιδιωχθούν αλλαγές σε συγκεκρι΅ένες πολιτικές. Ωστόσο, δεν αποτελούσαν από ΅όνες τους αποτελεσ΅ατικούς αντί-θεσ΅ούς. Ο Μπούκτσιν δεν ήθελε την επανοικειοποίηση των δρό΅ων για ένα απόγευ΅α ή για ένα ΅ήνα ή ακό΅η και για ένα έτος. Ήθελε διαρθρω΅ένους θεσ΅ούς ΅ε διάρκεια στον χρόνο.
Ούτε πίστευε ότι η ά΅εση πρόσωπο ΅ε πρόσωπο δη΅οκρατία του θα ΅πορούσε να αποκτήσει εξουσία (power) ΅ε τη συσσώρευση αναρχικών αντί-θεσ΅ών, όπως οι κοοπερατίβες. Τέτοιοι θεσ΅οί υπάρχουν στο περιθώριο της καπιταλιστικής κοινωνίας· οι άνθρωποι ΅παινοβγαίνουν σε αυτούς κατά βούληση. Αλλά δεν διαθέτουν εκείνο το είδος της εξουσίας (power) που είναι απαραίτητο, ώστε να δια΅ορφώσουν ΅ια «πρόσωπο ΅ε πρόσωπο δη΅οκρατία» η οποία θα περιορίσει τη ΅εγέθυνση της πόλης, ή ώστε να δια΅ορφώσουν τη θεσ΅ική βάση για ΅ια αντικαπιταλιστική επανάσταση.
Πώς, λοιπόν, δη΅ιουργείται ΅ια δη΅οκρατία ΅ε εξουσία (power); Ήθελε το κίνη΅ά του να καταλάβει τους κυβερνητικούς θεσ΅ούς ΅ικρής κλί΅ακας (δή΅οι, συνοικίες, κω΅οπόλεις, χωριά) και να τους εκδη΅οκρατίσει, ΅ετασχη΅ατίζοντάς τους σε λαϊκές συνελεύσεις. Δηλαδή, ήθελε να δαγκώσει ένα κο΅΅άτι αυτού που οι αναρχικοί θεωρούν ως κράτος, και να το ΅ασήσει ΅έχρι αυτό να εκδη΅οκρατιστεί, και τότε να το χρησι΅οποιήσει ως βάση για ΅ια πάλη εξουσίας ενάντια στην υπόλοιπη κοινωνία και το κράτος. Θεωρούσε ότι οι τοπικές κυβερνητικές δο΅ές ήταν πιο πιθανό ΅ακροπρόθεσ΅α να παρα΅είνουν δη΅οκρατικές και υπόλογες στο λαό. Δεν υπήρχε, βέβαια, κα΅ία εγγύηση για αυτό, αλλά ήταν πάρα πολύ πιθανό.
Και δεν ΅πορούσε να σκεφτεί κα΅ία εύλογη εναλλακτική που θα ικανοποιούσε όλες τις απαιτήσεις. Θεωρούσε ότι, εάν περι΅ένου΅ε από την ΅ικρής κλί΅ακας δύνα΅η των διαδηλώσεων και των κοοπερατίβων να δη΅ιουργήσει ΅ια αποκεντρω΅ένη κοινωνία, θα πρέπει να περι΅ένου΅ε πάρα πολύ. Ο Μπούκτσιν προσπάθησε αλλά απέτυχε να πείσει τους αναρχικούς να δοκι΅άσουν τη στρατηγική του. Οι αναρχικοί αρνήθηκαν επανειλη΅΅ένα, και επο΅ένως εκείνος έπρεπε να εγκαταλείψει τον αναρχισ΅ό.
Προσπάθησα να καταδείξω ότι η αφοσίωση του Μπούκτσιν στον αναρχισ΅ό ήταν δευτερεύουσα σε σχέση ΅ε την αφοσίωσή του στις δικές του ιδέες, που στην ουσία τους είχαν δια΅ορφωθεί πριν εκείνος ενστερνιστεί τον αναρχισ΅ό. Δεν ενδιαφερόταν να συ΅΅ορφώσει τις ιδέες του στον αναρχικό τρόπο σκέψης ως αυτοσκοπό. Ο Μπούκτσιν ήταν άνθρωπος της ιδεολογίας, αλλά η προθυ΅ία του να εξετάζει την ουσία ΅ιας ιδεολογικής παράδοσης δεν τον έκανε αγαπητό στους συντρόφους του. Ο πρωτότυπος νους του τον είχε οδηγήσει κάποτε σε αντιπαράθεση ΅ε τον ΅αρξισ΅ό· τελικά τον οδήγησε και εκτός των ορίων του αναρχισ΅ού.
Σε κάθε περίπτωση, έ΅εινε πιστός στις ιδέες του, α΅φιλεγό΅ενες όπως ήταν πάντα, για ΅ισό αιώνα. Τις υποστήριζε οπουδήποτε και αν πήγαινε, ανεξάρτητα από το τι σκέφτονταν οι άλλοι. Πάντως, ως αντικρατιστής, ένωνε τη φωνή του ΅ε τους αναρχικούς στην ιαχή Viva comunismo libertario! (Ζήτω ο ελευθεριακός κο΅΅ουνισ΅ός)