'Αρθρα και συζητήσεις: 'Εσωτερικές Σχολές και Μυητικά Συστήματα > Κριναετός

Τάγμα του Κρίνου και του Αετού: Οι βασικές διδασκαλίες του....

<< < (6/9) > >>

Ορφέας:

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΘΕΩΡΗΜΑΤΟΣ

    Α. Εισαγωγή

   Δια του ρήματος «αποβάλατε» μάς δίδεται μία ιδιαίτερη παρουσίαση των ελαττωμάτων.

   Τί δύναται να αποβάλει κανείς; Ασφαλώς όχι τον εαυτό του ή κάτι που ανήκει στον εαυτό του. Μπορεί όμως να αποβάλει κάποιο ξένο στοιχείο, το οποίο έχει παρεισφρύσει εντός του από άλλη πηγή· στοιχείο που -- ως ξένο προς την ίδια του την φύση -- τον δυναστεύει προς ζημίαν του εαυτού του.

   Εδώ λοιπόν αφ' ενός μεν δηλώνεται η ανάγκη να αντιληφθούμε την προέλευση των ελαττωμάτων, αφ' ετέρου δε δίδεται η οδήγηση να τα αποβάλουμε, καθιστώντας τον εαυτό μας ελεύθερο από τα δεσμά εκείνου του παράγοντος ο οποίος επεδίωξε -- δια μέσου των ελαττωμάτων -- να καταλάβει τον εαυτό μας.

   Καλείται λοιπόν ο άνθρωπος να προχωρήσει με θάρρος, πίστη και επίγνωση της πραγματικότητας, σε μία «εγχείριση» επί του εαυτού του, προκειμένου να τον απαλλάξει από τα ξένα προς την φύση του στοιχεία, από τις κάθε λογής δεσμεύσεις που τον εμποδίζουν στην πνευματική του πρόοδο. Διότι δεν είναι δυνατόν στην πνευματική του πορεία να φέρει βάρη που τον εμποδίζουν να επιτύχει τον προορισμό για τον οποίο γεννήθηκε.

   Για ποιον λόγο όμως να αναλάβει κανείς μία τέτοια δυσχερή πάλη; Μήπως για να αποκτήσει την Αιώνια Βασιλεία των Ουρανών; Λάθος! διακηρύσσει το Θεώρημα. Είναι λάθος να ενεργεί ο άνθρωπος το καλό, μόνο και μόνο για να αποκτήσει την Ουράνια Βασιλεία. Είναι λανθασμένη αυτή η -- τόσο διαδεδομένη -- νοοτροπία συναλλαγής.


    Β. Η Αιώνια Βασιλεία

   Η Αιώνια Βασιλεία είναι το αιωνίως Υπάρχειν και ζήν του Πνευματικού Κόσμου. Πώς λοιπόν είναι δυνατόν ο άνθρωπος, εκ των κάτω, να θέλει να αποκτήσει δια συναλλαγής την πνευματική Βασιλεία του Θεού; Είναι δυνατόν το ατελές να έχει εξουσία επί του τελείου; Το κατώτερον επί του ανωτέρου; Το ασυνείδητον επί του Υπερσυνειδήτου;

   Είναι συνεπώς μεγάλη πλάνη και θλιβερή προκατάληψη εκείνη η νοοτροπία που θέλει τον άνθρωπο να κάνει το καλό για να αποκτήσει δια συναλλαγής την Βασιλεία των Ουρανών.


    Γ. Η Ανεξαρτησία

Στόχος της αποβολής των ελαττωμάτων είναι η κατάκτηση της ανεξαρτησίας μας ως όντος και ως ανθρώπου.

   «Κατάκτηση σημαίνει την είσδυση, ταύτιση και ενοποίηση του κατακτώντος με το κατακτώμενο».

   Δεν πρόκειται για μία απόκτηση, δηλαδή για μία ποσοτική προσθήκη στον υπάρχοντα πλούτο, αλλά για μία κατάσταση του όντος. Ο όρος κατάκτηση χρησιμοποιείται εδώ για να υποδηλώση δράση στον ιδεατό και όχι στον υλικό χώρο.

   Αντικείμενο της κατακτήσεως είναι η ανεξαρτησία. Τί είναι η ανεξαρτησία και ποιά η διαφορά της από την ελευθερία;

   Η ελευθερία συσχετίζεται πάντοτε με κάποια δέσμευση -- ή καλύτερα με την απουσία δεσμεύσεως. Νοείται περισσότερο ως απελευθέρωση. Είμαστε ελεύθεροι από κάτι το δεσμευτικό. Με άλλα λόγια η ελευθερία αντιδιαστέλλεται προς την έννοια της υποδουλώσεως.

   Ως εκ τούτου η ελευθερία είναι μία κατάσταση που αναφέρεται πάντοτε στον κόσμο της πτώσεως. Εκεί υπάρχουν όντα ελεύθερα ή ανελεύθερα. Ο Θεός όμως δεν είναι ελεύθερος, αφού δεν υπάρχει κάτι που θα μπορούσε να Τον δεσμεύση -- ο Θεός είναι πέραν της ελευθερίας. Είναι ανεξάρτητος.

   Η ανεξαρτησία λοιπόν ως έννοια δεν συναρτάται προς κάποιον άλλον παράγοντα.


Η ανεξαρτησία είναι χαρακτηριστικό της φύσεως του Πνεύματος: "το πνεύμα όπου θέλει πνει" (Ιω. 3.8).
Και δεν αποκτάται από τον άνθρωπο δια κάποιας συναλλαγής, ως αντιμισθία, αλλά κατακτάται: δηλαδή ο άνθρωπος καθίσταται ο ίδιος ανεξάρτητος.


    Δ. Όν και άνθρωπος

   Οι τρεις αυτές λέξεις -- όν και άνθρωπος -- έρχονται να επιβεβαιώσουν και να επισφραγίσουν τα όσα έχουν λεχθή μέχρι τώρα περί του ανθρώπου.

   Ο άνθρωπος είναι πνευματικό δημιούργημα. Ο Δημιουργός, εκδηλώνοντας την Θέλησή Του ως Ακτίνα, καταλήγει αρχικώς στην προδημιουργία του ανθρωπίνου πνεύματος και εν συνεχεία -- με την συμβολή των κατωτέρων κόσμων (αιθερικού και υλικού) -- στην δημιουργία του ανθρώπου.

   Το ανθρώπινο πνεύμα, θα λέγαμε, κοιτά ταυτοχρόνως προς δύο κατευθύνσεις, σάν το πρόσωπο του Ιανού:

αφ' ενός βλέπει την Θεία Ακτίνα, στην οποίαν οφείλει την ύπαρξή του ως όν (ως υπάρχον δημιούργημα)·
αφ' ετέρου βλέπει τον κόσμο, του οποίου μετέχει ως άνθρωπος.
Διαπιστώνει τότε δύο αντίρροπες έννοιες: από την μία το Θείο στοιχείο, την Θεία Ακτίνα, που του δίδει το Υπάρχειν· από την άλλη, τον κόσμο, την υλική φύση, της οποίας μετέχει ως αναπόσπαστο μέλος.
Καλείται λοιπόν, αυτά τα δύο ξεχωριστά και αντίρροπα στοιχεία -- το όν και τον άνθρωπο -- να τα συνδέσει με ένα και και να συγκροτήση μία τριάδα: όν και άνθρωπος.


   Όταν κατ' αυτόν τον τρόπο ο άνθρωπος επιτύχει να συνδεθή με τον εσωτερικό του εαυτό, με την εσωτερική του ύπαρξη, αποκτώντας συνείδηση αυτής, τότε αποκτά συνείδηση της Ιδέας, η οποία εκφράζεται ως άνθρωπος στον κόσμο. Θεία Ακτίνα και άνθρωπος συνδέονται αρρήκτως σε Έν κι αυτό το Έν δεν υπόκειται πλέον στις καταστρεπτικές επιδράσεις του κόσμου.

   Τότε ο άνθρωπος εισχωρεί ενοποιημένος στον Πνευματικό Κόσμο, μετέχει της ανεξαρτήτου φύσεως του Πνεύματος, καθίσταται αιώνιο πνευματικό Όν.


    Ε. Ελαττώματα και Δυνάστες

   Η ανεξαρτησία του ανθρώπου κατακτάται δια της αποβολής των ελαττωμάτων. Τούτο σημαίνει ότι ο άνθρωπος, αποβάλλοντας τα ελαττώματά του, μεταβάλλει την κατάσταση της υπάρξεώς του, μεταμορφώνεται βαθμιαίως και καθίσταται ανεξάρτητος.

   Η κλείδα της όλης επιτυχίας είναι μία: η αποβολή των ελαττωμάτων. Μάλιστα το Θεώρημα δηλώνει ότι τα ελαττώματα είναι «τα μέσα» (και όχι απλώς μέσα, δηλαδή κάποια μέσα, αλλά τα μόνα μέσα), δια των οποίων οι δυνάστες καταδυναστεύουν τους δυναστευομένους. Γιατί όμως ομιλεί για δυνάστες (στον πληθυντικό αριθμό), αφού είναι γνωστο ότι ο δυνάστης είναι ένας, ο γνωστος αντίπαλος, το εκπεσον όν που αντιστρατεύεται κάθε δημιουργική ενέργεια του Θεού στον κόσμο τούτον;

   Ο πληθυντικός ερμηνεύεται κατά δύο τρόπους. Κατ' αρχήν ο εωσφόρος δεν δύναται να θεωρηθή ως Μονάδα. Ενσαρκώνοντας την άρνηση της Θείας Μονάδος, έδωσε εμφάνιση στην διαίρεση -- γι' αυτό ομιλεί ο Χριστος για «λεγεώνα» στην θεραπεία του δαιμονιζομένου.

   Ο δεύτερος λόγος χρήσεως του πληθυντικού είναι ότι ο αντίπαλος, στην προσπάθειά του να εναντιωθή προς το Θείο Σχέδιο, παγιδεύει -- και πάλι δια των ελαττωμάτων -- ορισμένους ανθρώπους τους οποίους χρησιμοποιεί ως όργανά του κατά των συνανθρώπων τους.

   Δυνάστες και δυναστευόμενοι έχουν ένα κοινο σημείο: καταλήγουν στην εκμηδένιση της Προσωπικότητας, δηλαδή στην διακοπή κάθε σχέσεως μεταξύ του ανθρώπου και της εντός αυτού Ακτίνας την οποίαν εκπροσωπεί.

   Τα ελαττώματα είναι τα μέσα του δυνάστη. Πλανώντας τον άνθρωπο, στοχεύει να τον φορτώσει με ελαττώματα και να του δημιουργήσει άλλη φύση, ελαττωματική και άσχετη προς τον Θείο του προορισμό.

   Μόνον με την αποβολή των ελαττωμάτων -- δηλαδή με την επίτευξη Αγνότητας -- θα λειτουργήσουν προς όφελος του ανθρώπου οι Νόμοι της Ομοιογενείας και της Ανταποδόσεως και θα του επιτρέψουν να συνταυτισθή με την αμιγή και ανεξάρτηση φύση της Ζωής.


   Εν Κατακλείδι:

   Ο άνθρωπος πρέπει να επανέλθει στην φυσική του κατάσταση, όχι για να λάβει κάποιαν ανταμοιβή, αλλά για να αποκατασταθή στο ύψος του αληθινού εαυτού του.

   Τα ελαττώματά του δεν ζημιώνουν σε τίποτε την Θεία Νομοτέλεια· ζημιώνουν όμως τον ίδιο τον άνθρωπο, ως άτομο και ως σύνολο.

Ορφέας:

ΔΕΚΑΤΟ ΘΕΩΡΗΜΑ

   «Το ψεύδος είναι ελάττωμα, διότι κυοφορεί και δημιουργεί σειρά πράξεων αντιθέτων προς το ίδιον συμφέρον του όντος και υποδουλώνει την προσωπικότητά του.

   Η κλοπή είναι ελάττωμα, διότι περικλείει τον άνθρωπον σε κλοιο μυστηρίου και τον υποχρεώνει να αποστερεί την προσωπικότητά του από τους πλησίον του».
 
 
    Νοηματική Εκδίπλωση του Δεκάτου Θεωρήματος

    Α. Εισαγωγή

    Β. Η Κλοπή

    Γ. Το Ψεύδος

    Δ. Η Πάλη του Ανθρώπου

    Ε. Ελάττωμα και Σφάλμα

    ΣΤ. Ψεύδη εν επιγνώσει και Ψεύδη εν αγνοία

    Ζ. Κλοπή εν επιγνώσει και Κλοπή εν αγνοία

    Η. Το μέτρο των Αναγκών.

Ορφέας:

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΔΕΚΑΤΟΥ ΘΕΩΡΗΜΑΤΟΣ

    Α. Εισαγωγή

   Ο σημερινος άνθρωπος δεν δέχεται εύκολα τις προτροπές της Ηθικής. Συχνά τις απορρίπτει, για τον λόγο ότι δεν βοηθείται από τον τρόπο με τον οποίον προσφέρεται σήμερα η Ηθική· δεν του δίδεται η βαθύτερη δικαιολόγησή της, η οποία θα στηρίξει την πίστη του και θα δημιουργήσει την δύναμη της συνειδήσεώς του.

   Το Θεώρημα τούτο θέλει μεν την Ηθική ως απαραίτητη προϋπόθεση της ανθρωπίνης τελειώσεως, αλλά δεν σταματά εκεί: εισέρχεται στην διερεύνηση της Αληθείας, προκειμένου να δικαιολογήσει την Ηθική και να της δώσει ακλόνητο θεμέλιο στην συνείδηση των ανθρώπων.


    Β. Η Κλοπή

   «Κλοπή είναι απατηλή οικειοποίηση ξένων αγαθών ή δικαιωμάτων, η οποία προσβάλλει την έννοια της Δικαιοσύνης».

   «Δικαιοσύνη είναι ο φρουρος της Αρμονίας· Αρμονία είναι το προϊον της Αγάπης».

   Από τους ανωτέρω ορισμούς βλέπουμε τις τρεις έννοιες Δικαιοσύνη, Αρμονία και Αγάπη να αλληλοσυνάπτονται. Είναι συνεπώς φυσικό η προσβολή μιάς εννοίας να αντανακλά και επί των άλλων.

   Η κλοπή προσβάλλει την Δικαιοσύνη. Καθώς η Δικαιοσύνη φρουρεί την Αρμονία, δια της προσβολής της διαταράσσεται η Αρμονία, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται τελικώς μία εναντίωση προς την Αγάπη, την μία εκ των δύο εκφράσεων του Θεού.


    Γ. Το Ψεύδος

   «Το ψεύδος είναι η διεστραμμένη εμφάνιση της Αληθείας, η οποία (διεστραμμένη εμφάνιση) διαταράσσει την δημιουργικότητα και εναντιώνεται πος την Θεία Σοφία».

   Η Αλήθεια είναι αυτό που είναι· είναι ο Θεός. Είναι δυνατόν λοιπόν να διαστραφή; Ασφαλώς όχι. Γι' αυτό δεν λέγει ο ορισμός ότι ψεύδος είναι η διαστροφή της Αληθείας, αλλά ότι είναι η διεστραμμένη εμφάνιση της Αληθείας.

   Η εναντίωση δεν δύναται να θίξει αυτήν καθ' εαυτήν την Αλήθεια, αλλά μόνο τον τρόπο εμφανίσεώς της. Ο αντίπαλος δεν μπορεί να θίξει τον Θεό, αλλά μόνον ό,τι ο Θεός εμφανίζει στους κόσμους της πτώσεως: το δημιούργημά του.


   Έχουμε ήδη πει ότι κόσμοι της πτώσεως είναι ο υλικός και ο αιθερικός, όπου έχει πρόσβαση το κακό.

 
   Το ψεύδος, εμφανιζόμενο, προσβάλλει την Αλήθεια. Η πλάνη, χρησιμοποιώντας το ψεύδος, διαστρέφει την εμφάνιση της Αληθείας. Προσβάλλει έτσι την Θεία Σοφία -- την άλλη έκφραση του Θεού -- και διαταράσσει την Δημιουργικότητά της. Και μέσα σ' αυτή την Δημιουργικότητα εντάσσεται και η αυτοδημιουργία του ανθρωπίνου όντος. Πλανώμενος ο άνθρωπος είναι αδύνατον να δημιουργήσει την προσωπικότητά του και να καταλήξει στην οντοποίηση, στην Ζωή, στην Αιωνιότητα.

   Εάν λοιπόν το δέκατο Θεώρημα ομιλεί για την κλοπή και το ψεύδος, το κάνει επειδή τα δύο αυτά ελαττώματα -- εναντιούμενα προς τις δύο Θείες Εκφράσεις -- μάς δίδουν πλήρη την εικόνα της εναντιώσεως προς τον Ίδιο τον Θεό στην ολοκληρωμένη Του εκδήλωση της Αγάπης και της Σοφίας.


    Δ. Η Πάλη του Ανθρώπου

   Μέσα στην Δημιουργία, ο άνθρωπος είναι το όν εκείνο στο οποίο έχει ανατεθή το έργο της Αποκαταστάσεως. Φροντίζοντας εν τη ελευθερία του και αφ' εαυτού του να αποκτήσει συνείδηση της Αληθείας, καθίσταται ο ίδιος προϊον της Αληθείας και γίνεται δεκτος στον Πνευματικό Κόσμο της Αληθείας.

   Είναι συνεπώς φυσικό ο εωσφόρος, το εκπεσον όν, να στραφή κατά του ανθρώπου για να ματαιώσει τα δημιουργικά του σχέδια.

   Το εκπεσον όν, έχοντας ως κατοικία και μέσον δράσεώς του το κατώτερο αιθερικό επίπεδο, επιτίθεται εναντίον του ανθρώπου σφραγίζοντας την ανθρώπινη ψυχή με διάφορες προδιαθέσεις και -- εν προκειμένω -- με την προδιάθεση της κλοπής.

   Τούτο δεν σημαίνει ότι ο άνθρωπος έρχεται στον κόσμο με το βάρος του ελαττώματος της κλοπής, αλλά με την προδιάθεση. Η προδιάθεση είναι μία τάση, βαίνουσα προς ωρισμένο στόχο, χωρίς ν' αποτελεί έκφραση είτε συνειδητή είτε ασυνείδητη. Δίδει όμως την δυνατότητα, όταν συντρέξουν οι αντίστοιχες περιστάσεις, να εκδηλωθή ο άνθρωπος δια μέσου αυτής.

   Εάν παρατηρήσουμε το μικρο παιδάκι, ποιά τάση διαπιστώνουμε ότι έχει κατά το μάλλον ή ήττον έντονη; Την τάση να πάρει (τα παιγνίδια των άλλων παιδιών ή ό,τι άλλο βρεί). Κι αυτή η τάση είναι έκφραση της προδιαθέσεως της αποκτήσεως, της κατακρατήσεως -- εν τέλει της κλοπής.

   Μεγαλώνοντας, η τάση αυτή συγκεκριμενοποιείται. Ο άνθρωπος παίρνει αρχικώς για να καλύψει τις ανάγκες του και κατόπιν για να συγκεντρώνει ό,τι αγαθά διαθέτει η κοινωνία στην οποία ζη. Αυτή ακριβώς η καθ' υπέρβασιν του μέτρου των αναγκών του οικειοποίηση είναι η κλοπή.

   Μάλιστα το να πάρει κανείς καθ' υπέρβασιν από τον κοινο κορβανά της Φύσεως θεωρείται εξ ίσου κλοπή, αφού τα αγαθά της Φύσεως έχουν σκοπό την εξυπηρέτηση των αναγκών όλων των ανθρώπων.

   Εκείνος ο οποίος οικειοποιήθηκε αγαθά καθ' υπέρβασιν του μέτρου των αναγκών του, προσπαθεί εν συνεχεία να τα διατηρήσει ψευδόμενος ή αρνούμενος την πράξη του, είτε προβάλλοντας λογικοφανείς δικαιολογίες. Έτσι, έχοντας προσβάλλει αρχικώς την Θεία Αγάπη δια της κλοπής, προσβάλλει τώρα την Θεία Σοφία δια του ψεύδους.

   Πώς ο άνθρωπος θα μπορέσει να αντιμετωπίσει αποτελεσματικώς αυτή την επίθεση του αντιπάλου;

   Γνωρίζοντας την Αλήθεια και εφαρμόζοντάς την. Και λέγοντας «Αλήθεια» δεν εννοούμε αορίστως γνώσεις περί του Παντός, αλλά συγκεκριμένα τον Νόμο ο οποίος διέπει την ύπαρξη και την ζωή του ανθρωπίνου όντος.


   "Γνώσεσθε την Αλήθειαν και η Αλήθεια ελευθερώσει υμάς" (Ιω. 8.32).

 
   Η εφαρμογή της Αληθείας, η υιοθέτησή της στην καθημερινή ζωή, έχει ως αποτέλεσμα την βίωση του ανθρώπου εν Αγάπη και Σοφία Θεού. Κατ' αυτόν τον τρόπο α?ρεται η Πτώση και συντελείται η Αποκατάσταση.



    Ε. Ελάττωμα και σφάλμα

   Καλά θα ήταν στο σημείο αυτό να κάνουμε διάκριση μεταξύ σφάλματος και ελαττώματος.

   «Σφάλμα είναι πράξη του ανθρώπου εξωτερική και συνήθως είναι η εξωτερίκευση της ελαττωματικότητός του».

   «Η ελαττωματικότητα είναι κατάσταση εσωτερική, βαρύνουσα την συνείδηση του ατόμου».

   Η εξωτερική πράξη είναι πράξη στα πλαίσια της σχέσεως του ανθρώπου με τον εξωτερικό υλικό κόσμο αλλά και με όλους τους κόσμους του Παντός. Το σφάλμα λοιπόν προϋποθέτει πράξη η οποία έχει τις μεν ρίζες της στην εσωτερικότητα του ανθρώπου (και συγκεκριμένα στις θελήσεις του), την δε εμφάνισή της έξωθεν του ανθρώπου, στο εξωτερικό του περιβάλλον. Το σφάλμα είναι υλοποίηση μίας ελαττωματικής καταστάσεως εσωτερικής.

   Γιατί όμως ο ορισμός του σφάλματος λέγει ότι συνήθως το σφάλμα είναι εξωτερίκευση της ελατωματικότητός του;

   Εάν προσέξουμε, θα διαπιστώσουμε ότι υπάρχουν δύο μείζονες κατηγορίες σφαλμάτων:

   σφάλματα κατά συρροήν· και
   σφάλματα περιστασιακά.

   Τα κατά συρροήν είναι φανερό ότι αποτελούν εκδήλωση της ελαττωματικότητός μας.

   Τα περιστασιακά διακρίνονται περαιτέρω σε:

   α. Εκείνα που ουδέποτε επανελήφθηκαν και ουδεμία σχέση έχουν με την συνείδησή μας. Αυτά δεν αποτελούν ελάττωμα, δεν απορρέουν δηλαδή από εσωτερική κατάσταση που υφίσταται ως βάρος στην συνείδησή μας, αλλά οφείλονται σε κάποια συγκυρία εξωτερικών γεγονότων, τα οποία κατά κάποιον τρόπο άμεσον ή έμμεσο μάς εξώθησαν προς το σφάλμα.

   β. Εκείνα που διεπράχθησαν μεν μία φορά, αλλ' εν τούτοις αποτελούν εκδήλωση της ελαττωματικότητός μας. Δηλαδή σ'αυτή την περίπτωση υπάρχει ελάττωμα τέτοιας φύσεως, ώστε να ικανοποιείται με μία και μόνη -- εφ' άπαξ -- εξωτερική εκδήλωση.
Εάν λοιπόν τα σφάλματα αφορούν στην σχέση του ανθρώπου με την εξωτερικότητα, η ελαττωματικότητα είναι κατάσταση εσωτερική του εαυτού. Αποτελεί βάρος που εναντιώνεται στην συνείδησή μας και υποχρεώνει τον δείκτη της αντιλήψεως να κατέρχεται στο σκότος της πλάνης και να εκδηλώνεται δια μέσου των σφαλμάτων, με τις ολέθριες συνέπειες που έχουμε ήδη αναφέρει.


    ΣΤ. Ψεύδη εν επιγνώσει και Ψεύδη εν αγνοία

   Ο άνθρωπος ψεύδεται εν επιγνώσει όταν γνωρίζει εκ των προτέρων ότι τα λεγόμενά του αντιστρατεύονται την Αλήθεια. Είναι όμως δυνατόν κάποιος να ψεύδεται εν αγνοία του, έχοντας περιπέσει σε πλάνη. Και στην μία και στην άλλη περίπτωση ο άνθρωπος αρνείται την Αλήθεια και φέρει ευθύνη γι' αυτό. Και όταν μεν ψεύδεται εν επιγνώσει, θα το θεωρούσαμε φυσικό. Γιατί όμως κάποιος να ευθύνεται εάν, έχοντας πλανηθή, αρνείται την Αλήθεια εν αγνοία του;

   Διότι οι Νόμοι που διέπουν το Πάν λειτουργούν είτε ο άνθρωπος τους αντιλαμβάνεται είτε όχι. Δεν αναστέλλουν την δράση τους επειδή ενδεχομένως κάποιοι άνθρωποι τους αγνοούν. (Επί παραδείγματι, η άγνοια του νόμου της βαρύτητος δεν πρόκειται να σώσει κάποιον που πέφτει σ' έναν γκρεμό!)

   Το ψεύδεσθαι λοιπόν -- που στην εποχή μας είναι ευρύτατα διαδεδομένο, ιδιαιτέρως στις επαγγελματικές συναλλαγές -- στην πραγματικότητα συντονίζει ποιοτικώς τον ψευδόμενο με τον πατέρα του ψεύδους: τον εωσφόρο. Ως αποτέλεσμα, οδηγεί τον άνθρωπο στην συνταύτιση του πεπρωμένου του με τον πνευματικό θάνατο. Και τούτο είτε ο άνθρωπος το γνωρίζει είτε όχι!

   Τί πρέπει να κάνει για να εξέλθει από αυτήν την δύσκολη θέση;
Να αναζητήσει, να ανεύρει και να εφαρμόσει την Αλήθεια, μεριμνώντας για τα εξής τρία πράγματα:

Να αποκτήσει πρόθεση στην ζωή του. Να καλλιεργήσει εντός του το κίνητρο που θα τον οδηγήσει στον σκοπό τον οποίον επιζητεί. Να βιώσει την ανάγκη να ζη υπό το φως της Αληθείας.

Να μετατρέψει την πρόθεση αυτήν σε θέληση ισχυρή και ακατάβλητη.

Να υλοποιήσει την πρόθεση και την θέληση σε προσπάθεια.

Αυτή του η έμπρακτη αίτηση θα ικανοποιήσει την αναγκαία συνθήκη της Ελευθερίας και θα ανακινήση κάποιους άλλους Νόμους, οι οποίοι θα προσέλθουν να καλύψουν την ανάγκη του αιτούντος.


    Ζ. Κλοπή εν επιγνώσει και κλοπή εν αγνοία

   Η πράξη της κλοπής αναπαράγει και αναβιώνει την αρχέτυπη και αρχέγονη πράξη της απατηλής οικειοποιήσεως της Δημιουργίας από τον εωσφόρο.

   Η Δημιουργία ανετέθη στον εωσφόρο προς δόξαν Θεού· αυτός όμως την κατεχράσθη με σκοπό την δόξα του εαυτού του, άρχων εντός αυτής. Αρνούμενος να την προσαρτήσει στην Μονάδα του Παντός, εξέπεσε και απομονώθηκε εντός του Χάους, το οποίο προεκάλεσε δια της πτώσεώς του. Αυτός ο αποκλεισμός περιγράφεται ως κλοιος μιάς καταστάσεως απρόσιτης στην ανθρώπινη διάνοια, γι' αυτό χαρακτηρίζεται ως «κλοιος μυστηρίου».

Ανάλογο αποκλεισμό υφίσταται ο άνθρωπος όταν διαπράττει κλοπή. Αναγκάζεται τότε να αποκρύπτει την προσωπικότητά του από τους συνανθρώπους του, απομονώνεται από την λοιπή ανθρωπότητα και χάνει την ευκαιρία να εμφανίσει την Ιδέα την οποία ενσαρκώνει.

Όπως συμβαίνει και στην περίπτωση του ψεύδους, οι άνθρωποι κλέβουν είτε εν επιγνώσει είτε εν αγνοία. Εν επιγνώσει κλέβουν όταν γνωρίζουν ότι οικειοποιούνται ξένα αγαθά ή δικαιώματα. Πώς όμως μπορεί κάποιος να κλέβει εν αγνοία του;

   Ξεκινά αρχικώς να ικανοποιεί τις ανάγκες του -- κάτι απολύτως θεμιτό, που επιβάλλεται από το αναφαίρετο δικαίωμα προς το ζήν. Μη έχοντας όμως αντίληψη της Αληθείας και μη δυνάμενος να εκτιμήσει επακριβώς το μέτρο των πραγματικών αναγκών του, είτε τις υπερεκτιμά, οπότε επιδίδεται πλέον σ' έναν ξέφρενο καλπασμο συσσωρεύσεως αγαθών, είτε τις υποτιμά, με αποτέλεσμα την ατομική του στέρηση και ζημία.


    Η. Το Μέτρο των Αναγκών

   Πώς δύναται ο άνθρωπος να αποκτήσει συνείδηση του πραγματικού μέτρου των αναγκών του, ούτως ώστε να διατηρήσει την ευθεία οδό που οδηγεί στον στόχο του;

   Γνωρίζουμε την Κλείδα της πνευματικής εξελίξεως του ανθρώπου: είναι η Αγάπη. Η τρίκλωνη Αγάπη -- προς εαυτόν, προς τον συνάνθρωπο και προς τον Θεό -- είναι εκείνο το μυστικό πύρ που μεταμορφώνει τον άνθρωπο, τον ανυψώνει συνειδησιακώς και τον συνταυτίζει με την Αλήθεια. Δια της Αγάπης ο άνθρωπος θα πορευθή προς την Αλήθεια.


   Η Αγάπη είναι ο μίτος της Αριάδνης που θα τον οδηγήσει στην αντίληψη της Αληθείας. Και η Αλήθεια θα του καθορίσει επακριβώς το μέτρο των αναγκών του, δίδοντάς του την ευκαιρία να περιορισθή στην ικανοποίηση των πραγματικών του αναγκών, διακόπτοντας έτσι κάθε επαφή με το εκπεσον όν.

Ορφέας:

ΕΝΔΕΚΑΤΟ ΘΕΩΡΗΜΑ


   «Κάθε πράξη επωφελής σε ένα άτομο δεν είναι πάντοτε και ωφέλιμη στην ανεξαρτησία της προσωπικότητάς του».
 
 

    Νοηματική Εκδίπλωση του Ενδεκάτου Θεωρήματος

    Α. Άτομο και Προσωπικότητα

    Β. Οι Πράξεις

    Γ. Η σχέση εξωτερικής και εσωτερικής Ζωής

    Δ. Η Ωφέλεια των Πράξεων

    Ε. Το Κριτήριο των Πράξεων

    ΣΤ. Οι Πράξεις Θυσίας

Ορφέας:

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΕΝΔΕΚΑΤΟΥ ΘΕΩΡΗΜΑΤΟΣ


    Α. Άτομο και Προσωπικότητα

   Αν και απλο στην διατύπωσή του, το ενδέκατο Θεώρημα δίδει μία κλείδα στον άνθρωπο για να περάσει από το σκότος της αγνοίας στο Φως της Αληθείας.

   Παρατηρούμε κατ' αρχάς μία αντιδιαστολή μεταξύ ατόμου και Προσωπικότητας. Τούτο μάς οδηγεί στην διαπίστωση ότι ο άνθρωπος αφ' ενός μεν ζη ως άτομο, αφ' ετέρου δε δημιουργεί την προσωπικότητά του.

   Ο άνθρωπος θεωρείται ως άτομο, καθώς ζη στον υλικό κόσμο και αντιδιαστέλλεται λόγω της ανομοιότητός του από τους άλλους ανθρώπους και από τις άλλες μορφές της δημιουργίας· Εκ παραλλήλου δημιουργεί την προσωπικότητά του, δηλαδή τελειούμενος αποκτά συνείδηση, ώστε να συνδεθή κάποτε με την Πηγή του και να καταστή αιώνιο πνευματικό Όν. Ως άτομο, το ανθρώπινο όν ζη και εκφράζεται στον κόσμο της εξωτερικότητας. Ως προσωπικότητα, υψώνεται σε τελείωση και τείνει να ενωθή με την Θεία Ακτίνα, της οποίας είναι η προβολή και το αποτύπωμα.


   Άρα ο άνθρωπος -- ιδού η μυητική κλείδα -- ζη διπλή ζωή:

   αφ' ενός, μία ζωή εξωτερική, καθώς εμφανίζεται ως άτομο και δρά στον κόσμο της ύλης· και
   αφ' ετέρου, μία ζωή εσωτερική, άϋλη, αόρατη, καθώς δημιουργεί την προσωπικότητά του και συνάπτει σχέση με την Θεία Ακτίνα της οποίας είναι προβολή.


    Β. Οι Πράξεις

Κατόπιν αυτής της διαπιστώσεως, παρατηρούμε ότι η προεξάρχουσα έννοια στο Θεώρημα αυτό είναι η πράξη.

   «Πράξεις είναι οι ηθελημένες παρορμήσεις». Καταλήγουν πάντοτε σε:

   νοητικά συμφωνήματα (δηλαδή σκέψεις τις οποίες αποδεχόμαστε, υιοθετούμε και επεξεργαζόμαστε)· ή
   ψυχικά συναισθήματα τα οποία επιτρέπουμε να εμφανίζονται και να διατηρούνται· ή
   εξωτερικές υλοποιήσεις (δηλαδή ηθελημένες κινήσεις και λόγους).

   Γνωρίζουμε εξ άλλου ότι τις πράξεις διέπει ο Νόμος της Ανταποδόσεως, ο οποίος -- κινούμενος από την Θεία Δικαιοσύνη -- δρά ως εξής: Εάν μεν οι πράξεις είναι δημιουργικές, προερχόμενες από αγαθή συνείδηση, ο Νόμος αυτός θα επανέλθει και θα ευεργετήσει εκείνον από τον οποίον απέρρευσαν οι πράξεις. Εάν όμως είναι καταστρεπτικές, προερχόμενες από βεβαρυμένη συνείδηση, η ανταπόδοση θα επιφέρει την τιμωρία, προκειμένου να επανακτηθή η ισορροπία.

   Στην πραγματικότητα η ανταπόδοση είναι η φώτιση ή η συσκότιση της συνειδήσεως και η συνεπακόλουθη ορθή ή λανθασμένη δράση του ανθρώπου. Ο Θεός δεν είναι τιμωρός!


    Γ. Η σχέση εξωτερικής και εσωτερικής Ζωής

   Βάσει λοιπόν των παραπάνω, το Θεώρημα λέγει ότι κάθε πράξη που ωφελεί τον άνθρωπο στην εξωτερική του ζωή (καθώς αυτός συναλλάσσεται με τον εξωτερικό κόσμο), δεν μπορούμε να πούμε ότι είναι πάντοτε και ωφέλιμη στην εσωτερική του Ζωή, δηλαδή στην σχέση του με την Θεία Ακτίνα και στην ανεξαρτησία της προσωπικότητός του.

   Εκείνο που έχει μεγαλύτερη σημασία για τον άνθρωπο δεν είναι η κοσμική του ζωή, η ζωή την οποία ζη στο εξωτερικό περιβάλλον. Διότι αυτή η ζωή είναι εκ των προτέρων γνωστο ότι κάποτε θα τελειώσει. Το πνευματικό όμως δημιούργημα πρέπει να παραμείνει αθάνατο. Η μεν ζωή του κόσμου τούτου αποτελεί κάτι το προσωρινό, η δε εσωτερική Ζωή (η σχέση του με την Θεία Ακτίνα) μπορεί να αποβεί αιώνια.

   Ένα όμως είναι βέβαιον: ότι η ατομική ζωή του ανθρώπου -- η ζωή του εδώ στον κόσμο -- είναι που επιδρά στην επιτυχία ή όχι της πνευματικής του Ζωής. Με άλλα λόγια, μπορεί μεν να είναι περιορισμένη η ζωή του ανθρώπου σ'αυτόν τον κόσμο, αλλά δεν είναι άνευ σημασίας: αντιθέτως είναι μοναδικής σημασίας, διότι από αυτήν την εξωτερική και προσωρινή ζωή εξαρτάται και η αιώνια Ζωή του.

   Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο οφείλει ο άνθρωπος να προσέχει τις πράξεις που διαπράττει στην εξωτερικότητα και να τις ελέγχει ως προς την ωφέλειά τους.



    Δ. Η Ωφέλεια των Πράξεων

   Αφού ο άνθρωπος ζη δύο ζωές (μία εξωτερική και μία εσωτερική), είναι λογικό ότι άλλα είναι τα κριτήρια της ωφελείας για την ζωή στον κόσμο και άλλα για την δημιουργία της Προσωπικότητας.

   Αναφερόμενοι στην ζωή του ανθρώπου ως ατόμου που συναλλάσσεται με τον εξωτερικόν κόσμο, θα λέγαμε ότι «ωφέλεια είναι η απόκτηση αγαθών ή η δημιουργία ευεργετικών συνθηκών διαβιώσεως». Όταν λοιπόν θέλουμε να κρίνουμε μία πράξη ως προς την εξωτερική της ωφέλεια, θα πρέπει να δούμε τί αγαθά ή ευνοϊκές συνθήκες διαβιώσεως μάς προσκομίζει.

   Τί είναι ωφέλεια για τον άνθρωπο ως προς την σχέση του με την Θεία Ακτίνα; Η ολοένα μεγαλύτερη τελείωσή του. Η κατάκτηση διαρκώς υψηλοτέρων βαθμίδων συνειδήσεως. Ο όλο και μεγαλύτερος συντονισμός του Φαίνεσθαί του προς το Είναι του. Η προϊούσα μεταστοιχείωσή του δια του Πυρος της Αγάπης. Αυτό είναι που ωφελεί τον άνθρωπο στην προσπάθειά του να δημιουργήσει την προσωπικότητά του και να συνδεθή με την Θεία Ακτίνα του, εκδηλώνοντας έτσι την Θεία Ιδέα την οποίαν ενσαρκώνει.


    Ε. Το Κριτήριο των Πράξεων

   Το όλο πρόβλημα λοιπόν ανάγεται στο εξής ερώτημα: Ποιές από τις πράξεις που μάς αποφέρουν ωφέλεια στην εξωτερική μας ζωή (αγαθά και ευνοϊκότερες συνθήκες διαβιώσεως) μπορούν να ωφελήσουν και στην δημιουργία της Προσωπικότητας;

   Κριτήριο και μέτρο των πράξεων είναι οι Ανάγκες. Εάν μία ωφέλεια στην εξωτερική ζωή ικανοποιεί μία ανάγκη του ανθρώπου, συνεπάγεται ότι η εν λόγω ωφέλεια συμβάλλει και στην δημιουργία της προσωπικότητας. Διότι η ικανοποίηση της ανάγκης απελευθερώνει το άτομο από την δυσχέρεια που βιώνει, οπότε το ανθρώπινο πνεύμα έχει την δυνατότητα να υψωθή εσωτερικώς σε βαθμό τελειώσεως.

   «Ανάγκες είναι οι απαιτήσεις του ανθρώπου για να διατηρηθή στην ζωή». Είναι φανερό ότι εάν κάποιος δυσκολεύεται να διατηρηθή στην ζωή του κόσμου (π.χ. ένας άνεργος), δεν ευρίσκεται υπό τις συνθήκες πνευματικής διαυγείας, ψυχικής γαλήνης ή και υγιείας σώματος ακόμη, ώστε να μπορέσει να δημιουργήσει την προσωπικότητά του.

   Αλλά και η υπέρμετρη συσσώρευση αγαθών αποπροσανατολίζει το άτομο, αφού το βάρος των αποκτημάτων μεταφράζεται εν τέλει σε απασχολήσεις διαχειρίσεως.

   Άρα, εάν ο άνθρωπος κατορθώσει να διαπιστώσει και να συγκεκριμενοποιήσει το μέτρο των αναγκών του (οι οποίες αποτελούν απαίτηση του όντος για να διατηρηθή στην ζωή), και αποφύγει τόσο μεν την υπερβολή, όσο δε την στέρηση, τότε έχει καταστή ελεύθερος και ισορροπημένος· ο νούς του είναι καθαρος και η ψυχή του γαλήνια· και μέσα σ' αυτές τις ευνοϊκές συνθήκες δύναται να εργασθή για την δημιουργία της προσωπικότητός του.



    ΣΤ. Οι Πράξεις Θυσίας

   Το Θεώρημα τούτο δεν αναφέρεται καθόλου στις ζημιογόνες πράξεις του ανθρώπου -- εκδηλώσεις της ελαττωματικότητός του -- αφού μ' αυτές ασχολήθηκαν προηγούμενα Θεωρήματα.

   Εν τούτοις υπάρχει μία κατηγορία πράξεων που ζημιώνουν μεν το άτομο, αλλ' είναι επωφελείς για την προσωπικότητα. Πρόκειται για τις σπάνιες εκείνες πράξεις αυτοθυσίας, όπου, χάριν αγάπης, κάποιος δέχεται να στερηθή αγαθά τα οποία θα του ανήκαν δικαιωματικώς -- ακόμη και την ίδια την ζωή του. Τέτοιες εξαιρετικές πράξεις πνευματικού μεγαλείου υψώνουν και καταξιώνουν την προσωπικότητα.


    Εν Κατακλείδι:

   Κάθε πράξη του ανθρώπου -- από την οποίαν αυτός ωφελείται ατομικώς -- συμβάλλει στην δημιουργία της προσωπικότητός του μόνον υπό την προϋπόθεση ότι εντάσσεται στο πλαίσιο που προσδιορίζει το αληθές μέτρο των αναγκών του.

Πλοήγηση

[0] Λίστα μηνυμάτων

[#] Επόμενη σελίδα

[*] Προηγούμενη σελίδα

Μετάβαση στην πλήρη έκδοση