Πνευματική Ακαδημία του Ροδόκηπου των Φιλοσόφων > Ιατρικές Επιστήμες και θεραπευτική

Ανατομία

<< < (3/7) > >>

ΣΕΡΑΠΙΣ:
Σπονδυλική στήλη

Πλευρική όψη της σπονδυλικής στήλης

Σπονδυλική στήλη, κοινώς ραχοκοκαλιά, (vertebral column, ή spinal column, ή backbone), ονομάζεται το συνολικό ανάπτυγμα των σπονδύλων, που αρθρώνονται εν σειρά μεταξύ τους, και από την ύπαρξη της οποίας χαρακτηρίζονται τα σπονδυλωτά.
Πίνακας περιεχομένων


    * 1 Γενικά
    * 2 Ανθρώπινος σκελετός
    * 3 Κυρτώσεις
    * 4 Παθήσεις
    * 5 Σημειώσεις
    * 6 Δείτε επίσης
    * 7 Πηγές

 Γενικά

Η εν λόγω σειρά των σπονδύλων περιβάλει τον νωτιαίο μυελό. Καθένας σπόνδυλος αποτελείται από ένα κέντρο το οποίο και αντικαθιστά την εμβρυϊκή νωτιαία χορδή, ένα νευρικό τόξο που καλύπτει τον νωτιαίο μυελό, καθώς επίσης σε αρκετές περιπτώσεις, και ένα αιμικό τόξο το οποίο περικλείει αιμοφόρα αγγεία. Επίσης οι σπόνδυλοι φέρον εγκάρσιες αποφύσεις στις οποίες αρθρώνονται οι πλευρές. Η άρθρωση της σπονδυλικής στήλης με το κρανίο γίνεται με ειδικό σπόνδυλο που λέγεται «άτλας», ενώ με τις πλευρές γίνεται με τους θωρακικούς σπονδύλους. Τέλος η σπονδυλική στήλη αρθρώνεται με την πυελική ζώνη στο ιερό οστούν όπου και καταλήγει.

Ανθρώπινος σκελετός
Κάτοψη σπονδύλου, διακρίνονται άνω το πρόσθιο σώμα, οι πλευρικές εγκάρσιες αποφύσεις και η κάτω (οπίσθια) ακανθώδης.

Η σπονδυλική στήλη στον ανθρώπινο σκελετό αποτελείται από 33 (ή 34) συνανθρώμενους σε σειρά σπονδύλους. Καθένας σπόνδυλος περιλαμβάνει ένα ημικυλινδρικό σώμα μεγέθους ανάλογου με το τμήμα στο οποίο ανήκει, επίσης πλάγια φέρει δύο εγκάρσιες αποφύσεις και πίσω μια ακανθώδη απόφυση, που χρησιμεύουν για την πρόσφυση των μυών και συνδέσμων. Από το κυλινδρικό σώμα επίσης απολήγουν τα σπονδυλικά τόξα που ενωμένα σχηματίζουν ένα δακτύλιο. Οι επάλληλοι αυτοί δακτύλιοι δημιουργούν ένα ενιαίο σωλήνα, τον σπονδυλικό σωλήνα, εντός του οποίου φέρεται ο νωτιαίος μυελός. Κάθε δε σπόνδυλος αρθρώνεται με τον υπερκείμενο και υποκείμενο σπόνδυλο μέσω των αρθρικών αποφύσεων. Αυτή είναι σε γενικές γραμμές η θέση των σπονδύλων στη σπονδυλική διάταξη.

Οι σπόνδυλοι διακρίνονται επιμέρους ανάλογα της θέσης τους στη σπονδυλική στήλη από άνω προς τα κάτω σε:

   1. επτά αυχενικούς, οι εγκάρσιες αποφύσεις των οποίων παρουσιάζουν οπή (εγκάρσιο τρήμα) από την οποία και διέρχονται τα αγγεία των σπονδύλων.
   2. δώδεκα θωρακικούς, στους οποίους αρθρώνονται οι αντίστοιχες πλευρές.
   3. πέντε οσφυϊκούς, που το σώμα τους είναι μεγαλύτερο όλων των προηγουμένων σπονδύλων.
   4. πέντε ιερούς , που το μέγεθός τους ελαττώνεται προς τα κάτω και που στην μεν παιδική ηλικία φέρονται ανεξάρτητοι στους δε ενήλικους συνοστεώνονονται μεταξύ τους δημιουργώντας το ιερόν οστούν, και
   5. 4-5 κοκκυγικούς. Οι τελευταίοι αυτοί φέρονται επίσης συνοστεομένοι αποτελώντας τον κόκκυγα.

Άρθρωση σπονδύλων

Ειδικότερα ο πρώτος άνω σπόνδυλος που συνδέει το κρανίο με τη σπονδυλική στήλη οναμάζεται άτλας και ο αμέσως επόμενος (ο δεύτερος) επιστροφέας. Οι δύο αυτοί σπόνδυλοι διαφέρουν των άλλων και χρησιμεύουν για τη κίνηση της κεφαλής. Συγκεκριμένα ο άτλας δεν φέρει σώμα πλην όμως περικλείει στο δακτύλιό του την οδοντοειδή απόφυση του επιστροφέα που λέγεται και "δόντι του επιστροφέα". Επίσης και ο έβδομος αυχενικός σπόνδυλος παρουσιάζει χαρακτηριστική απόφυση που σχηματίζει προεξοχή ιδιαίτερα αντιληπτή σε αδύνατα άτομα, εξ ου και ονομάζεται προέχων σπόνδυλος.
 Κυρτώσεις

Η σπονδυλική στήλη, από τον τρόπο της άρθρωσης των σπονδύλων, παρουσιάζει μεγάλη κινητικότητα. Παρά ταύτα δεν είναι τελείως ευθεία κάθετη, που μπορεί να φαίνεται έτσι από την πρόσθια ή οπίσθια πλευρά, αλλά παρουσιάζει διάφορες κυρτώσεις ή κυρτώματα, εναλλασσόμενες, δύο εμπρόσθιες και δύο οπίσθιες που λαμβάνουν ονομασία εκ τη θέσης τους στους αντίστοιχους σπονδύλους. Έτσι παρατηρούνται από άνω προς τα κάτω:

   1. η αυχενική κύρτωση, ή αυχενικό κύρτωμα, (ανοιχτή προς τα οπίσω)
   2. η θωρακική κύρτωση, ή θωρακικό κύρτωμα, (ανοιχτή προς τα εμπρός)
   3. η οσφυϊκή κύρτωση, ή οσφυϊκό κύρτωμα, (ανοιχτή προς τα οπίσω), και
   4. η ιεροκοκκυγική κύρτωση, ή ιεροκοκκυγικό κύρτωμα, (ανοιχτή προς εμπρός) (δείτε σχετ. 1η εικόνα).

Οι κυρτώσεις αυτές εξυπηρετούν κατά τον καλλίτερο τρόπο αφενός την ορθία στάση του ανθρώπου και αφετέρου την ελαστικότητα που θα πρέπει να παρέχει σε όλο το βάρος του σώματος σε οποιαδήποτε μετακίνηση, βάδισμα, τρέξιμο, άλματα κ.λπ. Εκτός όμως των παραπάνω υφίσταται και μία ακόμη ελαφρά πλάγια κύρτωση ανοικτή προς τ΄ αριστερά σχεδόν σ΄ όλους τους ανθρώπους, έτσι ώστε ο αριστερός ώμος να φαίνεται πάντα ελαφρότερα ανυψωμένος σε σχέση με τον δεξιό. Το φαινόμενο αυτό δεν έχει ερμηνευτεί, και οι απόψεις ότι προέρχεται είτε από το ότι η δεξιά πλευρά παρουσιάζει μεγαλύτερη ενέργεια μυών, είτε από τη στάση των μαθητών σε σχολικά θρανία, δεν ευσταθούν αφού το αυτό φαινόμενο παρουσιάζουν και οι αριστερόχειρες, αλλά και άτομα που πήγαν σε σχολεία χωρίς θρανία (χωρών Αφρικής, Ασίας κ.λπ.).

 Παθήσεις

Πολλές φορές όμως παρουσιάζονται υπέρμετρες κυρτώσεις της σπονδυλικής στήλης από παθολογικές αιτίες, και τέτοιες είναι οι:

   1. Λόρδωση μέ έντονο άνοιγμα προς τα οπίσω, ονομασία που προήλθε από την υπεροπτική γενικότερη εικόνα των Λόρδων.
   2. Κύφωση, αντίθετη της προηγουμένης, με έντονο άνοιγμα προς τα εμπρός, εμφανέστερη σε υπερήλικα άτομα, και
   3. Σκολίωση, με έντονη κυρτότητα της σπονδυλικής στήλης, είτε δεξιά, είτε αριστερά.

ΣΕΡΑΠΙΣ:
Φαιά ουσία

Η Φαιά ουσία αποτελεί μέρος του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος των σπονδυλωτών που περιέχει τα σώματα των νευρικών κυττάρων τα οποία και δίνουν στο υλικό ένα γκρί χρώμα σε διάκριση του λευκού των ινών. Η φαιά ουσία περιέχει, μεταξύ άλλων κυττάρων, τους νευρώνες (νευρικά κύτταρα), και το γκριζωπό της χρώμα το οφείλει στο ότι μέσα σε αυτή βρίσκονται σε μεγάλη συγκέντρωση τα σώματα των κυττάρων αυτών. Αντίθετα, η λευκή ουσία σχηματίζεται κυρίως από τους νευράξονες των νευρικών κυττάρων.

Στον εγκέφαλο η φαιά ουσία βρίσκεται εξωτερικά, κυρίως, και σχηματίζει τις έλικες και τις αύλακες της επιφάνειας του εγκεφάλου. Μικρότερες μάζες από φαιά ουσία βρίσκονται και στο εσωτερικό του εγκεφάλου, σχηματίζοντας δομές μέσα στη λευκή ουσία, οι οποίες ονομάζονται εγκεφαλικοί πυρήνες.

Αντίθετα με τον εγκέφαλο, στο νωτιαίο μυελό η φαιά ουσία βρίσκεται σε εσωτερική διάταξη σε σχήμα Η, (κατά διατομή), σχηματίζοντας μια στήλη στο κέντρο, περιβαλλόμενη από τη λευκή ουσία του Νωτιάιου Μυελού, κατά μήκος του.

    * Ο λεγόμενος συντονισμός γίνεται στη φαιά ουσία του κεντρικού νευρικού συστήματος.

ΣΕΡΑΠΙΣ:
Μυς

Ο μυς είναι η ανατομική δομή που παράγει κίνηση ή δύναμη ως απάντηση σε ένα φυσιολογικό ερέθισμα. Όλοι οι μύες μετατρέπουν μια χημική ή ηλεκτρική εντολή σε μια μηχανική απάντηση. Η ενεργητική κίνησή τους λέγεται μυϊκή συστολή και το έναυσμα για αυτήν είναι το ίδιο ανεξάρτητα από το μέρος του σώματος στο οποίο αναφερόμαστε: μια αύξηση στη συγκέντρωση των ελεύθερων κυτταροπλασματικού ιόντων ασβεστίου.

Σε όλους τους τύπους μυών, ορισμένα συστατικά του μυϊκού κυττάρου είναι ιδιαίτερα εξειδικευμένα για να ολοκληρώσουν τη μοναδική λειτουργία του μυός. Δεδομένης της διαφοράς στους φυσιολογικούς ρόλους τους, ο κάθε τύπος μυός έχει εξελίξει μοναδικές ανατομικές δομές και λειτουργικούς μηχανισμούς. Κατά συνέπεια, οι διάφοροι τύποι των μυϊκών κυττάρων έχουν εξειδικευμένες πλασματικές μεμβράνες, κυτταροσκελετούς, ενδοπλασματικό δίκτυο και μεταβολικές οδούς για παραγωγή και κατανάλωση ενέργειας.

Πίνακας περιεχομένων

    * 1 Τύποι
          o 1.1 Σκελετικοί μύες
          o 1.2 Λείοι μύες
          o 1.3 Καρδιακός μυς
    * 2 Βιβλιογραφία

 Τύποι

Υπάρχουν τριών ειδών μύες: οι σκελετικοί, οι λείοι και ο καρδιακός.

 Σκελετικοί μύες

Είναι οι μύες που κινούν το σκελετό, μερικές φορές αναφέρονται και ως εκούσιοι μύες.

Κάθε σκελετικός μυς έχει δύο ή περισσότερες προσφύσεις. Η πρόσφυση που κινείται λιγότερο λέγεται έκφυση και η πρόσφυση που κινείται περισσότερο λέγεται κατάφυση. Το μυώδες τμήμα του μυός λέγεται γαστέρα. Τα πέρατα του μυός προσφύονται σε οστά, χόνδρους ή συνδέσμους, με δέσμες ινώδους ιστού που λέγονται τένοντες. Μερικές φορές, αποπλατυσμένοι μύες προσφύονται με λεπτό, αλλά ισχυρό, πέταλο ινώδους ιστού που λέγεται απονεύρωση.

 Λείοι μύες

Παρέχουν την κινητικότητα για την προώθηση του περιεχομένου τους στα κοίλα όργανα του σώματος.

Ανάλογα με το όργανο, οι λείες μυϊκές ίνες μπορούν να συστέλλονται είτε μετά από τοπική διάταση, είτε μετά από ερεθισμό των νευρικών ινών του αυτόνομου νευρικού συστήματος, είτε μετά από ορμονικό ερεθισμό.

 Καρδιακός μυς

Οι ίνες του βρίσκονται στο μυοκάρδιο και σχηματίζουν το σύστημα αγωγής των διεγέρσεων της καρδιάς.

Η λειτουργία του είναι να συστέλλεται σύντομα, με κάθε καρδιακό κτύπο, και πρέπει να διατηρήσει αυτήν την περιοδική δραστηριότητα για ολόκληρη τη ζωή.

 Βιβλιογραφία

    * Boron W & Boulpaep E, "Ιατρική Φυσιολογία", εκδόσεις Π.Χ.Πασχαλίδης, 2006, ISBN 960-399-407-3
    * Snell R., "Κλινική ανατομική", ιατρικές εκδόσεις Λίτσας.

ΣΕΡΑΠΙΣ:
Αγγείο

Αγγείο είναι η ανατομική δομή, τύπου σωλήνα διαφόρων μεγεθών, που μεταφέρει αίμα ή λέμφο ή χολή ή οξυγόνο και θρεπτικές ουσίες σε όλη την έκταση του οργανισμού. Ανάλογα με το τι μεταφέρουν, τα αγγεία διακρίνονται σε:

    * Αρτηρίες: άγουν οξυγονωμένο αίμα και σχηματίζουν το αρτηριακό δίκτυο.
    * Φλέβες: άγουν αίμα και σχηματίζουν το φλεβικό δίκτυο.
    * Λεμφαγγεία: άγουν λέμφο και σχηματίζουν το λεμφικό δίκτυο.
    * Χολαγγεία: άγουν χολή και σχηματίζουν το δίκτυο των χοληφόρων.


Αρτηρίες ονομάζονται τα αγγεία του οργανισμού που μεταφέρουν οξυγονωμένο αίμα από την καρδιά προς τα υπόλοιπα όργανα. Όσο απομακρύνονται από την καρδιά διακλαδίζονται και σχηματίζουν όλο και μικρότερα αγγεία, μικρότερες αρτηρίες και αρτηρίδια τα οποία τελικά καταλήγουν στα τριχοειδή αγγεία.


Φλέβα

Φλέβες ονομάζονται τα αγγεία του οργανισμού που μεταφέρουν το αίμα στην καρδιά. Ομοίως, με τις αρτηρίες, διακλαδίζονται σε μεγαλύτερα και μικρότερα αγγεία μέχρι τα τριχοειδή.

Σχηματίζουν το φλεβικό σύστημα, το οποίο, τόσο στα άνω, όσο και στα κάτω άκρα, αποτελεί έναν πολύπλοκο μηχανισμό αντλίας, με τον οποίο, όταν ο άνθρωπος βρίσκεται σε όρθια θέση, το φλεβικό αίμα μεταφέρεται προς την καρδιά παρά την αντίθετη δύναμη της βαρύτητας. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό γνώρισμα των φλεβών είναι οι βαλβίδες, οι οποίες επιτρέπουν τη ροή του αίματος μόνο σε μία κατεύθυνση (από την περιφέρεια προς την καρδιά).
Πίνακας περιεχομένων

    * 1 Ταξινόμηση
          o 1.1 Επιπολής φλεβικό σύστημα
          o 1.2 Εν τω βάθει φλεβικό σύστημα
          o 1.3 Διατιτραίνουσες φλέβες
          o 1.4 Φλεβώδης πόρος

 Ταξινόμηση

 Επιπολής φλεβικό σύστημα

Πρόκειται για τις φλέβες που βρίσκονται πιο κοντά στην επιφάνεια του δέρματος. Παίζουν σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση της θερμοκρασίας του σώματος.

 Εν τω βάθει φλεβικό σύστημα

Βρίσκονται κάτω από τους μυς και επιτελούν διάφορες λειτουργίες, κυρίως απάγουν το αίμα από τους ιστούς προς την καρδιά.

 Διατιτραίνουσες φλέβες

Είναι περισσότερες από 60. Φέρονται από τις φλέβες του επιπολής συστήματος και αποχετεύουν το αίμα στις φλέβες του εν τω βάθει συστήματος ή στους φλεβώδεις κόλπους.

 Φλεβώδης πόρος

Εμβρυϊκή δομή που παίζει ρόλο στην επιστροφή του φλεβικού αίματος από τον πλακούντα


Λεμφαγγείο

Λεμφαγγείο λέγεται το αγγείο που μεταφέρει τη λέμφο. Τα λεμφαγγεία βρίσκονται στο διάμεσο ιστό όλων των οργάνων (εκτός από του κεντρικού νευρικού συστήματος και του οφθαλμού) και σχηματίζουν το λεμφικό δίκτυο. Το σύνολο του δικτύου αυτού με όλα του τα ανατομικά εξαρτήματα, αποτελεί το λεμφικό σύστημα.

Τα λεμφαγγεία έχουν εμφάνιση ανάλογη κομπολογιού, λόγω των πολυάριθμων βαλβίδων που βρίσκονται στο εσωτερικό τους. Εμφανίζουν διάφορα μεγέθη που κυμαίνονται από τα μικρότερα λεμφοφόρα τριχοειδή, μέχρι τα μεγάλα λεμφαγγεία και τον μείζονα και ελάσσονα θωρακικό πόρο.

Τα αγγεία αυτά περνούν από τους λεμφαδένες (ή λεμφογάγγλια) προτού το λεμφικό σύστημα έλθει σε επαφή με το φλεβικό. Τα λεμφαγγεία που προσάγουν τη λέμφο προς τα λεμφογάγγλια λέγονται προσαγωγά, ενώ αυτά που απάγουν τη λέμφο από τα λεμφογγάγγλια λέγονται απαγωγά.

 Βιβλιογραφία

    * Snell R., "Κλινική ανατομική", ιατρικές εκδόσεις Λίτσας.

Χολαγγείο


Χολαγγεία ή Χοληφόρα αγγεία είναι τα αγγεία που άγουν τη χολή. Εντός αυτών, δηλαδή, ρέει η υγρή χολή.

Διακρίνονται, ανάλογα με την τοπογραφική σχέση τους με το ήπαρ σε ενδοηπατικά και εξωπηπατικά. Συνενώνονται μεταξύ τους για να σχηματίσουν το Χοληφόρο δέντρο (ή δίκτυο των χοληφόρων).

Η κινητικότητα των χοληφόρων ρυθμίζεται πρωτευόντως από ορμονικούς παράγοντες και, κατά δεύτερο λόγο, νευρογενώς.

 Χολαγγειόλιο

Το χολαγγειόλιο είναι ένας από τους λεπτότατους, τελικούς κλάδους του χοληφόρου δέντρου.

 Βιβλιογραφία

    * Παπαδημητρίου, "Σύγχρονη γενική χειρουργική", εκδόσεις Μ. Παρισιάνου.

ΣΕΡΑΠΙΣ:
Βασικά Γάγγλια

Τα βασικά γάγγλια (ή βασικοί πυρήνες) είναι μια ομάδα από πυρήνες στον εγκέφαλο που διασυνδέονται με τον εγκεφαλικό φλοιό, το θάλαμο και το εγκεφαλικό στέλεχος. Τα βασικά γάγγλια των θηλαστικών συσχετίζονται με μια ποικιλία λειτουργιών: κινητικός έλεγχος, γνωσιακές διεργασίες, συναισθήματα και μάθηση. Στην περίπτωση των βασικών γαγγλίων, η σύγχρονη χρήση του όρου ‘γάγγλια’ θεωρείται λάθος, καθώς η λέξη γάγγλιο αναφέρετε σε συγκεντρώσεις νευρικών πυρήνων στην περιφέρεια μόνο (αυτοί του αυτόνομου νευρικού συστήματος), και προτιμάται ο όρος "βασικοί πυρήνες". Ο συγκεκριμένος ρόλος των βασικών γαγγλίων στον κινητικό έλεγχο έχει μελετηθεί με πολλές ερευνητικές μεθόδους. Αυτές περιελάμβαναν (1) ενδοκυτταρικές παρακολουθήσεις σε συγκεκριμένους πυρήνες των βασικών γαγγλίων σε ζώα που πραγματοποιούσαν βουλητικές κινήσεις και (2) τη μελέτη μετά από εσκεμμένες αλλοιώσεις οργάνων σε ζώα. Επιπλέον οι αναλύσεις των κινητικών δυσλειτουργιών που οφείλονται σε βλάβες των βασικών γαγγλίων, έχουν ρίξει φως στις εξειδικευμένες λειτουργίες αυτού του δομικού στοιχείου. Τα βασικά γάγγλια δεν λειτουργούν από μόνα τους, αλλά πάντοτε σε στενή συνεργασία με τον εγκεφαλικό φλοιό και το φλοιονωτιαίο σύστημα. Δέχονται σχεδόν όλα τα προσαγωγά τους σήματα από τον ίδιο το φλοιό και στη συνέχεια επιστρέφουν σχεδόν όλα τα εκπεμπόμενα σήματα σε αυτόν
Πίνακας περιεχομένων


    * 1 Ιστορία
    * 2 Ανατομικές υποδιαιρέσεις
    * 3 Συγκριτική ανατομία και ονοματολογία
    * 4 Συνδεσμολογία
    * 5 Νευροδιαβιβαστές
    * 6 Άλλες διαταραχές που συνδέονται με τα βασικά γάγγλια
    * 7 Ορολογία
    * 8 Δείτε επίσης
    * 9 Αναφορές
    * 10 Επιπρόσθετες εικόνες

 Ιστορία

Η αποδοχή της άποψης ότι το σύστημα των βασικών γαγγλίων αποτελεί ένα μείζον εγκεφαλικό σύστημα άργησε. Η πρώτη ανατομική πιστοποίησή τους ως ξεχωριστής υποφλοιϊκής δομής δημοσιεύθηκε από τον Thomas Willis το 1664[1]. Για πολλά χρόνια, ο όρος ραβδωτό σώμα χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει μια μεγάλη ομάδα υποφλοιϊκών στοιχείων, μερικά εκ των οποίων αργότερα ανακαλύφθηκε ότι δεν σχετίζονταν λειτουργικά. Επιπρόσθετα, το κέλυφος του φακοειδούς πυρήνα και ο κερκοφόρος πυρήνας δεν είχαν συνδεθεί μεταξύ τους. Το κέλυφος θεωρούνταν ότι σχετίζεται με την ωχρά σφαίρα σε αυτό που καλούνταν φακοειδής πυρήνας.

Η πρωτοπόρα εργασία των Cécile και Oskar Vogt (1941) απλοποίησε πολύ την περιγραφή τον βασικών γαγγλίων, προτείνοντας τον όρο ραβδωτό για την περιγραφή της ομάδας δομών που αποτελείται από τον κερκοφόρο πυρήνα, το κέλυφος και την μάζα που τα συνδέει κοιλιακά, τον επικλινή πυρήνα.

Το ραβδωτό πήρε το όνομά του από τις ραβδώσεις που εμφανίζονταν όταν ρίχνονταν ακτινοβολία σε πυκνές δεσμίδες αξόνων που διέρχονται από το ραβδωτό, την ωχρά σφαίρα, και τη μέλαινα ουσία, οι οποίες περιγράφηκαν από τον ανατόμο Kinnear Wilson ως σαν να έχουν γίνει με μολύβι ("pencil-like"). Η ανατομική σύνδεση του ραβδωτού με τους κύριους στόχους του, την ωχρά σφαίρα και την μέλαινα ουσία, ανακαλύφθηκε αργότερα. Οι δομές αυτές αποτελούν την striato-pallido-nigral δεσμίδα, η οποία είναι ο πυρήνας των βασικών γαγγλίων. Αυτή η δεσμίδα νευρικών ινών σχηματίζει τη λεγόμενη «δεσμίδα του Edinger» όταν διασχίζει την εσωτερική κάψα.

Επιπλέον δομές οι οποίες στην πορεία σχετίστηκαν με τα βασικά γάγγλια είναι το "σώμα του Luys" (1865) (πυρήνας του Luys στο σχήμα) ή υποθαλαμικός πυρήνας, οι βλάβες στον οποίο ήταν γνωστό ότι προκαλούν κινητικές διαταραχές.

Πιο πρόσφατα, άλλες περιοχές όπως το κεντρικό σύμπλεγμα (centre médian-parafascicular) και το pedunculopontine complex έχουν θεωρηθεί ρυθμιστές των βασικών γαγγλίων.

Στην αρχή του 20ου αιώνα, το σύστημα των βασικών γαγγλίων συσχετίστηκε με κινητικές λειτουργίες, καθώς βλάβες σε αυτές τις περιοχές είχαν ως αποτέλεσμα διαταραγμένες κινήσεις (χορεία, αθέτωση, νόσος του Πάρκινσον).

 Ανατομικές υποδιαιρέσεις
Στεφανιαία τομή του ανθρώπινου εγκεφάλου όπου φαίνονται τα βασικά γάγγλια.
Κεφαλικά: ραβδωτό βασικό, ωχρά σφαίρα (GPe και GPi)
Ουραία: υποθαλαμικός πυρήνας (STN), μέλαινα ουσία (SN)

Οι πέντε ανεξάρτητοι πυρήνες που αποτελούν τα βασικά γάγγλια των πρωτευόντων, μαζί με τις υποδιαιρέσεις τους:

κεφαλικά

    * το ραβδωτό βασικό που αποτελείται από
          o κέλυφος
          o κερκοφόρος πυρήνας
    * εξωτερική μοίρα της ωχράς σφαίρας (GPe)
    * εσωτερική μοίρα της ωχράς σφαίρας (GPi)

ουραία

    * υποθαλαμικός πυρήνας (STN)
    * μέλαινα ουσία (SN)
          o συμπαγής μοίρα της μέλαινας ουσίας (SNc)
          o δικτυωτή μοίρα της μέλαινας ουσίας (SNr)
          o substantia nigra pars lateralis (SNl)

Υπάρχουν δύο ομάδες βασικών γαγγλίων στον εγκέφαλο των θηλαστικών, στο αριστερό και στο δεξί ημισφαίριο, που έχουν κατοπτρική σχέση.

Δύο μετωπιαίες τομές χρησιμοποιούνται για να παρουσιαστούν να τα βασικά γάγγλια. Ο υποθαλαμικός πυρήνας και η μέλαινα ουσία βρίσκονται βαθύτερα μέσα στον εγκέφαλο (πιο ουραία). Οι εικόνες δείχνουν δύο σχηματικές αναπαραστάσεις εγκάρσιων τομών του ανθρώπινου εγκεφάλου με τους πυρήνες των βασικών γαγγλίων να σημαίνονται στην δεξιά πλευρά.

Λειτουργικά, τα βασικά γάγγλια αποτελούν μια σειρά από κυκλώματα, όπως το σκελετοκινητικό, το μεταιχμιακό και το οφθαλμοκινητικό κυκλώματα. Καθένα από αυτά προβάλει στον κοιλιακό-έξω, στον πρόσθιο έξω-κοιλιακό και στον κεντρικό-έσω θαλαμικό πυρήνα.

 Συγκριτική ανατομία και ονοματολογία

Περιοχές που ομοιάζουν με τα βασικά γάγγλια έχουν βρεθεί στο κεντρικό νευρικό σύστημα πολλών ειδών. Η συνιστώσα του ραβδωτού και της ωχράς σφαίρας μπορεί καθαρά να αναγνωριστεί σε όλα τα αμνιωτά (θηλαστικά, πουλιά και ερπετά) και στα αμφίβια. Οι ανατομικές συνδέσεις αυτών των πυρήνων και η φαρμακολογία τους επίσης παρουσιάζονται σχετικά διατηρημένα. Τα μη τετράποδα σπονδυλωτά, όπως το ψάρι, εμφανίζουν, επίσης, δομές που ομοιάζουν στα βασικά γάγγλια, παρόλο που τα δεδομένα είναι λιγότερο σαφή στην περίπτωση αυτή.

Τα ονόματα που δίδονται στους διάφορους πυρήνες των βασικών γαγγλίων διαφέρουν σε διαφορετικά είδη:

Για παράδειγμα, η εσωτερική μοίρα της ωχράς σφαίρας στα πρωτεύοντα, ονομάζεται "entopenduncular nucleus" στα τρωκτικά. Το ραβδωτό και η εσωτερική μοίρα της ωχράς σφαίρας στα πρωτεύοντα, ονομάζονται "paleostriatum augmentatum" και "paleostriatum primitivum" αντίστοιχα, στα πουλιά.

 Συνδεσμολογία

Το ραβδωτό είναι η κύρια, αλλά όχι η μόνη, ζώνη εισόδου από άλλες εγκεφαλικές περιοχές που συνδέονται με τα βασικά γάγγλια. Μέσω του ραβδωτού τα βασικά γάγγλια λαμβάνουν είσοδο από το φλοιό, κυρίως από τον κινητικό και τον προμετωπιαίο φλοιό. Σχεδόν όλες οι κινητικές και αισθητικές νευρικές ίνες με τις οποίες ο φλοιός του εγκεφάλου συνδέεται με το νωτιαίο μυελό, διέρχονται μεταξύ των δύο μεγάλων μαζών των βασικών γαγγλίων, του κερκοφόρου πυρήνα και του κελύφους. Οι 2 κύριες έξοδοι από το σύστημα είναι η ωχρά σφαίρα και η μέλαινα ουσία.

Το κύκλωμα των βασικών γαγγλίων συχνά διαιρείται σε δύο κύρια μονοπάτια, το άμεσο και το έμμεσο μονοπάτι:
Τύπος μονοπατιού    Μονοπάτι    Αριθμός ανασταλτικών μονοπατιών (-)    Περιγραφή    ντοπαμινεργικοί υποδοχείς
Άμεσο (διεγερτικό)    ραβδωτό-
→GPi/SNr-
→θάλαμος+
→φλοιός    2    Η φλοιϊκή δραστηριότητα που διεγείρει κύτταρα στο ραβδωτό τα οποία συμμετέχουν στο άμεσο μονοπάτι οδηγεί στην αναστολή των περιοχών GPi και SNr, οι οποίες με τη σειρά τους άρουν την τονική ανασταλτική δραστηριότητά τους προς τον θάλαμο.    D1
Έμμεσο (ανασταλτικό)    ραβδωτό-
→GPe -
→STN +
→GPi/SNr-
→θάλαμος+
→φλοιός    3    Σε αντίθεση, η φλοιϊκή δραστηριότητα που διεγείρει τα κύτταρα του ραβδωτού στο έμμεσο μονοπάτι, θεωρείται ότι αναστέλλει τον θάλαμο (αναστέλλοντας την άρση της αναστολής).    D2

Η δραστηριότητα των νευρώνων του κέλυφους διαφέρει από τη δραστηριότητα των νευρώνων των κινητικών περιοχών του φλοιού σε διάφορα ενδιαφέροντα σημεία. Πρώτον κατά τη διάρκεια οπτικά κατευθυνόμενων κινήσεων, τα επιλεκτικά ως προς την κίνηση κύτταρα των βασικών γαγγλίων εκπολώνονται αργότερα από τα κύτταρα των κινητικών περιοχών του φλοιού. Δεύτερον, οι νευρώνες του κελύφους είναι πιθανότερο να είναι επιλεκτικοί ως προς την κατεύθυνση της κίνησης των άκρων παρά ως προς τη δραστηριοποίηση συγκεκριμένων μυών. Τα ευρήματα αυτά δείχνουν ότι τα βασικά γάγγλια δεν παίζουν σημαντικό ρόλο στην έναρξη των κινήσεων που προκαλούνται από ερέθισμα και δεν καθορίζουν άμεσα τις απαραίτητες μυικές δυνάμεις για την εκτέλεση κίνησης.

Η ντοπαμίνη από το συμπαγές τμήμα της μέλαινας ουσίας διεγείρει όλους τους ντοπαμινεργικούς υποδοχείς, αλλά λόγω του γεγονότος ότι τα διαφορετικά μονοπάτια εκφράζουν διαφορετικούς υποδοχείς, και οι διαφορετικοί υποδοχείς έχουν διαφορετικά δράσεις, η ντοπαμίνη ενεργοποιεί το άμεσο μονοπάτι περισσότερο σε σύγκριση με το έμμεσο, κατορθώνοντας να αυξήσει κατά αυτόν τον τρόπο το σήμα προς τον θάλαμο. Η ντοπαμίνη που εκκρίνεται από την συμπαγή μοίρα της μέλαινας ουσίας διεγείρει όλους τους ντοπαμινεργικούς υποδοχείς, άλλα λόγω του γεγονότος ότι στα διαφορετικά μονοπάτια εκφράζονται διαφορετικοί υποδοχείς, και ότι οι διαφορετικοί υποδοχείς διαμεσολαβούν διαφορετικά αποτελέσματα, η ντοπαμίνη δρα ενεργοποιώντας το άμεσο μονοπάτι έναντι του έμμεσου, ώστε να αυξάνει το σήμα προς το θάλαμο.

Τα βασικά γάγγλια παίζουν σημαντικό ρόλο σε διάφορους τομείς του κινητικού ελέγχου. Οι απαγωγές ίνες της οδού αυτής, που συγκροτούν το κινητικό κύκλωμα των βασικών γαγγλίων, κατευθύνονται όπως έχουμε τονίσει κυρίως προς τη συμπληρωματική κινητική περιοχή και τον προ-κινητικό φλοιό. Οι δύο αυτές περιοχές συνδέονται αμοιβαία μεταξύ τους και με τον κινητικό φλοιό. Και οι τρεις περιοχές χορηγούν άμεσες κατιούσες ίνες στο σύστημα του εγκεφαλικού στελέχους και του νωτιαίου μυελού. Μέσω αυτών των τριών απαγωγών οδών, τα βασικά γάγγλια επηρεάζουν τις προσαρμογές της στάσης του σώματος και την κίνηση των άκρων. Κάνουν ικανό τον εγκέφαλο να δημιουργεί τα κινητικά σχέδια υψηλού επιπέδου, να το κάνουν αυτό σε σχέση με τις συναισθηματικές ανάγκες και τα κίνητρα και να κλιμακώνουν το εύρος των κινητικών προσπαθειών στην εκτέλεση αυτών των δραστηριοτήτων. Οι δύο πρώτες λειτουργίες απασχολούν τα υψηλότερα επίπεδα της κινητικής ιεραρχίας, ενώ η τρίτη απασχολεί τα κατώτερα επίπεδα. Ο πολύπλοκες αλυσίδες των ραχιαίων βασικών γαγγλίων, βοηθούν στο σχεδιασμό των κινητικών πλάνων που έγιναν στα υψηλότερα συνειρμικά κέντρα και οι κινητικές αλυσίδες κλιμακώνουν την εκτέλεση των προγραμμάτων που σχηματίζουν συνολικά πλάνα. Μέσα σε αυτόν το σχεδιασμό, μπορούμε να αναφέρουμε μια ιδιότητα των βασικών γαγγλίων που πρόσφατα διατυπώθηκε και αυτή είναι η επιλεκτική διευκόλυνση και καταστολή κάποιων κινήσεων. Τα βασικά γάγγλια συνεισφέρουν στη μετατροπή των κατευθυνόμενων από την ανάγκη γενικών στόχων και τη μνήμη σημαντικών γεγονότων, σε κατευθυνόμενη από τους στόχους, συγκεκριμένη κινητική δράση. Δύο σημαντικές ικανότητες του εγκεφάλου που αφορούν τη ρύθμιση των κινήσεων είναι : (1) ο καθορισμός της ταχύτητας με την οποία εκτελείται η κίνηση και (2) η ρύθμιση του μεγέθους της κίνησης. Επειδή το κύκλωμα του κερκοφόρου πυρήνα είναι εκείνο που κυρίως λειτουργεί σε συνδυασμό με τις συνειρμικές περιοχές του φλοιού, όπως είναι ο οπίσθιος βρεγματικός λοβός, οι παραπάνω δύο ιδιότητες αποτελούν λειτουργία αυτού του γνωστικού κυκλώματος. Ανάλογες με το νευροδιαβιβαστή και τις ξεχωριστές οδούς επικοινωνίας κάθε δομής των βασικών γαγγλίων, είναι και ο ξεχωριστός ρόλος αυτών. Έτσι για παράδειγμα διέγερση του κερκοφόρου πυρήνα οδηγεί σε αναστολή των μυοτατικών αντανακλαστικών, ενώ αντίθετα διέγερση της ωχράς σφαίρας προκαλεί την προσωρινή διακοπή μιας κίνησης κάτι που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η κύρια λειτουργία της είναι η προκαταρκτική σταθεροποίηση τμημάτων του σώματος ώστε να εκτελεστούν οι κατάλληλες περιφερικές κινήσεις. Διέγερση σε ειδικά σημεία του ραβδωτού σώματος έχει αποδειχτεί ότι προκαλεί αργές, αδρές κινήσεις των άκρων και του κορμού.

 Νευροδιαβιβαστές

Οι διαφορετικοί τύποι νευρώνων των βασικών γαγγλίων συνθέτουν διαφορετικούς νευροδιαβιβαστές.


Δομή    Νευροδιαβιβαστής    Περιγραφή    Διαταραχή
Ραβδωτό/νεοραβδωτό    GABA    Οι μεσαίου μεγέθους νευρώνες, τα βασικά κύτταρα, είναι ανασταλτικά    Νόσος του Huntington
Μέλαινα ουσία    ντοπαμίνη    Ο βασικός στόχος της ντοπαμίνης που εκκρίνεται από την συμπαγή μοίρα της μέλαινας ουσίας (SNc) είναι το ραβδωτό.    Διαταραχή στην σύνθεση και διαβίβαση της ντοπαμίνης είναι δυνατό να οδηγήσει σε σοβαρά κινητικά και γνωσιακά ελλείμματα, όπως η νόσος του Parkinson.
Ωχρά σφαίρα    GABA    Οι ωχρά σφαίρα αποτελείται απ ένα εσωτερικό και ένα εξωτερικό τμήμα. Το εσωτερικό τμήμα προβάλλει στο θάλαμο, ενώ το εξωτερικό προβάλλει στον υποθαλαμικό πυρήνα.    Σύνδρομο Tourette
Υποθαλαμικός πυρήνας    γλουταμίνη    Οι νευρώνες του υποθαλαμικού πυρήνα διεγείρουν τους νευρώνες του εσωτερικού τμήματος της ωχράς σφαίρας.    Βλάβη στον υποθαλαμικό πυρήνα μπορεί να οδηγήσει σε ημιβαλλισμό ημιβαλλισμό.

 Άλλες διαταραχές που συνδέονται με τα βασικά γάγγλια

    * Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής – Υπερκινητικότητα
    * Athymhormic syndrome (PAP syndrome)
    * Εγκεφαλική παράλυση: βλάβη στα βασικά γάγγλια κατά το δεύτερο και τρίτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης
    * Δυστονία
    * Νόσος του Fahr
    * Foreign accent syndrome (FAS)
    * Νόσος του Huntington
    * Σύνδρομο Lesch-Nyhan
    * Ψυχαναγκαστική – καταναγκαστική διαταραχή
    * Νόσος του Parkinson
    * Σύνδρομο Tourette
    * Όψιμη δυσκινησία, προκαλούμενη από χρόνια αντιψυχωτική αγωγή
    * Βατταρισμός[2]
    * Σπασμωδική δυσφωνία
    * Νόσος του Wilson

 Ορολογία

Καθώς αναφέρεται σε μια ομάδα πυρήνων, ο όρος “βασικά γάγγλια” χρησιμοποιείται στον πληθυντικό (ο ενικός αριθμός είναι γάγγλιο). Ωστόσο, ο όρος γάγγλιο είναι λάθος ονομασία, καθώς αναφέρεται σε μια δέσμη σωματικών ινών στο περιφερικό νευρικό σύστημα, ενώ τα βασικά γάγγλια βρίσκονται στο κεντρικό νευρικό σύστημα (ΚΝΣ). Μια δέσμη σωματικών ινών στο ΚΝΣ αναφέρεται ως πυρήνας, έτσι ορισμένοι νευροανατόμοι αναφέρονται στα βασικά γάγγλια ως ο “βασικός πυρήνας”. [3]


    * Nathaniel A. Buchwald

 Αναφορές

   1. ↑ Andrew Gilies, A brief history of the basal ganglia, retrieved on 27 June 2005
   2. ↑ Alm PA (2004). "Stuttering and the basal ganglia circuits: a critical review of possible relations". Journal of communication disorders 37 (4): 325–69. DOI:10.1016/j.jcomdis.2004.03.001.
   3. ↑ Soltanzadeh, Akbar (2004). Neurologic Disorers. Tehran: Jafari. ISBN ISBN 964-6088-03-1.

    * Nolte, John, The Human Brain: An Introduction to its Functional Anatomy (Fifth Edition). (St. Louis: Mosby, Inc., 2002), 464-484. ISBN 0-323-01320-1
    * Parent, André, Comparative Neurobiology of the Basal Ganglia (Wiley, New York, 1986), ISBN 0-471-80348-0
    * Reynolds JN, Hyland BI, Wickens JR (2001). "A cellular mechanism of reward-related learning". Nature 413 (6851): 67–70. DOI:10.1038/35092560.

Πλοήγηση

[0] Λίστα μηνυμάτων

[#] Επόμενη σελίδα

[*] Προηγούμενη σελίδα

Μετάβαση στην πλήρη έκδοση