Κανονισμός - Πληροφορίες > Δικαιώματα του ανθρώπου

Παρανομίες Τραπεζών....

(1/21) > >>

Ορφέας:
    Χρεώσεις και πρακτικές των τραπεζών που έχουν κριθεί παράνομες και καταχρηστικές από τα δικαστήρια και τις οποίες ΠΡΕΠΕΙ  ΝΑ ΑΡΝΟΥΜΑΣΤΕ :

    Οι παρακάτω πρακτικές και χρεώσεις των τραπεζών κρίθηκαν παράνομες από τα δικαστήρια :       Απόφαση Δικαστηρίου

    Για τις καταθέσεις

Είσπραξη προμήθειας για κατάθεση σε λογαριασμό τρίτου προσώπου                          711/2007 κ 961/2007, Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών
Επιβολή εξόδων κίνησης σε λογαριασμούς ταμιευτηρίου (ή τρεχούμενους) μετά την 4η πράξη κάθε μήνα   711/2007 κ 961/2007, Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών
Επιβολή εξόδων τήρησης και παρακολούθησης στους λογαριασμούς καταθέσεων   711/2007 κ 961/2007, Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών
Μονομερής μεταβολή από την πλευρά της τράπεζας για τους όρους των λογαριασμών καταθέσεων   711/2007 κ 961/2007, Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών
Επιβολή εξόδων αδράνειας (0,6 ή 1 €) σε λογαριασμούς που δεν κινούνται για πάνω από 1,5 χρόνο   711/2007 κ 961/2007, Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών
Ο υπολογισμός των τόκων των ποσών των καταθέσεων σε μεταγενέστερη ημερομηνία από αυτή που γίνεται η κατάθεση   711/2007 κ 961/2007, Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών

    Για τις πιστωτικές κάρτες

Μονομερής αύξηση του επιτοκίου της πιστωτικής κάρτας, χωρίς συγκεκριμένα κριτήρια που αναφέρονται στη σύμβαση   1219/2001, Άρειος Πάγος
Μονομερής αύξηση της συνδρομής της κάρτας   1219/2001, Άρειος Πάγος
Είσπραξη προμήθειας για την ανάληψη μετρητών μέσω πιστωτικής κάρτας   1219/2001, Άρειος Πάγος
Για τα στεγαστικά και λοιπά δάνεια
Είσπραξη εξόδων χρηματοδότησης για τη χορήγηση του δανείου   5253/2003, Εφετείο Αθηνών
Είσπραξη εξόδων φακέλου   5253/2003, Εφετείο Αθηνών
Μονομερής αύξηση του επιτοκίου στα δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο χωρίς κάποιο λογικό κριτήριο. Παράνομη είναι επίσης η απαίτηση της τράπεζας για επιστροφή του δανείου αν δεν αποδεχθεί ο πελάτης την προσαρμογή του επιτοκίου   5253/2003, Εφετείο Αθηνών
Επιβολή εξόδων 50 € σε δανειολήπτες για να πάρουν βεβαίωση οφειλών   711/2007 κ 961/2007, Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών
Η καταγγελία της σύμβασης του δανείου από τη μεριά της τράπεζας σε περίπτωση καθυστέρησης οποιασδήποτε δόσης   5253/2003, Εφετείο Αθηνών
Ο υπολογισμός των τόκων του δανείου με βάση το έτος των 360 ημερών αντί για τις 365 ή 366 μέρες με αποτέλεσμα τη μεγαλύτερη επιβάρυνση του δανειολήπτη   430/2005, Άρειος Πάγος
Η επιβολή χρονικού περιθωρίου (π.χ. 30 ημερών) στον πελάτη για να αμφισβητήσει τις χρεώσεις του, αλλιώς θεωρείται ότι τις κάνει δεκτές   1219/2001, Άρειος Πάγος

  
   Τι μπορώ να κάνω;

1. Να αρνηθώ την επιβολή των παραπάνω όρων και εξόδων
2. Να διαμαρτυρηθώ εγγράφως στην Τράπεζα ζητώντας να μου επιστραφούν τα χρήματα που έχουν κρατηθεί παράνομα και να μην ισχύσουν οι καταχρηστικοί όροι
3. Να στείλω την έγγραφη διαμαρτυρία μου - στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή (Υπ. Ανάπτυξης) τηλ. 1520, fax 2103842642, 210-3829640,  Πλ. Κάνιγγος, 10181και e-mail : info@efpolis.gr  - στο Συνήγορο του Καταναλωτή Λ.Αλεξάνδρας 144, 114 71 Τηλ.: 210 6460612, 210 6460862, Fax.: 210 6460414, E-mail: grammateia@synigoroskatanaloti.gr
4. Να επικοινωνήσω με την επιτροπή Ακρίβεια-stop της περιοχής μου για να αντιδράσουμε έμπρακτα στην αυθαιρεσία και την τοκογλυφία των τραπεζιτών!

Πηγή: http://epistiton.blogspot.com/2008/12/blog-post_1249.html

Ορφέας:
    Καταχρηστικοί Όροι στις Τραπεζικές Συμβάσεις      

19.03.08  

Η έννοια των καταχρηστικών όρων στις καταναλωτικές συμβάσεις ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφοι 6-7 του Ν. 2251/94 (Προστασία Καταναλωτή). Στην μεν παράγραφο 6 τίθεται μια γενική ρήτρα και για να καταδειχθεί η καταχρηστικότητα πρέπει να πληρούνται οι προϋποθέσεις που τίθενται στην παράγραφο αυτή. Στη δε παράγραφο 7 ορίζονται ενδεικτικά περιπτώσεις γενικών όρων, που θεωρούνται καταχρηστικοί από το νόμο χωρίς άλλα προαπαιτούμενα. Ακόμα, οι άνω διατάξεις αποτελούν εξειδίκευση του άρθρου 281 του Αστικού Κώδικα. Η έννοια των καταχρηστικών όρων στις καταναλωτικές συμβάσεις ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφοι 6-7 του Ν. 2251/94 (Προστασία Καταναλωτή). Στην μεν παράγραφο 6 τίθεται μια γενική ρήτρα και για να καταδειχθεί η καταχρηστικότητα πρέπει να πληρούνται οι προϋποθέσεις που τίθενται στην παράγραφο αυτή. Στη δε παράγραφο 7 ορίζονται ενδεικτικά περιπτώσεις γενικών όρων, που θεωρούνται καταχρηστικοί από το νόμο χωρίς άλλα προαπαιτούμενα. Ακόμα, οι άνω διατάξεις αποτελούν εξειδίκευση του άρθρου 281 του Αστικού Κώδικα.


Αμέσως, τίθεται το ερώτημα αν ο Ν. 2251/94 εφαρμόζεται στις τραπεζικές συμβάσεις. Ο Ν. 2251/94 στο άρθρο 1, παράγραφος 4α ορίζει την έννοια του καταναλωτή, "Καταναλωτής είναι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο για το οποίο προορίζονται τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες που προσφέρονται στην αγορά ή το οποίο κάνει χρήση τέτοιων προϊόντων ή υπηρεσιών εφόσον αποτελεί τον τελικό αποδέκτη τους". Οι διατάξεις του νόμου αυτού είναι εφαρμοστέες και μάλιστα ευθέως, όταν πρόκειται για "τραπεζικές υπηρεσίες προς τους καταναλωτές", δηλαδή ικανοποιούν προσωπικές ανάγκες τους και είναι σχετικά μικρού ύψους.

Κατά την ερμηνεία των Γενικών Όρων Συναλλαγών και συνακόλουθα την προστασία του Καταναλωτή, δύο είναι οι θεμελιώδεις αρχές:


Η αρχή της μη ουσιώδους διατάραξης της ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων (αρθ. 2, παρ.6, Ν. 2251/94)
Η αρχή της διαφάνειας των όρων των συμβάσεων (αρθ. 2, παρ.1-3, Ν. 2251/94 και αρθ. 2, παρ.6-7, Ν. 2251/94).

Κατόπιν ασκήσεως συλλογικής αγωγής Ενώσεων Καταναλωτών, προσβλήθηκαν ως καταχρηστικοί Γενικοί Όροι Συναλλαγών, που εμπεριέχονται σε έντυπους, προδιατυπωμένους όρους συμβάσεων πιστωτικών καρτών και στεγαστικών δανείων.

Για τους όρους των πιστωτικών καρτών εκδόθηκαν η υπ' αριθ. 1208/98 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ακολούθησε η υπ' αριθ. 6291/2000 Απόφαση Εφετείου Αθηνών και τελικά η υπ' αριθ. 1219/2001 του Αρείου Πάγου.

Οι αποφάσεις του Πρωτοδικείου και του Αρείου Πάγου εν πολλοίς ταυτίζονται, κατά την ερμηνεία των Γενικών Όρων Συναλλαγών, προκρίνοντας την προστασία του αδύναμου μέρους της σύμβασης, δηλαδή του Καταναλωτή.

Αντίθετα, η απόφαση του Εφετείου αξιολογεί την προστασία των Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων ως βαρύνουσα. Για τους όρους των στεγαστικών δανείων εκδόθηκε η υπ' αριθ. 1119/2002 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ακολούθησε η υπ' αρ. 5253/2003 απόφαση του Εφετείου Αθηνών και, εντέλει, η υπ' αρ. 430/2005 απόφαση του Αρείου Πάγου.

Στην περίπτωση των όρων των στεγαστικών δανείων όλες οι αποφάσεις, με επιμέρους διαφοροποιήσεις, στοχεύουν στην προστασία του καταναλωτή, χωρίς βέβαια να διαταράσσουν την εύρυθμη λειτουργία των τραπεζών. Στη συνέχεια θα ομαδοποιήσουμε τις τρεις κατηγορίες όρων και θα σχολιάσουμε τις δυο αποφάσεις του Αρείου Πάγου.

   Α. Μια πρώτη κατηγορία αφορά τους όρους οικονομικών επιβαρύνσεων:

   1. Ο όρος ότι στο λήπτη στεγαστικού δανείου επιβάλλονται επιπλέον του τόκου, "έξοδα χρηματοδότησης" και "προμήθεια φακέλου", αποτελεί προμήθεια, η οποία είναι παράνομη (αρ. 1 του Π.Δ./ΤΕ1969/91), η δε σχετική συμφωνία είναι άκυρη. (Σύγχυση για το τι καλύπτει ο τόκος και τι η προμήθεια.

   2. Ο όρος "μετακύλισης" της εισφοράς του Ν. 128/1975 στο λήπτη του στεγαστικού δανείου, δεν κρίθηκε καταχρηστικός από τον Άρειο Πάγο. Αν και η διατύπωση του αρθ. 1 παράγραφος 3 του νόμου αυτού (128/1975), ότι η εισφορά βαρύνει τα πάσης φύσεως πιστωτικά ιδρύματα, δημιουργεί την εντύπωση ότι μόνον τα πιστωτικά ιδρύματα βαρύνονται τελικά, ο Ν. 128/75 ούτε προβλέπει ρητά ως συμβατικά δυνατή τη μετακύλιση, αλλά ούτε και απαγορεύει τη συμβατική μετακύλιση της εισφοράς. Με βάση την αρχή της ιδιωτικής αυτονομίας, μπορεί να μετακυλιθεί στο δανειολήπτη και ελέγχεται μόνο από άποψη διαφάνειας (ενημέρωση του Καταναλωτή, κατά τη σύναψη της σύμβασης για το ακριβές ποσοστό και επί ποίου ποσού επιβάλλεται).

   3. Ο όρος ότι η τράπεζα μπορεί κατά την κρίση της να επιβάλλει οποτεδήποτε "έξοδα κίνησης σε κάθε λογαριασμό πιστωτικής κάρτας, που δεν παρουσιάζει υπόλοιπο από το ανώτερο όριο, που θα προκαθορίσει η ίδια", είναι άκυρος, καθώς ο πελάτης δε γνωρίζει αν, πότε και με πιο κριτήριο θα επιβληθούν έξοδα κίνησης.

   4. Ο όρος ότι "ο οφειλέτης στεγαστικού δανείου, κυμαινόμενου επιτόκιου, σε περίπτωση πρόωρης εξόφλησης θα πρέπει να καταβάλλει αποζημίωση 2,5% του κεφαλαίου που προπληρώνεται", είναι αντίθετος στο άρθρο 2 παράγραφος 7 εδάφιο ια του Ν.2251/94 (αόριστο το τίμημα). Ο καταναλωτής δε γνωρίζει, εξ αρχής, επί ποίου ποσού θα υπολογίζει το ποσοστό 2,5%. Υπάρχει κίνδυνος μετατροπής του κυμαινόμενου επιτοκίου σε σταθερό και κίνδυνος καταβολής, τελικά, υψηλότερου τιμήματος, αν προεξοφληθεί ένα δάνειο κυμαινόμενου επιτοκίου. Οι Τράπεζες από την άλλη πλευρά, δεν κατάφεραν να αποδείξουν ότι υφίστανται ζημία αυτού του ύψους, σε περίπτωση προεξόφλησης.
 
   5. Οι όροι ότι "ο κάτοχος (πιστωτικής κάρτας) ευθύνεται για οποιαδήποτε υποχρέωση και ζημία προκύψει από χρήση της κάρτας από οποιονδήποτε και με οποιονδήποτε τρόπο", "σε περίπτωση κλοπής ή απώλειας… είναι υποχρεωμένος να ενημερώσει αμέσως την τράπεζα διαφορετικά ευθύνεται για οποιαδήποτε ζημία" κρίθηκαν ασαφείς, από τον Άρειο Πάγο, γιατί δεν διευκρινίζονταν αν η ευθύνη του κατόχου - πελάτη της Τράπεζας υφίσταται και σε περίπτωση έλλειψης υπαιτιότητάς του ως προς την έγκαιρη γνωστοποίηση στην Τράπεζα της κλοπής ή απώλειας. Σχετική είναι και η Κ.Υ.Α. Ζ1-178/2001.

   6. Ο όρος ότι "το επιτόκιο του στεγαστικού δανείου σε ποσοστό 5,5% και οι τόκοι υπολογίζονται, με βάση έτος 360 ημερών", κρίθηκε αδιαφανής και ότι επιφέρει για κάθε ημέρα 1,3889% περισσότερους τόκους. Ο Καταναλωτής δεν πληροφορείται το πραγματικό ετήσιο επιτόκιο, όπως θα προσδιοριζόταν με το άρθρο 243 παρ.3 του Αστικού Κώδικα.

  Β. Η δεύτερη κατηγορία αφορά τους όρους μονομερούς μεταβολής της σύμβασης

   7. Ο όρος ότι "για το στεγαστικό δάνειο θα ισχύει νέο επιτόκιο από την ημέρα λήψης της σχετικής απόφασης της Τράπεζας, ο δε οφειλέτης θα λαμβάνει γνώση για τη μεταβολή είτε μέσω γνωστοποίησης σε δύο Αθηναϊκές εφημερίδες, είτε κατά την πληρωμή της δόσης, και αν διαφωνήσει ο Καταναλωτής, η Τράπεζα θα μπορεί να απαιτήσει την εξόφληση όλου του υπολοίπου δανείου" κρίθηκε καταχρηστικός, λόγω αντίθεσης στο άρθρο 2 παράγραφος 7 εδάφια ε και ια του Ν. 2251/94 (δικαίωμα μονομερούς τροποποίησης χωρίς σπουδαίο λόγο).

   8. Ο όρος ότι "ο λογαριασμός πιστωτικής κάρτας, σε περίπτωση τμηματικών εξοφλήσεων, θα χρεώνεται με συμβατικό τόκο, ο οποίος θα καθορίζεται εκάστοτε από την τράπεζα…", κατά τον Άρειο Πάγο εμφανίζει αοριστία, αφού επιτρέπει, στην τράπεζα, να προσδιορίσει οποτεδήποτε συμβατικό τόκο χωρίς να είναι εκ των προτέρων γνωστά στον Καταναλωτή κριτήρια ειδικά και εύλογα. Επιπλέον δε, συμβατικός τόκος, που θα καθορίζεται από την τράπεζα, δεν μπορεί να υπερβαίνει το νόμιμο τόκο (295 εδα Α.Κ. 2286/28-1-99 Π.Δ./Τ.Ε.)

   9. Το ίδιο αόριστος είναι και ο όρος, για μονομερή ετήσια αναπροσαρμογή.

  10. Ο όρος, που προβλέπει "δικαίωμα της τράπεζας να καταγγείλει ολόκληρη τη σύμβαση στεγαστικού δανείου, σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής οποιασδήποτε δόσης ή μέρους ή τόκων ή εξόδων", κρίθηκε ότι επιφέρει διαταραχή της συμβατικής ισορροπίας σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 του Ν. 2251/94 και υπέρμετρη οικονομική επιβάρυνση του πελάτη. Το αντίθετο έγινε δεκτό "αν ο κάτοχος κάρτας καθυστερήσει την πληρωμή τεσσάρων δόσεων", καθώς είναι υπαρκτός ο κίνδυνος μη ικανοποίησης της τράπεζας, και δε διαταράσσεται η συμβατική ισορροπία.

  11. Ο όρος ότι "σε περίπτωση παράβασης οποιουδήποτε όρου της σύμβασης στεγαστικού δανείου, οι οποίοι λογίζονται όλοι ως ουσιώδεις η τράπεζα δικαιούται να καταγγείλει τη σύμβαση και να αναζητήσει το ανεξόφλητο υπόλοιπο", εύλογα θεωρείται, από τον Άρειο Πάγο, ότι δεν επιφυλάσσει στην τράπεζα δικαίωμα μονομερούς λύσης της σύμβασης χωρίς ορισμένο και σπουδαίο λόγο δεδομένου ότι ρητά αναφέρει ως λόγο λύσης της σύμβασης, την παραβίαση, εκ μέρους του οφειλέτη όρων που συνομολογήθηκαν. Περαιτέρω, όλοι οι όροι, που δεν είναι παράνομοι και καταχρηστικοί, είναι ουσιώδεις.

   Γ. Η τρίτη κατηγορία αφορά όρους, που μετακυλύουν το βάρος απόδειξης στον πελάτη - καταναλωτή:

  12. Ο όρος ότι "το απόσπασμα από τα λογιστικά βιβλία της τράπεζας για την τήρηση του λογαριασμού στεγαστικού δανείου αποτελεί πλήρη απόδειξη της απαίτησης της τράπεζας για το οφειλόμενο ποσό", έγινε δεκτός, ως έγκυρος, από τον Άρειο Πάγο και δε στερεί τον πιστούχο οφειλέτη του δικαιώματος ανταπόδειξης, γιατί η συμφωνία αποκλεισμού του δικαιώματος αμφισβήτησης, από μέρους του οφειλέτη, πρέπει να περιέχεται ρητά στο σχετικό συμβατικό όρο και όχι να συνάγεται, σιωπηρά ή εξ' αντιδιαστολής. Πρόσθετα έξοδα, που επικαλείται η τράπεζα (π.χ. αμοιβές δικηγόρων) μπορούν, επίσης, να αμφισβητηθούν ανταποδείκτως. Άρα, ορθώς, ο Άρειος Πάγος έκρινε ότι δεν παραβιάζεται το άρθρο 2 παράγραφος 7 κζ του Ν.2251/94 (δεν αντιστρέφεται το βάρος απόδειξης).

  13. Ο όρος "ότι αν μέσα σε 20 ημέρες από τη λήψη του μηνιαίου λογαριασμού ο κάτοχος της πιστωτικής κάρτας δεν αμφισβητήσει το σύνολο του ποσού και δεν προτείνει τις βάσιμες αντιρρήσεις του, λογίζεται ότι αποδέχτηκε όλες τις εγγραφές που έγιναν… και δεν έχει πλέον δικαίωμα να τις αμφισβητήσει. Ο κάτοχος θεωρείται ότι παρέλαβε τον μηνιαίο λογαριασμό αν μέσα στον επόμενο ημερολογιακό μήνα δεν ειδοποιήσει γραπτά με απόδειξη την τράπεζα ότι δεν παρέλαβε το μηνιαίο λογαριασμό του προηγούμενου μήνα" κρίθηκε από τον Άρειο Πάγο, ότι με το αμάχητο τεκμήριο περιέλευσης του λογαριασμού, στον πιστούχο, μια δήλωση του προμηθευτή αποκτά νομική ενέργεια κατά το άρθρο 167, του Αστικού Κώδικα, χωρίς δυνατότητα ανταπόδειξης. Παράβαση του άρθρου 2 παράγραφοι 6-7 κτ Ν. 2251/94 (αντιστρέφεται το βάρος απόδειξης).
  
  
του κ. Νίκου Μυλωνίδη, Δικηγόρου και Μέλους του Δ.Σ. του ΚΕ.Π.ΚΑ.

Καταναλωτικά Βήματα - Τεύχος Ιουνίου - Ιουλίου 2006
 
http://kepka.org/index.php?option=com_content&task=view&id=286&Itemid=38

Rose:

--- Παράθεση από: Ορφέας στις Φεβρουαρίου 09, 2009, 11:01:37 ---
    Χρεώσεις και πρακτικές των τραπεζών που έχουν κριθεί παράνομες και καταχρηστικές από τα δικαστήρια και τις οποίες ΠΡΕΠΕΙ  ΝΑ ΑΡΝΟΥΜΑΣΤΕ :

Είσπραξη προμήθειας για κατάθεση σε λογαριασμό τρίτου προσώπου                          711/2007 κ 961/2007, Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών
--- Τέλος παράθεσης ---

Η  Εθνική τράπεζα ακόμα παρανομεί, χρεώνοντας 1,20 ευρώ για κατάθεση σε λογαριασμό τρίτου προσώπου.

Ορφέας:

    Η παρακάτω υπουργική απόφαση αφορά χρεώσεις που επιβάλλουν οι τράπεζες και  οι οποίες αμετάκλητα έχουν κριθεί παράνομες και αυτό έχει καθολική ισχύ. Αυτό σημαίνει ότι  οποιοσδήποτε συναναστρέφεται με τράπεζες μπορεί να τις αρνηθεί χωρίς να απαιτείται άλλη ενέργεια από μέρους του :

    ΥΠΟΥΡΓΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ Ζ1-798/2008 - ΦΕΚ 1353/Β'/11.7.2008
 
Απαγόρευση αναγραφής Γενικών Όρων Συναλλαγών που έχουν κριθεί καταχρηστικοί με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις.

 
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

 Έχοντας υπόψη: Τις διατάξεις:

 
1. Του άρθρου 90 του Κώδικα νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (ΦΕΚ 98/Α'/2005) «Κωδικοποίηση της Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα».

 2. Του άρθρου 13 παρ. 21 του ν. 3587/2007 (ΦΕΚ 152/Α'/10.7.2007) «Τροποποίηση και συμπλήρωση του ν. 2251/1994 «Προστασία των Καταναλωτών», όπως ισχύει, Ενσωμάτωση της οδηγίας 2005/29 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L149)».

 3. Του άρθρου 2 του ν. 2251/1994 (ΦΕΚ 191/Α'/1994) «Προστασία των Καταναλωτών», όπως ισχύει.

 4. Του π.δ. 397/1998 «Οργανισμός του Υπουργείου Εμπορίου», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.

 5. Του π.δ. 27/1996 «Συγχώνευση των Υπουργείων Τουρισμού, Βιομηχανίας Ενέργειας και Τεχνολογίας και Εμπορίου στο Υπουργείο Ανάπτυξης» (ΦΕΚ 19/Α'/1.2.1996), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει μετά την έκδοση του π.δ. 122/2004 (ΦΕΚ 85/ Α'/17.3.2004).

 6. Του π.δ. 59/1996 «Σύσταση Γενικής Γραμματείας Εμπορίου στο Υπουργείο Ανάπτυξης και καθορισμός των αρμοδιοτήτων της» (ΦΕΚ 51/Α'/18.3.1996).

 7.  Του π.δ. 197/1997 «Σύσταση Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή και καθορισμός των αρμοδιοτήτων της» (ΦΕΚ 156/Α'/30.7.1997).

 8. Του π.δ. 206/2007 «Διορισμός Υπουργών και Υφυπουργών» (ΦΕΚ 232/Α'/19.9.2007).

 9. Τις αποφάσεις υπ' αριθμ. 430/2005 και 1219/2001 του Αρείου Πάγου, 5253/2003, και 6291/2000 του Εφετείου Αθηνών καθώς και 1119/2002 και 1208/1998 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, οι οποίες έχουν καταστεί αμετάκλητες, καθώς και την απόφαση υπ' αριθμ. 961/2007 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, στο μέρος που έχει καταστεί αμετάκλητη.

 10. Το γεγονός ότι οι συνέπειες του δεδικασμένου των ανωτέρω αποφάσεων έχουν ευρύτερο δημόσιο ενδιαφέρον για την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς και την προστασία των καταναλωτών.

 11. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:

 
    Την απαγόρευση αναγραφής των Γενικών Όρων Συναλλαγών που έχουν κριθεί ως καταχρηστικοί με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις επί αγωγών ενώσεων καταναλωτών, σε συμβάσεις που συνάπτουν τα Πιστωτικά Ιδρύματα με τους καταναλωτές, ως ακολούθως:

 

1) Σε συμβάσεις στεγαστικών δανείων κυμαινόμενου επιτοκίου:
α) όρος που προβλέπει την είσπραξη από το Πιστωτικό Ίδρυμα εξόδων «χρηματοδότησης», «προέγκρισης δανείου», ή «εξέτασης αιτήματος δανείου», κλιμακούμενων ανάλογα με το ποσόν του δανείου

β) όρος που προβλέπει την επιβολή ποσού «προμήθειας» ή «εξόδων φακέλου»

γ) όρος που προβλέπει ότι σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής εκ μέρους του καταναλωτή οποιασδήποτε δόσης, ή μέρους αυτής, ή των τόκων, ή των εξόδων το Πιστωτικό Ίδρυμα δύναται να καταγγείλει την σύμβαση δανείου και να ζητήσει το σύνολο του ανεξόφλητου ποσού μαζί με τους αναλογούντες τόκους υπερημερίας.

δ) όρος που προβλέπει ως πρόσθετη ασφάλεια την εκχώρηση και μεταβίβαση στο Πιστωτικό Ίδρυμα των μισθωμάτων επί εκμισθωμένου από τον καταναλωτή ακινήτου, εφόσον το Πιστωτικό Ίδρυμα απαιτεί επιπλέον από τον καταναλωτή να εγγράψει υπέρ αυτού προσημείωση υποθήκης για ποσό που υπερκαλύπτει το ύψος του δανείου, να διατηρεί το ακίνητο ασφαλισμένο με δικαιούχο του ασφαλίσματος το ίδιο το Πιστωτικό ίδρυμα και να συνυπογράψει τη σύμβαση δανείου ως εγγυητής τρίτο πρόσωπο,

ε) όρος που προβλέπει την παραίτηση του εγγυητή από τα ευεργετήματα και τις ενστάσεις που του αναγνωρίζουν τα άρθρα 862  868 Α.Κ., όπως εκάστοτε ισχύουν,

στ) όρος που προβλέπει υπολογισμό των τόκων με βάση έτος 360 ημερών αντί του ημερολογιακού έτους,

ζ) όρος που προβλέπει ότι σε περίπτωση πρόωρης εξόφλησης μερικώς ή ολικώς του κεφαλαίου του δανείου, η οποία πραγματοποιείται μετά τον πρώτο χρόνο σύναψης της σύμβασης και εφόσον δεν υπάρχει καθυστέρηση οφειλής, ο καταναλωτής θα καταβάλει ως αποζημίωση στο Πιστωτικό Ίδρυμα ποσό ίσο με ποσοστό επί του κεφαλαίου που καταβάλλεται πρόωρα, ή τόκους ορισμένων μηνών επί του κεφαλαίου αυτού.

Επίσης, κάθε όρος που εξαρτά την άσκηση του προαναφερόμενου δικαιώματος πρόωρης εξόφλησης από οποιοδήποτε αντάλλαγμα.

 

2) Σε συμβάσεις χορήγησης πιστωτικών καρτών:

α) όρος που προβλέπει στις περιπτώσεις ανάληψης μετρητών την καταβολή προμήθειας στο Πιστωτικό Ίδρυμα,

β) όρος που προβλέπει ότι ο συμβατικός τόκος με τον οποίο θα χρεώνεται ο λογαριασμός του κατόχου πιστωτικής κάρτας στις περιπτώσεις τμηματικών εξοφλήσεων (καταβολών σε δόσεις) μπορεί να μεταβάλλεται από το Πιστωτικό ίδρυμα, χωρίς να καθορίζονται κριτήρια ειδικά εκ των προτέρων, ορισμένα και εύλογα για τον καταναλωτή,

γ) όρος που προβλέπει την αποκλειστική αρμοδιότητα δικαστηρίων συγκεκριμένης πόλης για την επίλυση διαφορών που θα προκύπτουν από την σύμβαση μεταξύ Πιστωτικού Ιδρύματος και καταναλωτή,

δ) όρος που προβλέπει ότι αν, εντός συγκεκριμένης ταχθείσας από το Πιστωτικό Ίδρυμα προθεσμίας από την λήψη του Μηνιαίου Λογαριασμού (ή και άλλης ειδοποίησης οποτεδήποτε, για την πληρωμή οφειλής σχετικής με την κάρτα) ο κάτοχος ή ο συνοφειλέτης δεν αμφισβητήσει το σύνολο του ποσού και δεν προτείνει τις βάσιμες αντιρρήσεις του, λογίζεται ότι αποδέχθηκε όλες τις εγγραφές που έγιναν καθώς και το χρεωστικό του υπόλοιπο και δεν έχει πλέον το δικαίωμα να το αμφισβητήσει,

ε) όρος που προβλέπει ότι το Πιστωτικό Ίδρυμα δύναται να καταγγείλει οποτεδήποτε, χωρίς προειδοποίηση ή αιτιολόγηση τη σύμβαση πίστωσης με τον κάτοχο (ή και να απαγορεύσει οποιαδήποτε χρήση της κάρτας) καθώς και να τροποποιεί μονομερώς οποιοδήποτε όρο της σύμβασης,

στ) όρος που προβλέπει την επιβάρυνση του καταναλωτή με ποσό προμήθειας ή εξόδων για την χορήγηση από το Πιστωτικό Ίδρυμα βεβαίωσης οφειλών,

ζ) όρος που προβλέπει την αναπροσαρμογή του ύψους της ετήσιας συνδρομής πιστωτικής κάρτας, χωρίς προηγούμενη ενημέρωση του κατόχου της.

 

3) Σε συμβάσεις λογαριασμού καταθέσεως:

α) όρος που προβλέπει ότι το Πιστωτικό Ίδρυμα επιβάλλει κατά την κρίση του οποτεδήποτε έξοδα κίνησης σε κάθε λογαριασμό κατάθεσης για την περίπτωση που δεν παρουσιάζει υπόλοιπο ανώτερο από το κατώτατο όριο που θα καθορίζει κάθε φορά το ίδιο για το αντίστοιχο είδος λογαριασμού.

 

Η απαγόρευση χρήσης των παραπάνω όρων περιλαμβάνει και τροποποιημένες διατυπώσεις ή συναφείς χαρακτηρισμούς που δεν αναιρούν ωστόσο το στίγμα της καταχρηστικότητας.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως>

 ...

Εκτός από τις προηγούμενες χρεώσεις και πρακτικές των τραπεζών, έχουν επίσης εκδικαστεί και έχουν κριθεί παράνομες οι παρακάτω, χωρίς όμως να αποτελούν τελεσίδικες αποφάσεις. Αυτό σημαίνει ότι για να απαιτήσει οποιοσδήποτε να μην ισχύσουν οι κάτωθι χρεώσεις θα πρέπει να προσφύγει ο ίδιος κατά της τράπεζας. Αυτό, μέχρι να φτάσει η εκδίκαση και αυτών των υποθέσεων στο Συμβούλιο της Επικρατείας (αναμένεται να γίνει στο τέλος του χρόνου) και να υπάρξει νέα υπουργική απόφαση :

 Αποφάσεις όχι τελεσίδικες:
 Απόφαση Δικαστηρίου:
 
Είσπραξη προμήθειας για κατάθεση σε λογαριασμό τρίτου προσώπου
 711/2007

961/2007


Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών

 
Επιβολή εξόδων κίνησης σε λογαριασμούς ταμιευτηρίου (ή τρεχούμενους) μετά την 4η πράξη κάθε μήνα
 
Επιβολή εξόδων τήρησης και παρακολούθησης στους λογαριασμούς καταθέσεων
 
Μονομερής μεταβολή από την πλευρά της τράπεζας για τους όρους των λογαριασμών καταθέσεων
 
Επιβολή εξόδων αδράνειας (0,6 ή 1 €) σε λογαριασμούς που δεν κινούνται για πάνω από 1,5 χρόνο
 
Ο υπολογισμός των τόκων των ποσών των καταθέσεων σε μεταγενέστερη ημερομηνία από αυτή που γίνεται η κατάθεση
 
Επιβολή εξόδων 50 € σε δανειολήπτες για να πάρουν βεβαίωση οφειλών
 

 Επικοινωνήστε με την επιτροπή ακρίβεια-stop της περιοχής σας,

για να αντιδράσουμε έμπρακτα στην τοκογλυφία και αυθαιρεσία των τραπεζών!


http://www.akribeia-stop.gr

Ορφέας:
Ο άγνωστος καρτο-πόλεμος των πιστωτικών

    Ένας παρασκηνιακός «πόλεμος» με «τρόπαιο» αξίας αρκετών δισεκατομμυρίων ευρώ, που θα καταλήξει στις τράπεζες ή στους καταναλωτές, μαίνεται τις τελευταίες ημέρες, με επίκεντρο το υπουργείο Οικονομίας και τελικό «διαιτητή» την κ. Λούκα Κατσέλη.Με παρασκηνιακές πιέσεις και μεθοδεύσεις, που σύμφωνα με τις αποκλειστικές πληροφορίες του “B” έχουν φθάσει σε όρια παροξυσμού εσχάτως, οι τραπεζίτες προσπαθούν να πάρουν τη ρεβάνς έναντι των καταναλωτών και να αναστρέψουν μια ιστορική ήττα τους στις δικαστικές αίθουσες, όπου κρίθηκε οριστικά από τον Άρειο Πάγο (το 2001) και το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών (το 2003) η καταχρηστικότητα των υψηλών επιτοκίων των πιστωτικών καρτών!

Με απλά λόγια, τα δικαστήρια έκριναν με δύο αμετάκλητες αποφάσεις τους, ότι κάθε επιβάρυνση δανειολήπτη με επιτόκια υψηλότερα από τα εκάστοτε ισχύοντα δικαιοπρακτικά είναι παράνομη. Όπως τονίζει το Ελληνικό Ινστιτούτο Χρηματοπιστωτικών Ερευνών που με επικεφαλής τον κ. Τάκη Χριστοδουλόπουλο έχει αντιμετωπίσει εκατοντάδες φορές τις τράπεζες στα δικαστήρια με επιτυχία, «μετά τη μείωση κατά 0,50% του επιτοκίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, από τον Μάιο του τρέχοντος έτους, το δικαιοπρακτικό επιτόκιο μειώθηκε στο 6,75%, που αποτελεί την χαμηλότερη τιμή κατά τα τελευταία 63 χρόνια που τηρούνται στοιχεία».

Έτσι, σήμερα βρίσκονται νομικά «μετέωρες» όλες οι επιβαρύνσεις των δανειοληπτών με επιτόκια πάνω από το 6,75% (ή το 8,75% για την υπερημερία) και όσοι δανειολήπτες έχουν σωστή νομική καθοδήγηση «σκοράρουν» κατ’ επανάληψη στις δικαστικές αίθουσες κατά των τραπεζών, επιτυγχάνοντας συνεχείς ακυρώσεις διαταγών πληρωμής. Ιδιαίτερα, μάλιστα, όταν πρόκειται για οφειλές από κάρτες, όπου ως γνωστόν οι τράπεζες επιβάλουν χρεώσεις έως και υπερτριπλάσιες του «πλαφόν» που έχουν ορίσει τα δικαστήρια.

Ουσιαστικά, οι τράπεζες βρίσκονται σήμερα αντιμέτωπες με ένα επικίνδυνο «αγκάθι στα πλευρά» του πιστωτικού συστήματος, παρότι η Τράπεζα της Ελλάδος έχει φροντίσει με μια γνωμοδότηση της νομικής της υπηρεσίας (την οποία, βέβαια, τα δικαστήρια ρίχνουν στο καλάθι των αχρήστων, κάθε φορά που γίνεται επίκλησή της…) να κρίνει (αυθαιρέτως…) ότι τα δικαιοπρακτικά επιτόκια δεν έχουν εφαρμογή στον τραπεζικό δανεισμό.

Στην ιστορική του απόφαση (1219/2001), επί συλλογικής αγωγής της ΕΚΠΟΙΖΩ, ο Άρειος Πάγος έχει κρίνει (σελ. 34), ότι «τα εξωτραπεζικά επιτόκια παρά τον περιορισμό τους στις εξωτραπεζικές συναλλαγές δεν παύουν να έχουν γενικότερη κοινωνικοοικονομική σημασία και ν’ αφορούν και τις τραπεζικές συμβατικές σχέσεις. Ο κοινωνικός και οικονομικός σκοπός του δικαιώματος στην ελεύθερη διαμόρφωση των τραπεζικών επιτοκίων είναι η συμπίεσή τους κάτω από τα όρια των εξωτραπεζικών. Έτσι η συμφωνία για επιτόκια που υπερβαίνουν τα ανώτατα αυτά όρια δεν παύει να απαγορεύεται από το νόμο (ΑΚ 281)».

Με αυτή τη φράση, το Ανώτατο Δικαστήριο θέτει εκτός νομιμότητας τις περισσότερες από τις τραπεζικές χρεώσεις στην καταναλωτική πίστη, δημιουργεί εν δυνάμει απαιτήσεις δισεκατομμυρίων από την πλευρά των δανειοληπτών, αφήνει μετέωρους τους τραπεζικούς ισολογισμούς πολλών ετών και δυνητικά απειλεί να εκθέσει τις τράπεζες ακόμη και σε ποινικές διώξεις στελεχών τους για το αδίκημα της τοκογλυφίας!

Το παρασκήνιο των πιέσεων

Σύμφωνα με πληροφορίες του “B”, ορισμένοι παράγοντες του τραπεζικού τομέα, σε συνεργασία με ορισμένα στελέχη της σημερινής κυβέρνησης (όχι, πάντως, με την αρμόδια υπουργό, κ. Κατσέλη) επιδιώκουν να αφαιρέσουν το «αγκάθι» με μια «πονηρή» νομοθετική ρύθμιση, που εκ πρώτης όψεως θα φαίνεται «φιλική» προς το συμφέρον των δανειοληπτών, στην πραγματικότητα όμως θα νομιμοποιεί τα υπερβολικά τραπεζικά επιτόκια.

Σύμφωνα με τις «διαρροές» των τελευταίων ημερών, η κυβέρνηση προσανατολίζεται (κατόπιν ευγενούς προτροπής των τραπεζιτών…) να θέσει ένα πλαφόν στα επιτόκια, το οποίο θα είναι ίσο με το μέσο όρο των επιτοκίων που ισχύουν σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες πλέον τεσσάρων ποσοστιαίων μονάδων. Ο «πονηρός» μαθηματικός τύπος δίνει ένα «νόμιμο» επιτόκιο πάνω από το 15-16%, που δεν απέχει πολύ από τα ισχύοντα σήμερα και πάντως είναι υπερδιπλάσιο του δικαιοπρακτικού.

Με τον τρόπο αυτό, οι τράπεζες εκτιμούν ότι θα χάσουν μεν ένα πολύ μικρό ποσοστό κέρδους, αλλά θα καταφέρουν να νομιμοποιήσουν τα υψηλά επιτόκιά τους σε πολύ μεγάλο βαθμό, κατά τρόπον ώστε να υποχρεωθούν στο μέλλον να «διορθώσουν» αντίστοιχα τις –ενοχλητικές, ως τώρα- αποφάσεις τους και τα δικαστήρια.

Το ερώτημα είναι αν η κ. Κατσέλη, που δέχεται στο παρασκήνιο ισχυρές πιέσεις από τους τραπεζίτες, αλλά και από μέλη της κυβέρνησης που «αλληθωρίζουν» προς τις δικές τους θέσεις, θα ενδώσει τελικά σε αυτές τις απαιτήσεις των τραπεζιτών, επιφέροντας με τις αποφάσεις της ένα βαρύ πλήγμα στις καταναλωτικές οργανώσεις, που με πολυετείς προσπάθειες έχουν καταφέρει να ρίξουν τις τράπεζες στο… καναβάτσο, όσον αφορά τουλάχιστον τις μεταξύ τους αναμετρήσεις στις δικαστικές αίθουσες.

Η αρμόδια υπουργός γνωρίζει καλά το θέμα και έχει τοποθετηθεί στο παρελθόν σχετικά, με τρόπο που είχε προκαλέσει αρκετές… ανατριχίλες στην Ένωση Τραπεζών -ενδεικτικά αναφέρουμε σχετικές δηλώσεις της, τον Νοέμβριο του 2008, στον Ρ/Σ “Alpha 989”.

Το πιθανότερο είναι ότι τελικά η υπουργός θα αποφύγει να «αγγίξει» με τη νομοθετική ρύθμιση το θέμα των επιτοκίων, αφήνοντας τα δικαστήρια να εφαρμόζουν την ισχύουσα νομολογία με τον ίδιο τρόπο που την εφαρμόζουν ως τώρα. Αν, όμως, κινηθεί τελικά σύμφωνα με τις υποδείξεις των τραπεζιτών και επιβάλει το υψηλό «πλαφόν» στα επιτόκια που φέρονται να προτείνουν, η κ. Κατσέλη θα έχει ακυρώσει μια από τις μεγαλύτερες νίκες του καταναλωτικού κινήματος στη χώρα μας, τονίζουν αρμόδιοι νομικοί καταναλωτικών οργανώσεων…



    Από http://www.banksnews.gr/portal/home-page/124-top-story/360-2009-10-28-22-48-14

Πλοήγηση

[0] Λίστα μηνυμάτων

[#] Επόμενη σελίδα

Μετάβαση στην πλήρη έκδοση